Η Γυναίκα στην αρχαία Ελλάδα

Ταπεινή σύζυγος ή Μεγάλη Ιέρεια;


Η Γυναίκα, ως οντότητα, βίωσε την κοινωνική ανισότητα και τον αποκλεισμό σε πολλά στάδια της εξελικτικής πορείας της ανθρωπότητας.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα της παρουσίας της ως μέλος σε οργανωμένες κοινωνίες (πόλεις- κράτη, όπως η Αθήνα και η Σπάρτη) αποτέλεσε, βάση των ιστορικών στοιχείων, η κλασική Ελλάδα.

Η Γυναίκα στην αρχαία Ελλάδα

Τόσο στην Αθήνα όσο και στη Σπάρτη, παρ’ όλες τις διαφορές που παρατηρούνταν στην οργάνωση της πόλης, οι γυναίκες παρέμεναν αποκλεισμένες από όλες τις δημόσιες δραστηριότητες. Ως «ασθενές φύλο» ήταν περιορισμένη στον οίκο του ανδρός της, αποκλεισμένη από τις πολιτικές αλλά και τις κοινωνικές εξελίξεις του τόπου της. Στην πολιτιστική και κοινωνική ιστορία, συναντάμε μορφές όπως η Πηνελόπη που ζούσε «έγκλειστη» στο γυναικωνίτη της, ή η Σπαρτιάτισσα Γοργώ που εκπαιδεύτηκε μαζί με τους άντρες Σπαρτιάτες, χωρίς, όμως, να έχει τη δυνατότητα συμμετοχής -λόγω φύλου- σε πολιτικά θέματα.

Η γυναίκα της αθηναϊκής οικογένειας, έμενε συνέχεια στο σπίτι και δεν επιτρεπόταν να της ανήκει τίποτε ως πλήρης ιδιοκτησία της. Ο κύριος λόγος για τον οποίο έβγαινε από το σπίτι ήταν για να εκτελέσει τα θρησκευτικά της καθήκοντα προς τους θεούς. Η θρησκεία αποτέλεσε τομέα έκφρασης και γνώσης για αυτές, καθώς η συμμετοχή τους στις γιορτές ήταν ένας τρόπος εξόδου από τον οίκο, αλλά πέρα από αυτό, ήταν και ένας τρόπος να κοινωνικοποιηθούν. Ακόμη περισσότερο όμως, στο πλαίσιο της πόλης, η θρησκεία λειτουργούσε για τις γυναίκες ως παράγοντας ενσωμάτωσής τους στην κοινότητα. Οι γυναίκες καθώς αποκλείονταν από κάθε πολιτική δραστηριότητα, είχαν μόνο το δικαίωμα της θρησκευτικής λειτουργίας.

Στο πλαίσιο του οίκου η γυναίκα σαν φύλακας της «εστίας», αποτελούσε ένα σπουδαίο παράγοντα της ιδιωτικής θρησκευτικής λατρείας, καθώς η οικοδέσποινα έραινε τον δούλο όταν εισερχότανε για πρώτη φορά στον οίκο με ξερά σύκα, καρύδια και σπόρους, σύμβολα της ενσωμάτωσής του στην οικογένεια. Αυτή προσέφερε καθημερινά λατρεία στην Εστία, η οποία ήταν η θεά που προστάτευε την οικιακή εστία. Ενώ σημαντικό ρόλο διαδραμάτιζαν οι γυναίκες στην κηδεία και στην ταφή ενός συγγενικού προσώπου. Αυτές αναλάμβαναν όλες τις ιεροτελεστίες, απέδιδαν τιμές, μοιρολογούσαν και ντύνονταν στα μαύρα. Οι Σπαρτιάτισσες από τη μεριά τους απολάμβαναν την ισοτιμία, αυτή που στερούνταν στους υπόλοιπους τομείς της δημόσιας ζωής, καθώς οι θρησκευτικές τελετές στη Σπάρτη είχαν και αθλητικό χαρακτήρα. Αυτό έδινε τη δυνατότητα στις γυναίκες να συμμετέχουν ενεργά επιδεικνύοντας τις αθλητικές τους ικανότητες. Οι Σπαρτιάτισσες τροφοί οργάνωναν και τα Τιθηνίδια, προς τιμή της προστάτιδας τους Αρτέμιδος Κορυθαλίας. Ενώ, μέρος της εκπαίδευσης των μικρών κοριτσιών ήταν και οι τελετουργικοί χοροί και τα τραγούδια, όπου οι νεαρές εκτελούσαν στα ιερά της Λακωνίας.

Από την άλλη μεριά, οι αρχαίοι Έλληνες διατηρούσαν τη σχέση με τη μόνιμη σύζυγό τους η οποία ήταν απομονωμένη στο γυναικωνίτη, μόνο και μόνο, για λόγους  αναπαραγωγής δηλαδή, να φέρει στη ζωή τους απαραίτητους για την περιουσία του οίκου κληρονόμους. Η σύζυγος ήταν μια γυναίκα, συνήθως, χωρίς ιδιαίτερη μόρφωση αν και καταγόταν από καλή οικογένεια δεν προσπαθούσε να κάνει τον εαυτό της ελκυστικό ή να εξασκήσει τις τεχνικές του έρωτα. Έτσι λοιπόν, δεν ενθαρρυνόταν να λατρέψει τη θεά Αφροδίτη που αντιπροσωπεύει τις ανώτερες όψεις του έρωτα. Οι θεότητες που λάτρευε ως σύζυγος έπρεπε να είναι της εστίας και του σπιτιού, καθώς και η μητέρα της Γης, η θεά Δήμητρα, όπου αντιπροσώπευε όλα τα μυστήρια των Ελληνίδων γυναικών.

Οι νέες κοπέλες πριν από το γάμο τους, αλλά κι αργότερα σαν παντρεμένες γυναίκες συμμετείχαν στην επίσημη θρησκευτική ζωή. Ορισμένες λατρείες, όπως της Άρτεμης στη Βραυρώνα, της Δήμητρας στην Ελευσίνα, ήταν κατ’ εξαίρεση ανοικτές μόνο σ’ αυτές, δηλαδή τις παντρεμένες. Οι Θεές υπηρετούνταν από διακόνισσες, επικεφαλής των οποίων αποτελούσε η Ιέρεια. Αυτή διηύθυνε τις λατρευτικές τελετές και ήταν επιφορτισμένη με την προστασία της περιουσίας του ναού. Οι ιέρειες της Αθηνάς Πολιάδος, της Δήμητρας και της Κόρης στην Ελευσίνα, προέρχονταν από διακεκριμένες οικογένειες της πόλης και ασκούσαν απεριόριστη θρησκευτική εξουσία.

Οι κόρες των πολιτών, συμμετείχαν από μικρή ηλικία στη γιορτή των Αρρηφορίων, άλεθαν ιερό κριθάρι για προσφορές στην Αθηνά, υπηρετούσαν ως μικρές άρκτοι, στο ιερό της Αρτέμιδος στη Βραυρώνα και μετέφεραν καλάθια με προσφορές στην πομπή των Παναθηναίων. Αθηναίες ύφαιναν κάθε χρόνο το νέο πέπλο για το άγαλμα της Αθηνάς στην Ακρόπολη, το οποίο μετέφερε πομπή παρθένων μέχρι τον Παρθενώνα.

Στη γιορτή των Θεσμοφορίων, που διαρκούσε τρεις ολόκληρες μέρες, απαγορευόταν ρητά η παρουσία των ανδρών. Συμμετείχαν μόνο οι νόμιμες σύζυγοι των Αθηναίων πολιτών, που για ένα μικρό διάστημα υλοποιούσαν μια ουτοπία, τη συγκρότηση μιας αποκλειστικά γυναικείας πολιτείας.

Οι γυναίκες ήταν παρούσες στις γιορτές προς τιμήν του Διόνυσου, συμμετείχαν ενεργά, χωρίς να προσβάλλεται η σεμνότητά τους απ’ τις αισχρολογίες που ανταλλάσσονταν. Εδώ βλέπουμε μια άλλη πλευρά της σχέσης των γυναικών με τη θρησκευτική ζωή, αφού η θρησκεία που ήταν παράγοντας ένταξης των γυναικών στη ζωή της πόλης, ήταν επίσης και ταυτόχρονα μια από τις εκδηλώσεις της περιθωριοποίησής τους. Οι γυναίκες πραγματικά σχετίζονταν στενά με όλες τις «άγριες» μορφές της θρησκευτικής ζωής. Έπαιρναν μέρος στα διονυσιακά όργια και μεταμορφώνονταν σε μαινάδες που αποτελούσαν την ακολουθία του θεού. Στην Αθήνα της κλασικής εποχής η διονυσιακή θρησκεία ήταν ενταγμένη στη θρησκεία της πόλης, συμμορφωμένη και νομιμοποιημένη. Παρέμενε όμως, εξίσου, ένα στοιχείο ανατροπής της κοινωνικής τάξης.

Ένας άλλος θεός, περιθωριακός και ο ίδιος, ο Άδωνις, ο αγαπημένος της μητέρας-θεάς Κυβέλης, αποκαλύπτει τον περιθωριακό χαρακτήρα των γυναικείων θρησκευτικών πρακτικών. Τα Αδώνεια, η γιορτή προς τιμήν του Άδωνι τοποθετούνταν στους αντίποδες των Θεσμοφορίων, γιορτή προς τιμή της Δήμητρας. Η συμμετοχή στα Θεσμοφόρια επιτρεπόταν μόνο στις νόμιμες συζύγους πολιτών, και αυτό το γεγονός αποτελούσε για τους ρήτορες μια απόδειξη της νομιμότητας ενός γάμου. Τα Αδώνεια ήταν γιορτή όπου ανακατεύονταν άνδρες και γυναίκες, πολίτες και ξένοι. Σε τούτη τη γιορτή η παρουσία των εταίρων προέτρεπε στην πιο αχαλίνωτη ακολασία. Αποτελούσε νυκτερινή γιορτή όπου όλα επιτρέπονταν, μια ιδιωτική γιορτή, στη διοργάνωση της οποίας δεν παρενέβαινε η πόλη. Η ανάπτυξη της λατρείας του Άδωνι κι αυτής της ιδιωτικής γιορτής αποκαλύπτει την κρίση των αξιών της πόλης. Κι έχει σημασία να δούμε για μια ακόμη φορά τις γυναίκες να παίζουν εδώ τον δικό τους αποκαλυπτικό ρόλο.

Η θεά Αφροδίτη είναι η θεά του Έρωτα. Στην αρχαία ελληνική θεώρηση για τη ζωή ο έρωτας περιελάμβανε πολύ περισσότερα πράγματα από τη σχέση μεταξύ των δύο φύλων. Περιείχε τη συναδελφικότητα των αντρών πολεμιστών και τη σχέση δασκάλου και μαθητή. Η Ελληνίδα εταίρα μπορεί να έχει για επάγγελμα τον έρωτα, ο ρόλος της όμως ήταν κάτι πολύ διαφορετικό από τις σύγχρονες ιερόδουλες. Η Ελληνίδα εταίρα ήταν καλλιεργημένη γυναίκα με σωματική αρετή και κανένας άντρας δεν τολμούσε να της κάνει σεξουαλικές προτάσεις. Λόγω του σεβασμού που έτρεφαν οι Έλληνες για τη λειτουργία του έρωτα, είναι βέβαιο πως σε καμία περίπτωση δεν πλησίαζε η εταίρα την αθλιότητα και τον εξευτελισμό που υφίσταται σήμερα.

Δουλειά της, ήταν, να υπηρετεί τη διάνοια των πελατών της καθώς και τις ορέξεις τους. Ήταν οικοδέσποινα και ερωμένη μαζί, σε αυτήν σύχναζαν οι φιλόσοφοι και οι ποιητές για να εμπνευστούν και να οξύνουν τον πνεύμα τους, γιατί γνώριζαν καλά ότι δεν υπάρχει μεγαλύτερη έμπνευση για ένα σκεπτόμενο άντρα από τη συντροφιά μιας ζωντανής και μορφωμένης γυναίκας. Λαμπρό παράδειγμα η Διοτίμα η οποία εμφανίζεται να συνομιλεί στο συμπόσιο του Πλάτωνα με τον Σωκράτη.

Στους ναούς της Αφροδίτης καλλιεργήθηκε με επιμέλεια η τέχνη του έρωτα και οι ιέρειες εκπαιδεύονταν σε αυτόν από μικρές. Αυτή η τέχνη δεν είχε ως αποτέλεσμα μόνο το πάθος, αλλά τη διαρκή ικανοποίηση σε όλα τα συνειδησιακά επίπεδα. Δεν ήταν μια απλή ικανοποίηση των φυσικών αισθήσεων του σώματος, αλλά μια λεπτή, αιθερική ανταλλαγή μαγνητισμού και διανοητικής πόλωσης. Αυτό εξύψωνε τη λατρεία της Αφροδίτης πάνω από τη σφαίρα του απλού αισθησιασμού και εξηγεί γιατί οι ιέρειές της ενέπνεαν τον σεβασμό και δεν αντιμετωπίζονταν ως ιερόδουλες, παρ’ όλο που δέχονταν όλους τους επισκέπτες. Ασχολούνταν με την εξυπηρέτηση συγκεκριμένων λεπτεπίλεπτων αναγκών της ανθρώπινης ψυχής, μέσω της εξασκημένης τέχνης τους, όπου λειτουργούσε ως ενεργειακή ροή και ανταλλαγή. Η λατρεία της θεάς συνδεόταν με την αλληλεπίδραση της ίδιας της δύναμης της ζωής.

Η συμμετοχή των γυναικών στα θρησκευτικά δρώμενα κατά την κλασική εποχή διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της κοινωνικής ανάπτυξης. Δεδομένου ότι δεν υπήρχε η δυνατότητα να αποκτήσει ισότιμη σχέση με τον άντρα, η διέξοδος προς τη θρησκεία της έδωσε τη δυνατότητα να ξετυλίξει τον πραγματικά δημιουργικό της εαυτό.