Τα Παναθήναια

Τα Παναθήναια ήταν η µεγαλύτερη γιορτή των Αθηνών προς τιµή της πολιούχου Παλλάδος Αθηνάς.

Τα Παναθήναια χωρίζονταν σε Μικρά και σε Μεγάλα.

Τα Μικρά γιορτάζονταν κάθε χρόνο και τα Μεγάλα κάθε τέσσερα χρόνια.

Η γιορτή ανάγεται στον ήρωα των Αθηνών Εριχθόνιο, ο οποίος, αφού έστησε στην Ακρόπολη ξόανο της Θεάς, ίδρυσε αγώνες, οι οποίοι ονοµάστηκαν «Αθήναια».


Οι εορταστικοί αυτοί τοπικοί αγώνες έγιναν κοινοί για όλη την
Αττική επί των ηµερών του Θησέως, µε την υπαγωγή των συνοικισµών και Δήµων της Αττικής στο άστυ των Αθηνών, οπότε και ονοµάστηκαν «Παναθήναια» ως γιορτή της ενοποιήσεως των συνοικισµών και προς τιµή της νίκης της Αθηνάς κατά των Γιγάντων.

Στην αρχή η γιορτή γινόταν κάθε χρόνο. Επί Πεισιστράτου όµως θεσπίστηκε να γίνεται κάθε τετραετία, µε τάση να γίνει πανελλήνιος, αντί του µέχρι τότε καθαρά τοπικιστικού χαρακτήρος. Αργότερα επί Περικλέους, απόκτησε µεγαλύτερη αίγλη και θεσπίστηκαν ψηφίσµατα συµµετοχής των συµµάχων των Αθηναίων στη Μεγάλη θυσία των Παναθηναίων.

Οι Παναθηναϊκοί αγώνες περιελάµβαναν αγώνες µουσικούς, γυµνικούς,ιππικούς, πυρρίχης, ευανδρίας, λαµπαδηδροµίας, παννυχίδος και «νεών αµίλλης». Ο µουσικός αγών διεξαγόταν στο Ωδείο του Περικλέους, στη νοτιοανατολική κλιτύ της Ακροπόλεως, κοντά στο θέατρο του Διονύσου και έπαιρναν µέρος οι ραψωδοί που απήγγειλαν τα Οµηρικά Έπη και οι µουσικοί που τραγουδούσαν µε τη συνοδεία κιθαρωδών και αυλωδών, λυρικά τραγούδια.

Επίσης διεξάγονταν αγώνες µεταξύ κιθαρωδών και αυλωδών. Στους νικητές έκαστου αγωνίσµατος, έδιναν χρηµατικό βραβείο και στον πρώτο µεταξύ των νικητών, στεφάνι. Οι γυµνικοί αγώνες διεξάγονταν στο Παναθηναϊκό Στάδιο, στην αριστερή όχθη του Ιλισσού.
Διαρκούσαν δύο µέρες και περιελάµβαναν δρόµο, πάλη, παγκράτιο και πένταθλο. Έπαιρναν µέρος τρεις κατηγορίες αθλητών : παιδιά, έφηβοι και άνδρες.
Τα παιδιά αγωνίζονταν στο δόλιχο, το στάδιο, το δίαυλο, την πάλη, την πυγµή και παγκράτιο. Οι άνδρες στο δόλιχο, το στάδιο, τον δίαυλο, τον ίππιο, το πένταθλο, την πάλη, την πυγµή, το παγκράτιο και τον οπλίτη.

Οι νικητές των αγώνων έπαιρναν ως έπαθλο «παναθηναϊκούς αµφορείς» γεµάτους λάδι. Οι παναθηναϊκοί αµφορείς είχαν στη κοιλιά τους την εικόνα της Αθηνάς Ορθίας και γύρω από αυτή την επιγραφή «των Αθήνηθεν άθλων» και από την άλλη παράσταση σκηνή γυµνικού αγωνίσµατος.
Ο ιππικός αγών διεξαγόταν στον ιππόδροµο των Αθηνών, ο οποίος βρισκόταν στη θέση «Εχελίδαι», κοντά στον Πειραιά και ήταν χώρος οκτώ σταδίων.
Οι ιππικοί αγώνες αποτελούνταν από αγώνες ίππων µε αναβάτη ή αρµατοδροµίες.
Οι ιππικοί αγώνες διαρκούσαν δύο µέρες.

Την πρώτη µέρα διεξάγονταν :

α) αγών «εκ των πολιτών» : δύο διαγωνίσµατα του αποβάτου και τέσσερεις δρόµοι µε το άρµα.
β) αγών «εκ των φυλάρχων» : τρεις δρόµοι.
γ) αγών «εκ των ιππίων» : τρεις δρόµοι.

Την δεύτερη µέρα διεξάγονταν :

«αγών εκ πάντων» και «αγών εκ των πολιτών» µε άρµατα µάχης και παρελάσεως. Σε αυτούς τους ιππικούς αγώνες µπορούσαν να πάρουν µέρος όλοι οι Έλληνες, αλλά και ξένοι.

Η γιορτή περιελάµβανε επίσης και τον χορό «Πυρρίχη», ο οποίος ήταν χορός µε όπλα, σε ανάµνηση του ότι η πάνοπλος Θεά Αθηνά χόρεψε µετά τη νίκη της εναντίον των γιγάντων.
Ο χορός εκτελείτο και από τις τρεις κατηγορίες αθλητών
(παιδιά, έφηβοι και άνδρες). Ο νικητής χορός έπαιρνε ως έπαθλο ένα βόδι.
Οι χορευτές του κάθε χορού ήταν 24, ανά 12 σε δύο ηµισφαίρια, γυµνοί, µόνο µε περικεφαλαία και ασπίδα. Επίσης από τις δέκα φυλές των Αθηνών, έπαιρναν µέρος σε αγώνα ευανδρία οι αντιπροσωπευτικότεροι σε σφρίγος και ωραίο ανάστηµα άνδρες.

 Η νικήτρια οµάδα έπαιρνε ως έπαθλο ένα βόδι και ασπίδες. Στο διαγωνισµό ευανδρίας,υπαγόταν και ο αγών αλλοφόρων, όπου κάθε φυλή παρουσίαζε τους θαλερώτερους γέροντες, οι οποίοι µετά την ανάδειξη τους ως νικητών,κρατώντας κλάδους ελιάς, έπαιρναν µέρος και στη µεγάλη ποµπή των Παναθηναίων.

Η λαµπαδηδροµία ήταν δρόµος ανδρών που κρατούσαν αναµµένες λαµπάδες. Την επιµέλεια της λαµπαδηδροµίας αναλάµβαναν οι φυλές και ως βραβείο έπαιρναν «νικητήριο» η φυλή και «άθλον» ο νικητής. Η λαµπαδηδροµία ήταν αγώνισµα µεταφοράς πυρσού, ο οποίος προερχόταν από το τελετουργικό άναµα της πυράς βωµού και από την ποµπή µεταφοράς του φωτός για την τέλεση θυσιών. Στα Παναθήναια έτρεχαν δέκα οµάδες λαµπαδηδρόµων, τοποθετηµένοι κατά διαστήµατα, µεταβιβάζοντας τη λαµπάδα ο ένας στον άλλο και επιδίωκαν να φέρουν πρώτοι τη φλόγα στο βωµό χωρίς να σβήσει η λαµπάδα.

Το έπαθλο ήταν κοινό για την νικήτρια οµάδα. Οι λαµπαδηδροµίες µπορούσαν επίσης να γίνουν νύκτα ή οι λαµπαδηδρόµοι να ήταν έφιπποι. Η λαµπαδηδροµία των Παναθηναίων, γινόταν την εσπέρα της 27ης Εκατοµβαιώνος και οι αγωνιστές ξεκινούσαν απ’ το βωµό του Προµηθέως που βρισκόταν στην Ακαδηµία και τερµάτιζαν στη πόλη των Αθηνών.

Επίσης τη νύχτα της 27ης προς την 28η του µηνός διεξαγόταν η «πανυχίς», που ήταν παιάνας προς τιµή της Θεάς, από χορωδία παρθένων της Αθήνας.

Τέλος τα αγωνίσµατα έκλειναν µε τη «Νεών άµιλλα» που ήταν διαγωνισµός πλοίων, ιστιοπλοϊκοί αγώνες και λεµβοδροµίες, οι οποίες γίνονταν την 29η του µηνός, στην είσοδο του λιµένος Πειραιώς, στον τάφο του Θεµιστοκλέους.

Οι ιεροπραξίες των Παναθηναίων διεξάγονταν την 28η του µηνός. Ο κύριος σκοπός του τελετουργικού τούτου µέρους, ήταν η επίσηµη ποµπή και η προσφορά του υφανθέντος πέπλου για την επένδυση του ξοάνου της Θεάς, καθώς επίσης και θυσίες και δεήσεις, προς έκφραση της ευγνωµοσύνης των Αθηναίων για την προστασία της πόλεως απ’ τη Θεά.

Η ύφανση του πέπλου γινόταν επί εννέα µήνες – από το µήνα Πυανεψιώνα – από οµάδα γυναικών. Η οµάδα αυτή περιελάµβανε την Ιέρεια της Θεάς, δύο από τις τέσσερεις αρρηφόρους και από πολλές βοηθούς που λέγονταν «εργαστίναι». Ο πέπλος δεν ήταν απλό κάλυµµα, αλλά µάλλινο φόρεµα κίτρινου χρώµατος,κοσµηµένο µε χρυσοκέντητες σκηνές, που απεικόνιζαν τη Θεά να αγωνίζεται δίπλα στο Δία, εναντίον των Γιγάντων.

 Η ποµπή συγκεντρωνόταν στο «Λευκόριον», περιοχή µεταξύ του έξω και έσω Κεραµεικού, µε την ανατολή του ηλίου. Την ποµπή αποτελούσαν οι άρχοντες, οι στρατιωτικοί, οι ταµίες του Ναού της Θεάς, οι ποµπείς που οδηγούσαν τα προς θυσία ζώα, οι κανηφόροι, δηλαδή κόρες που έφεραν στο κεφάλι τους ιερά κάνιστρα, οι υδροφόροι, οι διφροφόροι που µετέφεραν τα καθίσµατα, οι θεωροί των άλλων πόλεων και οι θαλλοφόροι γέροντες που κρατούσαν κλάδους ελιάς. Τοποθετούσαν τον πέπλο σε άρµα που είχε σχήµα πλοίου, το οποίο είχε ιστό, πάνω στον οποίο έδεναν τον πέπλο, ενώ το άρµα έσερναν άλογα.

Η ποµπή δια του διπύλου ερχόταν στο δρόµο που οδηγούσε στην αγορά, όπου οι ιππείς έκαναν παρέλαση και τιµούσαν τους εκεί βωµούς. Η ποµπή έφτανε στο Ελευσίνιον, το ιερό όπου γινόταν η πρώτη µύηση των Ελευσινίων Μυστηρίων, το οποίο βρισκόταν δυτικά της εισόδου της Ακροπόλεως. Ακολούθως πλησίαζε το πελασγικό τείχος και έφτανε στο χώρο προ των Προπυλαίων της Ακροπόλεως, χωρίς όµως το πλοίο –σχήµα άρµα- το οποίο αφηνόταν κοντά στον Άρειο Πάγο, και χωρίς τα άλογα.

Μόλις γινόταν η άνοδος της ποµπής στην Ακρόπολη, γινόταν και η παράδοση του πέπλου και ακολουθούσαν οι θυσίες. Η παράδοση του πέπλου γινόταν στην Ιέρεια της Αθηνάς Πολιάδος από τον ταµία του ιερού της Θεάς, οποίος περιστοιχιζόταν από οµάδα εργαστίνων. Η παράδοση του πέπλου γινόταν µπροστά στο ξόανο της Θεάς µέσα στον Παρθενώνα.

Μετά την παράδοση άρχιζαν οι θυσίες των ζώων τα οποία έφερναν οι ποµπείς, ενώ ζώα προς θυσία πρόσφεραν και οι θεωροί των άλλων πόλεων. Οι θυσίες προσφέρονταν πρώτα στην Αθηνά Υγεία και µετά στο βωµό της Αθηνάς Πολιάδος, ενώ ένα από τα ωραιότερα ζώα θυσιαζόταν στο βωµό της Απτέρου Νίκης.

Την ώρα που ψήνονταν τα ζώα, ο Κήρυξ ευχόταν υπέρ της σωτηρίας και υγείας της Αθήνας και των άλλων πόλεων. Μετά τη θυσία, τα κρέατα διανέµονταν στους πανηγυριστές.

Τέλος γίνονταν αγώνες ευανδρίας, οµαδικού χαρακτήρος, όπου απαγορευόταν η συµµετοχή ξένων. Οι έφηβοι έκαναν παρέλαση σε οµάδες και το έπαθλο – που ήταν οµαδικό – ήταν βόδι ή ασπίδες.