Η εκπαίδευση στην αρχαία Ελλάδα


της Αμαλίας Κ. Ηλιάδη

Η εκπαίδευση στην αρχαία Ελλάδα, η οποία συνδέεται άρρηκτα με κάθε είδους πολιτιστική ανάπτυξη που έλαβε χώρα κατά την ελληνική αρχαιότητα, επηρέασε σε μεγάλο βαθμό την ανάπτυξη
ενός δυναμικού πολιτιστικού συνεχούς που συνδέει το παρελθόν με το μέλλον και επεκτάθηκε στην ευρωπαϊκή
Ήπειρο και στις κτήσεις της: είναι γνωστό σήμερα με τον γενικό όρο δυτικός πολιτισμός με κύρια χαρακτηριστικά τη δημοκρατία και την καλλιέργεια των γραμμάτων και των τεχνών .

Παρακάτω θα εκτεθούν τα κύρια σημεία αυτού του παιδευτικού και εκπαιδευτικού «ιδανικού» έτσι όπως αναπτύχθηκε στις διαφορετικές πόλεις-κράτη της ελληνικής επικράτειας κατά την αρχαιότητα.

Η εκπαίδευση στην Αρχαία Σπάρτη και την Κρήτη

Σύμφωνα με τον μύθο ο Σκύθης Ανάχαρσις επιστρέφοντας από τα ταξίδια του ανέφερε πως οι Σπαρτιάτες ήταν η μόνη ελληνική φυλή με την οποία κατόρθωσε να συζητήσει λογικά γιατί μόνον αυτή είχε το χρόνο να είναι σοφή. Παρόλες τις αντιρρήσεις του Ηροδότου, φαίνεται πως οι Σπαρτιάτες είχαν άφθονο χρόνο στη διάθεσή τους για πνευματική καλλιέργεια, όντας απελευθερωμένοι από την ανάγκη του πλουτισμού. Δεν ασκούσαν εμπόριο μήτε ήταν απασχολημένοι με κάποιο επάγγελμα.

Έτσι, περνούσαν όλο το χρόνο τους αφιερωμένοι στην εκπαίδευσή τους σύμφωνα με τα σπαρτιατικά ιδεώδη. Ο χρόνος τους μοιραζόταν ανάμεσα στην φυσική εξάσκηση, τη στρατιωτική εκπαίδευση, το κυνήγι, τα δημόσια πράγματα και τις «λέσχες», στις οποίες δεν επιτρέπονταν οι συζητήσεις για δουλειές, παρά μόνο για ό,τι θεωρείτο ευγενές.

Τα σπαρτιατικά σχολεία ήταν μόνο για τους ομοίους, δηλαδή για εκείνους που μπορούσαν να πληρώσουν την εγγραφή σε είδος. Ωστόσο, εκεί γίνονται επίσης δεκτά και άλλα παιδιά, αρκεί κάποιος να συνεισέφερε εκ μέρους τους το απαιτούμενο τίμημα, προκειμένου να συνοδεύουν οι εντεταλμένοι δούλοι τα παιδιά στο σχολείο. Η απόδοση σε κάποιον της ιδιότητας του σπαρτιάτη πολίτη γινόταν μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όταν η αξία του ή οι υπηρεσίες του ήταν τέτοιες που η πόλη-κράτος τις αναγνώριζε. Άλλοι μαθητές παρόμοιου είδους ήταν οι μόθωνες ή μόθακες και οι τρόφιμοι. Η διαφορά με τους τροφίμους βρίσκεται στο γεγονός ότι οι μόθωνες ήταν παιδιά ελεύθερων Σπαρτιατών και συνεπώς είχαν πλήρη πολιτικά δικαιώματα.

Το σύστημα εκπαίδευσης στην Κρήτη ήταν παρόμοιο με εκείνο της Σπάρτης από πολλές απόψεις και η εκπαίδευση κόστιζε στους γονείς ακόμη λιγότερα απ’ ότι στη Σπάρτη καθώς τα παιδιά τρέφονταν κυρίως με δημόσια έξοδα.

Στη Σπάρτη, σε αυτό το απόλυτα οργανωμένο κράτος, το αγόρι έμενε σπίτι του ως τα επτά του χρόνια. Οι γονείς τους φρόντιζαν να παίρνουν μαζί τους τα αρσενικά παιδιά στα φειδίτια ή φιλίτια, τις κοινές τράπεζες των Σπαρτιατών. Τα αγόρια ήδη εκπαιδεύονταν στον σπαρτιατικό τρόπο ζωής. Τα κορίτσια έμεναν στο σπίτι και έπαιρναν το γεύμα μαζί με τη μητέρα τους. Στα φειδίτια οι γονείς ήταν υποχρεωμένοι να συνεισφέρουν κάθε μήνα ένα μέδιμνο κριθάρι, οκτώ χοές οίνου, πέντε μνες τυρί και μισή μνα σύκα. Αν ήταν τόσο φτωχοί, που δεν μπορούσαν να συνεισφέρουν, τότε έχαναν τα δικαιώματά τους ως πολίτες και τα παιδιά τους δεν ήταν δυνατόν να εκπαιδευτούν στο σπαρτιατικό σύστημα.

Μετά τα επτά τους χρόνια τα αγόρια απομακρύνονταν από το σπίτι και οργανώνονταν σε έναν ιδιαίτερα συστηματικό τρόπο εκπαίδευσης σε αγέλες ή βούες. Υποδιαιρέσεις των αγελών ήταν οι ίλες οι οποίες πιθανώς είχαν δύναμη 64 αγοριών. Οι αγέλες τρέφονταν, κοιμούνταν και έπαιζαν μαζί και βρίσκονταν υπό την εποπτεία του παιδονόμου, ενός πολίτη που απολάμβανε του γενικού σεβασμού και κατείχε υψηλή θέση. Βοηθοί του ήταν οι μαστιγοφόροι οι οποίοι επέβαλαν τη σκληρή πειθαρχία, για την οποία φημισμένη ήταν η σπαρτιατική κοινωνία. Όταν έλειπε ο παιδονόμος ή οι μαστιγοφόροι, η πειθαρχία διατηρείτο ακέραια υπό την εποπτεία του βουαγόρα ή αγελάρχη, δηλαδή του περισσότερου θαρραλέου και λογικού αγοριού σε κάθε αγέλη. Επίσης στην εκπαίδευση των αγοριών συμμετείχε ένας νέος που είχε συμπληρώσει το 20ο έτος της ηλικίας του και ονομαζόταν είρην ή ιρήν. Αυτός παρακολουθούσε τις μάχες τους και τους χρησιμοποιούσε ως υπηρέτες στο σπίτι του για το γεύμα του. Τα μεγαλύτερα αγόρια του έφερναν ξύλα για τη φωτιά ενώ τα μικρότερα μάζευαν λαχανικά. Ο μοναδικός τρόπος για να αποκτηθούν αυτά τα παραπάνω ήταν η κλοπή από κήπους ή τις λέσχες των ανδρών, γεγονός που αύξανε τις ικανότητες των νέων στην ανίχνευση. Αφού γευμάτιζαν όλοι μαζί, τότε ο είρην τους προέτρεπε να τραγουδήσουν και κατόπιν να συζητήσουν θέματα ηθικής ή πολιτικής.

Η Εκπαίδευση Αθήνα και σε άλλες πόλεις της Ελλάδας συγκριτικά με την εκπαίδευση στη Σπάρτη.

Στη Λακωνία και την Κρήτη -κυρίως αγροτικές περιοχές που στηρίζονταν στο σύστημα της γαιοκτησίας- δεν υπήρχε η ανάγκη εκπαίδευσης σε θέματα που σχετίζονταν με το εμπόριο ή τη βιοτεχνία. Θα περίμενε, λοιπόν, κανείς να ανακαλύψει πολλά τέτοια στοιχεία στους Αθηναίους ή τους Ίωνες της Μ. Ασίας. Η πραγματικότητα, όμως, ήταν εντελώς διαφορετική. Για τον Έλληνα η λέξη εκπαίδευση σήμαινε διάπλαση του χαρακτήρα, αρμονική ανάπτυξη του σώματος, του νου και της φαντασίας και συνεπώς κάθε είδους τεχνική εκπαίδευση αποκλειόταν από τα ελληνικά σχολεία ως βάναυσος. Ο Ηρόδοτος ισχυρίζεται πως οι Έλληνες απέκτησαν αυτή την άποψη από τους λαούς που τους περιέβαλλαν. Με τη σειρά του ο Πλάτων θεωρεί τον έμπορο ή τον τεχνίτη ακατάλληλο ως ενεργό πολίτη, όπως και ο Αριστοτέλης, ο οποίος θεωρεί ανάξιο ό,τι παρεμβάλλεται στη σωματική ή τη διανοητική ανάπτυξη.

Πως, λοιπόν, διδάσκονταν οι τέχνες και το εμπόριο στην αρχαία Ελλάδα; Από τις φιλολογικές μαρτυρίες που διαθέτουμε, οι τέχνες ή το εμπόριο ήταν κυρίως κληρονομική ενασχόληση. Οι γιοι των τεχνιτών μαθαίνουν την τέχνη του πατέρα τους. Στη Δημοκρατία ο Πλάτων αναφέρει πως οι παίδες των κεραμιστών είναι στην πραγματικότητα υπηρέτες και βοηθοί για μακρύ χρονικό διάστημα πριν τους επιτραπεί να φτιάξουν το δικό τους κεραμικό εργαστήριο και εμπορικό κατάστημα. Οι μαθητές ενός γιατρού που ονομαζόταν Πιτταλός αναφέρονται από τον Αριστοφάνη, ο κωμωδιογράφος Σωσίπατρος βάζει έναν μάγειρα να λέει πως οι μαθητές του πρέπει να γνωρίζουν αστρολογία, αρχιτεκτονική και στρατηγική, πριν έρθουν να μαθητεύσουν δίπλα του. Υπήρχε, λοιπόν, ένα σύστημα μεταβίβασης της γνώσης, σε ό,τι αφορούσε στο εμπόριο και τις τέχνες, αλλά η γενική άποψη ήταν πως «η τεχνική καθοδήγηση και όλη η διδασκαλία που αποβλέπει στην οικονομική απολαβή είναι χυδαία και δε δικαιούται το όνομα της εκπαίδευσης». Η αληθινή εκπαίδευση στοχεύει αποκλειστικά στην αρετή η οποία ωθεί το παιδί να είναι καλός πολίτης και ικανός να κυβερνήσει και να υπακούσει. Οι Σπαρτιάτες και οι Κρήτες δεν ήταν μόνοι σε αυτή τους την αντίληψη. Είχαν την υποστήριξη όλης της Ελλάδος στην απόφασή τους να εξορίσουν από τα σχολεία τους κάθε ιδέα τεχνικής ή επαγγελματικής εκπαίδευσης.

Ωστόσο η εκπαίδευση και πάλι έμεινε μισή και τούτο γιατί απευθυνόταν μόνο στα αγόρια της οικογένειας. Οι γυναίκες ζούσαν καθεστώς ανατολίτικου περιορισμού, εκτός από τη Χίο, τη Λοκρίδα, την Κρήτη και φυσικά την Σπάρτη.

Η Αθηναία μητέρα οφείλει να ζει τόσο αποσυρμένη ζωή, ώστε το όνομά της να μην ακούγεται ανάμεσα στους άνδρες, είτε για καλό είτε για κακό. Ο Πλάτων είναι ο πρώτος που ενδιαφέρεται για την εκπαίδευση των γυναικών. Με αυτόν τον τρόπο αντιτίθεται στην άποψη πως οι γυναίκες είναι μόνο για να κάνουν παιδιά και να φροντίζουν το νοικοκυριό τους. Παραδέχεται πως διαθέτουν λιγότερη σωματική ρώμη, αλλά είναι ικανές να κάνουν την ίδια δουλειά με τους άνδρες, οπότε τότε δικαιούνται τροφής και παιδείας. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο πρέπει να εκπαιδεύονται στη μουσική, τη γυμναστική και τον πόλεμο, όπως ακριβώς οι άνδρες.

Σε παλαιότερες εποχές τούτη η πρωτοβάθμια εκπαίδευση διαρκούσε ως τα δεκαοκτώ. Αλλά προς το τέλος του 5ου π. Χ. αιώνα δημιουργήθηκε ένα δευτεροβάθμιο σύστημα εκπαίδευσης. Ο Πλάτωνας ο οποίος περιγράφει τη Δημοκρατία ως ένα σύστημα μαθητείας, στα μαθηματικά λίγο πριν την εφηβεία και στα πολιτικά ζητήματα λίγο πριν την ενηλικίωση συμφωνεί σε αρκετά σημεία με το μαθητή του Αριστοτέλη για την αξία της παιδείας και της εκπαίδευσης στη διαμόρφωση συνειδητών πολιτών . Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη η ενασχόληση με τα πολιτικά ζητήματα εφαρμοζόταν τρία χρόνια πριν την εφηβεία, αν και στην πραγματικότητα η παρακολούθηση των μαθητών δεν ήταν αυστηρά καθορισμένη. Οι γιοί των φτωχών ολοκλήρωναν γρήγορα το πρόγραμμα της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης ενώ οι γόνοι των πλουσίων την καθυστερούσαν όσο ήθελαν, γεγονός που ο Ξενοφών θεωρεί απαξιωτικό για την αθηναϊκή εκπαίδευση.

Μετά τα δεκαοκτώ οι νεαροί Αθηναίοι προχωρούσαν στην πολεμική τους εκπαίδευση. Τον πρώτο χρόνο αυτής της εκπαίδευσης τον περνούσαν στην Αθήνα και τον δεύτερο σε φρούρια των συνόρων και σε στρατόπεδα. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου διέθεταν λίγο χρόνο για διανοητικές ενασχολήσεις. Όταν κατέρρευσε η στρατιωτική δύναμη των Αθηνών υπό την μακεδονική κυριαρχία, τα στρατιωτικά καθήκοντα των εφήβων έγιναν εθελοντικά και η εκπαίδευση τους αντικαταστάθηκε από μαθήματα φιλοσοφίας και λογοτεχνίας. Το στρατιωτικό σύστημα έγινε Πανεπιστήμιο, το οποίο παρακολουθούσαν λίγοι εύποροι νέοι ή πλούσιοι ξένοι. Ως πρόδρομος του πρώτου πανεπιστημίου, η δίχρονη εκπαίδευση των εφήβων δικαιούται τον τίτλο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, παρόλο που ως τον 3ο π. Χ. αιώνα παρείχε μόνο στρατιωτική εκπαίδευση.

Η αθηναϊκή εκπαίδευση, όπως και η εκπαίδευση των άλλων πόλεων, διαιρείται σε τρία στάδια. Το Πρωτοβάθμιο από τα 6-14 έτη, το Δευτεροβάθμιο από τα 14-18 έτη και το Τριτοβάθμιο από τα 18-20. Από τα τρία παραπάνω στάδια μόνο το τρίτο ήταν υποχρεωτικό και το παρείχε η πόλη-κράτος. Το δεύτερο ήταν εντελώς προαιρετικό και μάλλον για τους εύπορους. Από το πρωτοβάθμιο τα γράμματα ήταν δια νόμου υποχρεωτικά, όπως φαίνεται από έναν παλιό νόμο που αποδίδεται στο Σόλωνα και ο οποίος αναφέρει πως το παιδί πρέπει να διδάσκεται γράμματα, κολύμπι κ.α.. Μετά από αυτό, οι φτωχοί μπορούν να στέψουν την προσοχή τους στη γεωργία και το εμπόριο, ενώ οι πλουσιότεροι στη μουσική, τη γυμναστική, το κυνήγι και τη φιλοσοφία.

Η μουσική για τον Πλάτωνα.

Ο Πλάτων που γεννήθηκε και έζησε στην Αθήνα, όπως ήταν φυσικό, δέχτηκε τις επιδράσεις της μουσικής των προγενεστέρων, αλλά και των συγχρόνων του. Στα μεγαλοφυή φιλοσοφικά του έργα αναφέρεται πολύ συχνά με έμφαση στη μουσική. Στον Πρωταγόρα παρέχει πολύτιμες πληροφορίες για τη διαπαιδαγώγηση των νέων και αναφέρει ότι τη μεγαλύτερη επίδραση στη διάπλαση του χαρακτήρα, το ήθος και την καλλιέργεια των νέων έχουν: η μουσική, η ποίηση και ο ρυθμός.
Ο Πλάτων είχε σπουδάσει μουσική κοντά στον Δράκοντα, που ήταν μαθητής του Δάμωνος, συντρόφου του Περικλή. Ο Δάμων είχε γράψει ένα δοκίμιο, στο οποίο υποστήριζε ότι οι μουσικές αρμονίες συνδέονται άμεσα με τις ηθικές αξίες και ότι το κράτος έπρεπε να επιμελείται τα είδη σύνθεσης που εκτελούνταν, για να προστατεύσει το ήθος των νέων κατά τη σωστή διάπλαση του άπλαστου χαρακτήρα τους.

Στον «Τίμαιο», ο Πλάτωνας, υποδεικνύει τρόπους για την τέλεια σωματική και ψυχική υγεία, για τη διάπλαση του τέλειου ανθρώπου. Πιστεύει, πως στο μεν σώμα είναι απαραίτητη η γυμναστική, ενώ στην ψυχή η Φιλοσοφία και η Μουσική.

«Το δε κατά φύσιν αυτού διόρθωσις ουκ αν δύναιτο άνευ μουσικής ορθότητος. Μουσική δε άνευ παιδείας της πάσης ουκ αν αυ ποτέ δύναιτο».

(Πλάτωνος Νόμοι 642α).

Ενδεικτική βιβλιογραφία

1) Platon, Oeuvres complètes, texte et traduction (Coll. G. Budé), en 13 t., Paris, 1920-1951.

2) Platon, Oeuvres complètes, tradiction nouvelle et notes par Léon Robin (Bibliothèque de la Pléiade), 2 vol., le second avec la collaboration de J. Moreau, Paris, 1940-1942.

3) P. Tannery, L’ éducation platonicienne, Revue philosophique, 1880-1881, recueili dans Memoires scientifiques, t. VII, p. 1-102.

4) R. L. Nettleship, The theory of education in Plato’s Republic, 2e ed. Oxford, 1935.

5) J. Stenzel, Platon: der Erzieher, Leipzig, 1928.

6) J. Moreau, La construction de l’ idealisme platonicien, Paris, 1939.

7) Werner Jaeger, Paideia: the ideals of Greek culture, 3 vol., Oxford, 1939-1944-1945.

8) E. Dupreel, Les Sophistes, Neuchâtel et Paris, 1948.

9) H. I. Marrou, Histoire de l’éducation dans l’Antiquité, Paris, 1948.