Ο περιστρεφόμενος ναός του Επικουρείου Απόλλωνος

Ο ναός του Επικουρείου Απόλλωνος βρίσκεται στις Βάσσες Αρκαδίας, κοντά στα σύνορα του νομού με την Μεσσηνία, πάνω σε έναν χαμηλό λόφο.Πολλά έχουν γραφεί για τον συγκεκριμένο ναό αλλά είναι πολλά αυτά που έχουμε να ανακαλύψουμε ακόμη.



Υπάρχουν στοιχεία που δείχνουν ότι ο ναός δεν ήταν απλά ένα λατρευτικό κτίσμα αφιερωμένο στον Απόλλωνα όπως τόσα άλλα στον Ελλαδικό χώρο. Ο ναός αυτός διαφέρει ξεκάθαρα. Πρώτα απ όλα αν εξετάσουμε τον αρχιτεκτονικό ρυθμό του θα δούμε ότι αν και εξωτερικά είναι Δωρικού ρυθμού, στο εσωτερικό του είναι καθαρά Ιωνικού ρυθμού αλλά οι κίονες του κοσμούνται με Κορινθιακού ρυθμού κιονόκρανα. Πραγματικά πολύ παράξενο που συνδυάζει και τους τρεις βασικούς αρχιτεκτονικούς ρυθμούς και είναι το μοναδικό αρχαίο οικοδόμημα που παρατηρείται αυτό το φαινόμενο.

Η Δελφική Αμφικτυονία

Η Δελφική Αμφικτυονία ήταν μια ομοσπονδία δώδεκα φυλών της Στερεάς Ελλάδας και της Θεσσαλίας που αποτελούσε αρχικά θρησκευτική ένωση, ενώ αργότερα απέκτησε και πολιτική σημασία.

Ποιός ήταν μορφωμένος άνθρωπος, για τον Σωκράτη;

Η μόρφωση είναι θέμα συμπεριφοράς


Όταν ρωτήσανε τον Σωκράτη να τους δώσει τον ορισμό του μορφωμένου ανθρώπου, δεν ανέφερε τίποτε για την συσσώρευση γνώσεων. «Η μόρφωση είπε, είναι θέμα συμπεριφοράς... Ποιους ανθρώπους λοιπόν θεωρώ μορφωμένους;

Η ΚΟΣΜΟΓΟΝΙΑ και η ΘΕΟΓΟΝΙΑ στους αρχαίους Έλληνες

Συνήθως, όταν αναφερόμαστε στις κοσμογονικές και θεογονικές αντιλήψεις των αρχαίων Ελλήνων μέσα από την Μυθολογία, αναφερόμαστε στον Ησίοδο.

Οι Θεοί των Σεισμών στην Αρχαία Ελληνική Μυθολογία

Οι Θεοί των Σεισμών

Οι ρίζες του Αρχαιοελληνικού Πολιτισμού συνδέονται με τις συνέπειες των κλιματικών αλλαγών. Η ελληνική μυθολογία δεν είναι παρά ένα περίβλημα που κρύβει τους θησαυρούς μιας μυστηριακής θρησκείας όπου οι πρώτοι φιλόσοφοι έκρυψαν τη γνώση τους των μεγάλων νόμων του φυσικού κόσμου.

Αναρχία στην Αρχαιότητα

Γράφει η ΜΑΡΙΑ ΜΟΥΖΑΚΗ



ΑΝ κάποιος μας ζητούσε να πούμε τις πρώτες λέξεις που συνειρμικά θα έρχονταν στον νου μας με τη φράση «αρχαία Ελλάδα», οι περισσότεροι θα αναφέραμε, μεταξύ άλλων, τη δημοκρατία, τον Νόμο, τον πολυθεϊσμό, τη δουλεία. Τόσο άρρηκτα συνυφασμένες είναι οι έννοιες αυτές με τη σκέψη και τον τρόπο ζωής του αρχαίου Έλληνα, τόσο θεμελιώδης ήταν ο ρόλος τους στη γένεση και εξέλιξη του τελειότερου για την αρχαιότητα ελληνικού πολιτισμού. 

Κι όμως, μέσα στην ακλόνητη σταθερότητα των αξιών αυτών, μέσα στην αδιάλειπτη για αιώνες συνεχειά τους, ακούστηκαν σκόρπιες οι «παραφωνίες» λιγοστών ανθρώπων, που με το οξύ πνεύμα τους ξεπέρασαν την εποχή τους. Το κάλεσμά τους για μια διαφορετική θεώρηση του κόσμου έπεσε τότε στο κενό, «φωνή βοώντος εν τη ερήμω». Μάταια ο Αντιφών καταδίκαζε τη δουλεία διακηρύσσοντας ότι όλοι οι άνθρωποι είναι φύσει όμοιοι. Tο ίδιο μάταια και ο Ξενοφάνης εκθρόνιζε τους 12 ανθρωπόμορφους θεούς του Oλύμπου, για να ανεβάσει στο βάθρο τους τον έναν και μοναδικό Θεό. Kαι είναι επίσης γνωστό ότι ο «προ Xριστού χριστιανός» Σωκράτης κατηγορήθηκε, γιατί αμφισβητούσε την παραδοσιακή θρησκεία των Eλλήνων.
O ρους της ιστορίας, ωστόσο, ανέδειξε τους «αιρετικούς» της αρχαιότητας σε απόστολους και προφήτες του σύγχρονου πολιτισμού. Tο δουλοκτητικό σύστημα, αν και όψιμα, κατέρρευσε και μόνο η ντροπή του έχει επιβιώσει στη μνήμη της ανθρωπότητας. O χριστιανικός μονοθεϊσμός έχει διαποτίσει στο πέρασμα είκοσι αιώνων όχι μόνο τις θεολογικές αντιλήψεις των δυτικών λαών, αλλά και τον πολιτισμό τους στο σύνολό του, παραμένοντας η κυρίαρχη θρησκεία του δυτικού κόσμου. Kάποιες άλλες παράταιρες αντιλήψεις αρχαίων φιλοσόφων εγκλωβίστηκαν στη λήθη, για να επανέλθουν όμως σφοδρότερες χιλιάδες χρόνια μετά, πάλι ως προκλήσεις και αποκλίσεις από τους σύγχρονους κοινωνικούς κανόνες.

O αναρχισμός στα νεώτερα χρόνια

Eδώ θα συναντήσουμε τη θεωρία του αναρχισμού, που αν και προσέλκυσε πολλούς στοχαστές και φιλοσόφους στο διάβα των αιώνων, παραμένει ακόμη στη σφαίρα της ουτοπίας. Kατά τη διάρκεια του 19ου αι. ο αναρχισμός ως θεωρία και κίνημα άνθησε στις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές χώρες και απέκτησε τους σημαντικότερους υπερασπιστές του (Mπακούνιν, Kροπότκιν, Προυντόν). Tον επόμενο αιώνα ο αναρχισμός βρίσκει απήχηση στην Aμερική και στην Iαπωνία, η γεωγραφική, όμως, εξάπλωση δεν αποτρέπει την παρακμή του, που επήλθε λόγω του ανταγωνισμού από τον κομμουνισμό, της εμπλοκής οπαδών του σε βίαιες ενέργειες και της καχυποψίας των κυβερνώντων. Mε το τέλος του B’ Παγκοσμίου Πολέμου ο αναρχισμός επιστρέφει δριμύτερος και δίνει το στίγμα του στην ειρηνικη αντίσταση του Γκάντι κατά της αγγλικής κυριαρχίας στην Ινδία, στα φοιτητικά κινήματα στην Ευρώπη, στις Η.Π.Α. και στην Ιαπωνία, στο ρεύμα αμφισβήτησης των σύγχρονων βιομηχανικών κοινωνιών από πολίτες ή οργανώσεις σε όλο τον κόσμο.

Η γένεση του αναρχισμού στην αρχαία Ελλάδα Αλλά το διφορούμενο δόγμα του αναρχισμού, που δέχτηκε τις μεγαλύτερες επικρίσεις και τους μεγαλύτερους επαίνους, δεν είναι γέννημα και πρωτοτυπία των Ευρωπαίων στοχαστών του 19ου αι. Πολύ πριν από αυτούς, Έλληνες φιλόσοφοι είχαν διακηρύξει τις βασικές αρχές μιας αναρχικής κοινωνίας και είχαν προτείνει έναν τρόπο ζωής εναρμονισμένο όχι με τους νόμους του κράτους, αλά με το φυσικό δίκαιο που κάθε άνθρωπος κατέχει. Είναι βέβαια απορίας άξιο πώς γεννήθηκαν τέτοιες αντιλήψεις σε έναν λαό που είχε συγκροτήσει δεκάδες τέλεια οργανωμένα κράτη (τις πόλεις –κράτη) και που είχε τάξει τη ζωή του στην υπηρεσία του Νόμου, του υπέρτατου για τους Έλληνες άρχοντα. 

Το ανήσυχο ελληνικό πνεύμα, η πολυφωνία, η ελευθερία σκέψης και λόγου, που σφράγισαν τον αρχαίο πολιτισμό μας, δίνουν βέβαια εύλογες εξηγήσεις για το παράδοξο αυτό. Σ’ αυτά πρέπει να προστεθεί και η αντίληψη των αρχαίων Ελλήνων για το νόημα του Νόμου. Ο Νόμος, λοιπόν, για τον αρχαίο Έλληνα, είναι δισυπόστατος: είναι το σύνολο των γραπτών νόμων που εξασφαλίζουν την ευρυθμία και την ευημερία της πόλης και των πολιτών, αλλά και το άγραφο δίκαιο που είναι έμφυτο και επιβάλλεται όχι από τον φόβο κυρώσεων, αλλά από το αίσθημα της αιδούς, που, όπως διαβάζουμε στον «Πρωταγόρα» του Πλάτωνα, μοίρασε ο Ερμής σε όλους τους ανθρώπους. Η σχέση ανάμεσα στο γραπτό και άγραφο δίκαιο και η υπεροχή του ενός έναντι του άλλου απασχόλησαν στην αρχαιότητα πολλούς ανθρώπους του πνεύματος και αποτέλεσαν την αφετηρία για τους αναρχικούς φιλοσόφους.

Πριν γνωρίσουμε τους πρώτους αυτούς «αναρχικούς», είναι χρήσιμο να δούμε τι πρεσβεύει γενικά το δόγμα του αναρχισμού. Ο αναρχισμός, λοιπόν, απορρίπτει τους νόμους που έχουν θεσπιστεί από ανθρώπους, καταδικάζει την ατομική ιδιοκτησία και την ύπαρξη εξουσίας, θεωρεί μάλιστα και τις δύο γενεσιουργές αιτίες του εγκλήματος. Αντίθετα, η ανυπαρξία νόμων, ιδιοκτησίας και εξουσίας, οδηγεί στην πραγματική δικαιοσύνη και στη δημιουργία μιας ελεύθερης, φυσικής κοινωνίας που βασίζεται στην αλληλοβοήθεια. 
 
Αυτές τις αντιλήψεις θα τις συναντήσουμε και στη φιλοσοφική σκέψη αρχαίων Ελλήνων, διάσπαρτες όμως ή παραλλαγμένες ή ειπωμένες με ηπιότερο τόνο. Κι αυτό, γιατί στην αρχαιότητα δεν δημιουργήθηκε κάποιο φιλοσοφικό κίνημα αμιγώς αναρχικό με τη σημερινή έννοια του όρου, ούτε κάποιος φιλόσοφος προσδιόρισε τον εαυτό του ως τέτοιον. Επομένως, οι όροι «αναρχικός» και «αναρχισμός» είναι αδόκιμοι για την εποχή που θα εξετάσουμε και ίσως ξενίζουν, ωστόσο μόνο αυτοί μπορούν να αποδώσουν με τον όσο πιο δυνατόν εύστοχο τρόπο ανάλογες ιδέες της αρχαιότητας.

Αντιφών ο Αθηναίος

Ο πρώτος που αμφισβήτησε τους θεσμούς της πολιτείας ήταν ο Αντιφών ο Αθηναίος. Στην καρδιά της κλασικής εποχής (μέσα 5ου αι. π.Χ.) ο σοφιστής αυτός διατύπωσε δύο αδιανόητες για τότε απόψεις: α) όλοι οι άνθρωποι είναι από τη φύση τους όμοιοι, β) οι νόμοι της πολιτείας είναι αυθαίρετοι κανονισμοί. Για τον Αντιφώντα οι νόμοι της πολιτείας είναι αμοιβαίες συμφωνίες ανάμεσα στους ανθρώπους και επίκτητοι. Απέναντί τους στέκονται, σαφώς ανώτεροι, οι νόμοι της φύσης, που υπαγορεύονται από την ανάγκη. Η φύση, περισσότερο από τον νόμο, βρίσκεται κοντά στην αλήθεια και σ’ αυτήν οδηγεί τον άνθρωπο με αρωγό τον ορθό λόγο. Ως εδώ, οι ιδέες του Αντιφώντα δεν ακούγονται και τόσο ακραίες. Προχωρώντας όμως ακόμη πιο πέρα, ο Αντιφών ταυτίζει τον νόμο με τον ανθρώπινο πολιτισμό, τον οποίο επίσης απορρίπτει. Διότι ο πολιτισμός αντιτίθεται στην ισότητα που υπαγορεύει η φύση και παραβιάζει τη φυσική δικαιοσύνη, αφού χαρακτηρίζεται από εθνικές και κοινωνικές διακρίσεις. Από αυτή την άποψη, οι πρωτόγονες φυλές, κατά τον Αντιφώντα, βρίσκονται πιο κοντά στην ευτυχία απ’ ό,τι οι πολιτισμένοι λαοί. 
 
Μόνο η φύση και ο πρωτογονισμός, βέβαια, δεν αρκούν, για να εξασφαλίσουν στους ανθρώπους έναν τρόπο ζωής ομαλό και εποικοδομητικό. Προϋποθέσεις απαραίτητες που ορίζει ο Αντιφών είναι η ομόνοια ανάμεσα στα μέλη της κοινότητας, δηλαδή η σύμπνοια αντιλήψεων, και η παιδεία. Σχετικά με τη σημασία της τελευταίας στην εξέλιξη του ανθρώπου, ο Αντιφών χρησιμοποιεί ως σημείο αναφοράς ―τι άλλο;― τη φύση: όπως και η ποιότητα του σπόρου που φυτεύεται καθορίζει την ανάπτυξη του φυτού και το θωρακίζει απέναντι στη βροχή ή στην αμβροσία, όμοια και το είδος της παιδείας επιδρά στη διαμόρφωση της προσωπικότητας και δημιουργεί στον άνθρωπο ισχυρές εσωτερικές αντιστάσεις απέναντι σε εξωτερικούς αλλοτριωτικούς παράγοντες.

Ζήνων ο Κιτιεύς

Τη φύση ως πρότυπο ζωής προέβαλε και ο Ζήνων ο Κιτιεύς (από το Κίτιο της Κύπρου, 335-263 π.Χ.), ιδρυτής τους Στωικισμού. Οι άνθρωποι πρέπει να ζουν «ομολογουμένως τη φύσει», δηλαδή ανάλογα προς τη φύση, η οποία είναι και ο γενικός νόμος του κόσμου. Ο Θεός, που είναι η ψυχή του κόσμου αυτού και ταυτίζεται με τον ορθό λόγο, μεριμνά με την απόλυτη σοφία του για την τάξη και τον ρυθμό του Σύμπαντος. Συγκεκριμένα ο Ζήνων έλεγε: «Ως σκοπός ορίζεται η ζωή σε συμφωνία με τη φύση, ή, μ’ άλλα λόγια, σε συμφωνία με την ίδια μας την ανθρώπινη φύση, όπως επίσης και μ’ εκείνη του Σύμπαντος, μια ζωή στην οποία αποφεύγουμε κάθε πράξη που απαγορεύεται από τον κοινό για όλα τα όντα νόμο, δηλαδή τον ορθό λόγο, που διαποτίζει όλα τα όντα και ταυτίζεται με τον Δία, αφέντη και κυρίαρχο των πάντων».

Ο άνθρωπος μπορεί να κατακτήσει την ευδαιμονία, όταν η ζωή του εναρμονίζεται με τη φύση και τον θείο λόγο και όταν θέτει ως μοναδικό σκοπό της ζωής του την αρετή. Τα εξωτερικά αγαθά, όπως η υγεία και ο πλούτος, ελάχιστη σημασία έχουν και είναι μάλλον άξια περιφρόνησης. Αναφέρεται μάλιστα και κάποιο περιστατικό από τη ζωή του Ζήνωνα: Όταν το καράβι με το οποίο ταξίδευε ναυάγησε και έχασε όλη την περιουσία του, ο Κύπριος φιλόσοφος είπε την περίφημη ρήση: «Τώρα που ναυάγησα, έχω καλό ταξίδι». Την επιζήμια επίδραση του πλούτου και το άδικο της ατομικής ιδιοκτησίας στιγμάτιζε επίσης, όταν έλεγε πως «η πολυτέλεια κάνει φτωχό τον πλούσιο και διπλασιάζει τη δυστυχία των φτωχών» και πως «οι καρποί ανήκουν σε όλους, η γη σε κανέναν».
Ακόμη πιο κοντά στα ιδεώδη του αναρχισμού μας φέρνει η «Πολιτεία» του Ζήνωνα, έργο από το οποίο ελάχιστα αποσπάσματα έχουν σωθεί. Στον κόσμο που φαντάζεται ο Ζήνων δεν υπάρχουν δικαστήρια, όργανα τάξης, στρατός, ναοί, χρήματα, ούτε καν σχολεία και γάμοι. Οι άνθρωποι ζουν όλοι μαζί, σαν αγέλη, σε μία οικουμενική κοινότητα που λειτουργεί με τα ίδια ήθη και τους ίδιους φυσικούς νόμους. Σε αυτήν την «ακρατική» κοινωνία, που διέπεται από πλήρη ελευθερία και ισότητα, δεν υπάρχει περιουσία ούτε οικογένεια. Το πώς οι άνθρωποι μπορούν να ζήσουν με αυτές τις συνθήκες ειρηνικά εξηγείται απλά και αυτονόητα: εκτός από το ένστικτο της αυτοσυντήρησης, κάθε άνθρωπος έχει μέσα του και το κοινωνικό ένστικτο, που τον οδηγεί στη σύνδεση και στη συνεργασία με τους συνανθρώπους του με σκοπό το κοινό καλό. Αν, λοιπόν, οι άνθρωποι ακολουθούν τα έμφυτα ένστικτά τους αλλά και τη λογική, η οποία μπορεί να καθορίσει την ηθικότητα, θα ζουν αρμονικά, και ο πειθαναγκαστικός ρόλος των νόμων και των θεσμών θα είναι πια άχρηστος.
Ο Κροπότκιν, ένας από τους σημαντικότερους θεωρητικούς του αναρχισμού, απέδωσε στον Ζήνωνα τον τίτλο του «καλύτερου εκφραστή της αναρχικής φιλοσοφίας στην αρχαία Ελλάδα». Οι ιδέες του επιβίωσαν και στους πνευματικούς απογόνους του για αιώνες. Οι Στωικοί, που συνέχισαν την παράδοση της Σχολής που ίδρυσε ο Ζήνων, εμμένουν στη βασική αρχή ότι ο άνθρωπος πρέπει να ζει έλλογα και σύμφωνα με τη φύση, ενώ καταδικάζουν κάθε αυθαιρεσία του ατόμου. Θεωρούν την αρετή το ύψιστο αγαθό και τη σοφία απαραίτητο όρο για το λειτούργημα του πολιτικού, του ρήτορα, του παιδαγωγού. Εξακολουθούν βέβαια να πιστεύουν ότι όλα τα κράτη είναι κακά, επειδή ο πολιτικός, λόγω της ίδιας της φύσης του κράτους, κάποιες φορές θα πρέπει να δυσαρεστήσει ή τους θεούς ή τον λαό.

Επίκτητος

Στα μεταχριστιανικά χρόνια ο Επίκτητος, απελεύθερος δούλος, χάρισε στον Στωικισμό την τελευταία του αναλαμπή. Μαζί του και ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Μάρκος Αυρήλιος Αντωνίνος, που όμως πρόδωσε τις αρχές του με τον καθόλου στωικό διωγμό που εξαπέλυσε κατά των χριστιανών (2ος αι.). Ο Επίκτητος ταύτισε τη φυσική ζωή με την αρετή, διακηρύσσοντας ότι «το κατα φύσιν ζην, τουτ’ oστι κατ\ αρετήν ζην». Πραγματικά ελεύθερος άνθρωπος είναι εκείνος ο οποίος πράττει πάντα κατά τη δική του θέληση και τον οποίο κανείς δεν μπορεί να εμποδίσει. Η ικανοποίηση των επιθυμιών μας δεν πρέπει ούτε να εναποτίθεται στα χέρια κανενός ούτε να μας υποτάσσει σε πράγματα και ανθρώπους.

Διογένης και Κυνικοί

Αν στους Στωικούς συναντούμε την αναρχική θεωρία, στους Κυνικούς θα βρούμε την αναρχική πράξη με την πανηγυρική και προληπτική διάλυση κάθε αξίας και θεσμού της οργανωμένης κοινωνίας. Ο περίφημος Διογένης ο Σινωπεύς (412-323 π.Χ.), ο σημαντικότερος εκπρόσωπος του κινήματος των Κυνικών, δεν συγκρότησε ένα θεωρητικό σύστημα αξιών, αλλά με τις πράξεις του γελοιοποίησε, εξευτέλισε κυριολεκτικά τις κυρίαρχες κοινωνικές συμβάσεις, σε σημείο που δύσκολα θα έφτανε και ο πιο ριζοσπαστικός αναρχικός της εποχής μας. Το έδαφος είχε ήδη προλειάνει ο Αντισθένης, ιδρυτής των Κυνικών, ο οποίος κήρυττε δημοσίως ότι δεν θα έπρεπε να υπάρχει κυβέρνηση, ατομική ιδιοκτησία, επίσημη θρησκεία, γάμος.

Για τον Διογένη μόνο η ικανοποίηση των φυσικών αναγκών οδηγεί στην ευτυχία και καμία σωματική ανάγκη δεν μπορεί να θεωρηθεί ανήθικη, αφού η φύση τις δημιουργεί όλες. Ωστόσο, οι φυσικές ανάγκες μπορούν να δαμαστούν με την άσκηση, δηλαδή με το να ασκεί κάποιος το σώμα του, ώστε να περιορίζονται οι ανάγκες του στο ελάχιστο δυνατό. Αυτό θα βοηθήσει τον άνθρωπο να αποκτήσει αυτάρκεια: όσο πιο λίγες και απλές είναι οι ανάγκες του, τόσο πιο εύκολα θα μπορεί να τις ικανοποιεί. Η παράδοση στις σωματικές απολαύσεις συνιστά αδυναμία αλλά και αδικία. Στον ευτραφή ρήτορα Αναξιμένη έλεγε σαρκαστικά ο Διογένης: «Αναξιμένη, δώσε λίγη κοιλιά και στους φτωχούς». Είναι γνωστό πως ο Διογένης ζούσε σε ένα πιθάρι και ανάμεσα στα λιγοστά πράγματά του είχε και ένα ποτήρι. Κάποτε, όμως, που πήγε σε μια πηγή για να ξεδιψάσει, είδε ένα παιδί να πίνει νερό με τα χέρια του. Κατάλαβε τότε πως το ποτήρι ήταν κάτι περιττό, μια ψεύτικη ανάγκη, και το πέταξε μακριά. 

Ο Διογένης και οι μεταγενέστεροί του Κυνικοί απορρίπτουν ό,τι σηματοδοτεί τον ανθρώπινο πολιτισμό. Ο Νόμος δεν έχει καμία απολύτως αξία απέναντι στη φύση, διότι οι νόμοι είναι ανθρώπινα έργα και διαφέρουν από χώρα σε χώρα, επομένως δεν έχουν αντικειμενικό κύρος και είναι ανάξιοι σεβασμού. Για τον λόγο αυτό, ακριβώς, κανένα δικαστήριο δεν είναι αρμόδιο να κρίνει τις πράξεις κάποιου, ούτε και οποιαδήποτε εξουσία έχει το δικαίωμα να καθορίζει τη ζωή των ανθρώπων. Θυμόμαστε εδώ την παρρησία με την οποία απάντησε σαν ίσος προς ίσο ο Διογένης στον Μέγα Αλέξανδρο, όταν τον ρώτησε τι επιθυμεί να κάνει γι’ αυτόν: «Να πας πιο πέρα, γιατί μου κρύβεις τον ήλιο».

 Το χρήμα είναι κι αυτό άχρηστο και επιζήμιο και απερίφραστα ο Διογένης πρόσταζε: «Καταστρέψτε το νόμισμα». Κι έχει σημασία να θυμηθούμε εδώ πως οι λέξεις «νόμισμα» και «νόμος» έχουν στην ελληνική την ίδια ρίζα. Και τον πόλεμο τον καυτηρίασε ο Διογένης με τον δικό του, ιδιότυπο τρόπο: Οι Κορίνθιοι προετοιμάζονταν πυρετωδώς για να πολεμήσουν τον Φίλιππο της Μακεδονίας και για να μη φανεί ότι ο Διογένης μένει άπρακτος, πήρε κι αυτός το πιθάρι του και άρχισε να το τσουλάει πάνω κάτω! Η ισχύουσα ηθική δεν θα ξέφευγε βεβαίως από το στόχαστρο του καυστικού φιλόσοφου και ήταν τέτοια η περιφρόνηση για τους κοινωνικούς κανόνες και η αναισχυντία του που δεν δίσταζε να συνευρίσκεται με κοινές γυναίκες στη μέση του δρόμου.

Ο Διογένης άφησε πίσω του μαθητές που ακολούθησαν τον ίδιο τρόπο ζωής και καυτηρίασαν έμπρακτα την αφύσικη και τεχνητή ζωή του πολιτισμού. Από τους πιο γνωστούς συνεχιστές του είναι ο Κράτης o Θηβαίος, που έζησε ως επαίτης, έχοντας μάλιστα στο πλευρό του την Ιππαρχία, κοπέλα από αρχοντική οικογένεια και αδελφή τού επίσης Κυνικού Μητροκλή.

Ο Κυνισμός μας εκπλήσσει όχι μόνο με τις ανατρεπτικές αρχές του, αλλά και με τη μακροβιότητά του. Το 362 μ.Χ. ο αυτοκράτορας του Βυζαντίου Ιουλιανός γράφει σε κάποιον σύγχρονό του Κυνικό, τον Ηράκλειο, αναφερόμενος στον επίσης Κυνικό Οινόμαο, που έζησε τα ρωμαϊκά χρόνια: «Αυτός λοιπόν είναι ο στόχος του, να υπονομεύσει κάθε σεβασμό προς τους θεούς, να γελοιοποιήσει όλη την ανθρώπινη σοφία, να ποδοπατήσει όλους τους νόμους για την τιμή και τη δικαιοσύνη και επιπλέον, να ποδοπατήσει εκείνους τους νόμους οι οποίοι χαράχτηκαν από τους θεούς στις ψυχές μας... Οι ληστές βρίσκουν καταφύγιο σε έρημες περιοχές, ενώ αντίθετα οι Κυνικοί πηγαινοέρχονται ανάμεσά μας, υπονομεύοντας τους κοινωνικούς θεσμούς».

Η αθηναϊκή δημοκρατία

Οι Κυνικοί λοιπόν, που ζούσαν σαν τα σκυλιά (κύων=σκύλος) και «γάβγιζαν» για την πλάνη των συνανθρώπων τους και τις ανόητες κοινωνικές συμβάσεις, υπήρξαν ξεκάθαρα, όπως και οι Στωικοί, οι «αναρχικοί» της αρχαιότητας. Ούτε όμως οι Κυνικοί ούτε οι Στωικοί κατάφεραν ν’ αλλάξουν την κοινωνία και να τη θεμελιώσουν πάνω σε αναρχικά ιδεώδη. Αυτό ωστόσο το είχε ήδη πετύχει πριν από αυτούς ο αθηναϊκός δήμος. Κι αν αυτό ακούγεται απίστευτο, αρκεί να αναλογιστούμε πώς λειτουργούσε η αθηναϊκή πολιτεία. Ποιοι έπαιρναν τις αποφάσεις; Ποιοι ψήφιζαν νόμους; Ποιοι δίκαζαν; Σε κάθε απάντηση θα βρούμε τους Αθηναίους πολίτες, τον ίδιο τον λαό.

Με τις μεταρρυθμίσεις του Σόλωνα, του Κλεισθένη (6ος αι. π.Χ.), του Εφιάλτη και του Περικλή (5ος αι. π.Χ.), η εξουσία πέρασε σταδιακά εξ ολοκλήρου στα χέρια του αθηναϊκού δήμου και μόνο το δικαστήριο του Αρείου Πάγου παρέμεινε στους ευγενείς, διατηρώντας ωστόσο περιορισμένες αρμοδιότητες. Από τον Σόλωνα ήδη θεσπίστηκε η Ηλιαία, λαϊκό δικαστήριο που το αποτελούσαν 6.000 πολίτες, εκλεγμένοι με κλήρο, και που απέκτησε μεγάλη δύναμη τα επόμενα χρόνια.
Με κλήρο πάλι ορίζονταν τα μέλη της Βουλής, η οποία επόπτευε και συντόνιζε οτιδήποτε αφορούσε τον δημόσιο βίο: θέματα εξωτερικής και εσωτερικής πολιτικής, θρησκευτικές εκδηλώσεις, διαχείριση των δημόσιων οικονομικών, πολεμική προπαρασκευή. Τέλος, επεξεργαζόταν τα θέματα που θα υποβάλλονταν για συζήτηση στην εκκλησία του δήμου. Για το αθηναϊκό πολίτευμα είχε τόσο μεγάλη σημασία το να μπορούν να συμμετέχουν στη Βουλή ακόμη και οι πιο απλοί πολίτες, ώστε είχε οριστεί και χρηματική αποζημίωση για τους βουλευτές κατά τη διάρκεια της θητείας τους.
Η καρδιά βέβαια της αθηναϊκής δημοκρατίας ήταν η εκκλησία του δήμου, στην οποία συμμετείχαν όλοι οι Αθηναίοι πολίτες άνω των 20 ετών. Συνεδρίαζε τακτικά και εκτάκτως περίπου 40 φορές τον χρόνο και οι δικαιοδοσίες της ήταν περισσότερες και από αυτές μιας σύγχρονης δημοκρατικής κυβέρνησης: ψήφιζε νόμους, εξέλεγε κάποιους άρχοντες, επέβαλλε ποινές ακόμη και θανατικές, εξόριζε ή δήμευε την περιουσία επικίνδυνων πολιτών, ακύρωνε αποφάσεις δικαστηρίων, έλεγχε τα όργανα της διοίκησης, αποφάσιζε την κήρυξη πολέμου ή τη σύναψη ειρήνης, οργάνωνε τις πολεμικές επιχειρήσεις, καθόριζε την οικονομική πολιτική του κράτους. Η απεριόριστη δύναμη των πολιτών φαίνεται και από τη διαδικασία του οστρακισμού, με τον οποίο οι Αθηναίοι ύστερα από ψηφοφορία εξόριζαν για 10 χρόνια όποιον θεωρούσαν απειλή για τη δημοκρατία τους.

Ο τελευταίος μοχλός του αθηναϊκού πολιτεύματος ήταν οι δέκα στρατηγοί. Εκλέγονταν από την εκκλησία του δήμου και είχαν μονοετή θητεία, στο τέλος της οποίας λογοδοτούσαν ενώπιον του λαού. Αν και είχαν τέτοιο δυναμισμό και κύρος, ώστε να μπορούν να πείθουν τα πλήθη, ήταν απλώς εκτελεστικά όργανα της λαϊκής βούλησης, την οποία έπρεπε να ικανοποιούν, καθώς ο έλεγχος από τους πολίτες και τη Βουλή ήταν διαρκής και ασφυκτικός.

Αν και το αθηναϊκό πολίτευμα ονομαζόταν δημοκρατία, καταλαβαίνουμε από τα παραπάνω ότι λειτουργούσε πολύ διαφορετικά από τη δημοκρατία των σύγχρονων κρατών. Βεβαίως, στην Αθήνα υπήρχαν εξουσίες, νόμοι και ιδιοκτησία, υπήρχαν δηλαδή όλοι εκείνοι οι θεσμοί που έχουν συγκεντρώσει τα πυρά των αναρχικών. Από την άλλη πλευρά, όμως, η αθηναϊκή δημοκρατία βασίστηκε στην ολοκληρωτική και παντοειδή συμμετοχή του λαού στη δημόσια ζωή ―το κύριο αίτημα των αναρχικών έφτασε κοντά στην πραγμάτωση του αναρχισμού περισσότερο από κάθε άλλο πολίτευμα στην ιστορία της ανθρωπότητας.

Η «Αντιγόνη» του Σοφοκλή

Αυτή η πολιτεία ήταν που ενέπνευσε την πνευματική της αφρόκρεμα να υμνήσει την αναρχική φύση του ανθρώπου που εκδηλώνεται πανίσχυρη, όταν το απαιτήσουν οι περιστάσεις. Ο Σοφοκλής δημιούργησε μια Αντιγόνη που δεν φοβάται να συντρίψει την έπαρση του βασιλιά Κρέοντα, ο οποίος θέλησε να καταπατήσει το φυσικό δίκαιο με μία ανόσια διαταγή (να μείνει άταφος ο Πολυνείκης, αδελφός της Αντιγόνης). Η Αντιγόνη επιλέγει χωρίς δεύτερη σκέψη να υποταγεί στους άγραφους νόμους και να θάψει τον αδελφό της, θυσιάζοντας τη ζωή της. Κι όταν έκπληκτος ο Κρέων τη ρωτά πώς είχε το θράσος να παραβεί τη διαταγή του, εκείνη, πάντα αγέρωχη μα και ανθρώπινη, του απαντά: 
 
Δεν ήταν ο Δίας που με διέταξε
ούτε η Δίκη που κατοικεί μαζί με τους θεούς του κάτω κόσμου
όρισε τέτοιους νόμους στους ανθρώπους.
Ούτε και πίστευα πως οι δικές σου διαταγές έχουν τόση δύναμη ώστε εσύ, αν και θνητός,
να μπορείς να περιφρονείς τους άγραφους κι ακλόνητους νόμους των θεών.
Γιατί αυτοί δεν υπάρχουν μόνο σήμερα και χθες, αλλά από πάντα κι ούτε κανείς γνωρίζει πότε φάνηκαν. 

Εγώ λοιπόν, δεν είχα σκοπό από φόβο μπροστά στην έπαρση ενός ανθρώπου, να τους παραβώ και να τιμωρηθώ ενώπιον των θεών.

Η Αντιγόνη οδηγείται στον θάνατο με ηρωικό μεγαλείο, ενώ ο Κρέων, ολοκληρωτικά συντετριμμένος, απομένει μια άθλια σκιά του εαυτού του, κραυγάζοντας σιωπηλά ότι η σύγκρουση με το άγραφο δίκαιο είναι μονόδρομος που οδηγεί στην καταστροφή.

Αριστοφάνης

Αναρχική διαμαρτυρία βρίσκουμε και στα τρία αντιπολεμικά έργα του Αριστοφάνη.
Στους «Αχαρνής» ο καυστικός κωμωδιογράφος απευθύνει έκκληση στους συμπολίτες του για μαζική πολιτική ανυπακοή ως πίεση για τον τερματισμό του Πελοποννησιακού Πολέμου. Στην «Ειρήνη» οι άνθρωποι του λαού απελευθερώνουν την έγκλειστη σε σπηλιά ειρήνη και βάζουν τέλος στον πολυετεή πόλεμο. Στη «Λυσιστράτη», τέλος, οι γυναίκες όλης της Ελλάδας κηρύσσουν σεξουαλική απεργία ως αντίποινα για τον πόλεμο και αναγκάζουν τους άνδρες σε ειρήνη. Οι πολεμοκάπηλοι και οι πολιτικοί, που «για να βρίσκουν τον τρόπο να κλέβουν / ξεσηκώνουν γι’ αυτό αναμπουμπούλες», μπαίνουν στην άκρη και ο ίδιος ο λαός με επαναστατικό οίστρο παίρνει τη ζωή στα χέρια του και ορίζει τη μοίρα του.

Σωκράτης και Πλάτωνας

Τέλος, Αθηναίοι φιλόσοφοι άφησαν στη σκέψη τους και μια χαραμάδα για τον αναρχισμό, παρότι ο στοχασμός και ο τρόπος ζωής τους απείχαν πολύ από ανάλογα ιδεώδη. Ο Σωκράτης δεν πρόδωσε την ατομική του συνείδηση ούτε όταν άκουσε από το στόμα των δικαστών του την καταδικαστική απόφαση σε βάρος του. Δεν προσπάθησε με την απολογία του να ευχαριστήσει το ακροατήριό του ούτε και ζήτησε άφεση αμαρτιών, αντίθετα στους δικαστές που τον καταδίκασαν σε θάνατο απάντησε με νηφάλια αξιοπρέπεια: «Δεν θεώρησα πως για τον κίνδυνο του θανάτου έπρεπε να κάνω οτιδήποτε ανελεύθερο, ούτε τώρα μετανιώνω για την απολογία μου, αλλά προτιμώ πολύ περισσότερο να πεθάνω με τέτοια απολογία, παρά να ζήσω με άλλο τρόπο». 

Και ο Πλάτων, αν και στην ιδεατή Πολιτεία του δέχεται τη διάκριση των πολιτών και την εξουσία, απαγορεύει εντούτοις την προσωπική περιουσία και παραγκωνίζει τους νόμους. Στη θέση των τελευταίων δεν βάζει φυσικά την αναρχία ούτε καν τη δημοκρατία που επίσης αντιπαθούσε, αλλά τους άρχοντες. Και όμως, το επιχείρημα που χρησιμοποιεί στον «Πολιτικό» του θα μπορούσαμε κάλλιστα να το ακούσουμε από το στόμα ενός αναρχικού: «Δεν θα μπορούσε ποτέ ο νόμος να συμπεριλάβει το καλύτερο και ταυτόχρονα το δικαιότερο για όλους με ακρίβεια, έτσι ώστε να εκδίδει τις πιο ωφέλιμες διαταγές... (δεν μπορεί) να βγάζει για ένα ζήτημα κάποιον απλό κανόνα που να ισχύει για όλες τις περιπτώσεις και για πάντα». Ψήγματα αναρχικής σκέψης συναντούμε και σε άλλους Έλληνες φιλοσόφους, όπως στον Αρίστιππο τον Κυρηναίο και στον Επίκουρο. 

 Κοινός παρονομαστής παραμένει η υπεροχή της φυσικής εξουσίας του ατόμου έναντι της κρατικής, με έμφαση όμως εδώ στη σημασία της ηδονής. Με όλες πάντως τις διαφορές και τα γενικότερα φιλοσοφικά πλαίσια που περιβάλλουν τα αναρχικά κηρύγματα της αρχαιότητας, γεγονός είναι ότι ο αναρχισμός βρήκε την αρχή και δόμησε τις αρχές του χάρη στο όχι πάντα αναρχικό, αλλά οπωσδήποτε άναρχο πνεύμα των Ελλήνων.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
―Αδριανόπουλος Αντώνιος, Αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι, Alvin Redman Hellas, Αθήνα 1971.
―Κωσταράς Γρηγόριος, Φιλοσοφική προπαιδεία, Αθήνα 1991.
―Στεφανόπουλος Κάδμος, Αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι, Αθήνα 1976.
―Ferrero-Nevinson-Marshal κ.ά., Αρχαία Ελλάδα και αναρχισμός, Ελεύθερος Τύπος, Αθήνα 1996.    


                  istoria.gr     

Μινώταυρος και Θησέας


Ένας από τους διασημότερους μύθους της ελληνικής μυθολογίας είναι αυτός του Μινώταυρου και της πάλης του με το Θησέα μέσα στον Λαβύρινθο. Αυτόν τον μύθο  περιγράφουμε σε αυτό το άρθρο.

Σπαρτιάτες

Ο Λεωνίδας στις Θερμοπύλες
Σπαρτιάτες: Οι κάτοικοι της αρχαίας Σπάρτης και ειδικότερα οι έχοντες πλήρη πολιτικά δικαιώματα. Συχνά ο όρος ταυτίζεται λανθασμένα με τον ευρύτερο όρο Λακεδαιμόνιοι και αναφέρεται στους κατοίκους ολόκληρης της περιοχής της Λακεδαίμονος ή Λακωνικής (εννοείται χώρας), περίπου στα όρια του σημερινού Νομού Λακωνίας, με σημαντικές αυξομειώσεις κατά περιόδους. Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι ο όρος «Λακωνία» ως όνομα της ευρύτερης περιοχής της Σπάρτης, άρχισε να χρησιμοποιείται προς το τέλος των ρωμαϊκών χρόνων (βλ. Paul Cartledge: Sparta and Laconia – "Routledge" London 2002, σελ. 4).

Μετά την κατάληψη της Λακεδαίμονος από τους Δωριείς, γύρω στο 1125 π.Χ. οι νέοι κυρίαρχοι της περιοχής θα εγκατασταθούν κυρίως στις εκτάσεις της εύφορης κοιλάδας του μέσου ρου του ποταμού Ευρώτα, όπως αποκαλύπτουν τα αρχαιολογικά ευρήματα. Οι κατακτημένοι πληθυσμοί θα μετατραπούν σε δουλοπάροικους, οι οποίοι ονομάζονταν Είλωτες, ονομασία που προήλθε είτε από τους υποδουλωθέντες κατοίκους του Έλους, μιας κώμης στην νότια Λακωνική, είτε από την ρίζα μιας λέξης που σημαίνει «αιχμάλωτος» (βλ. Oswyn Murray: Early Greece – “Fontana Press” London 1993, σελ. 163).

Σύμφωνα με την παράδοση, αρχηγός του τμήματος των Δωριέων που κατέλαβαν την Λακωνική, ήταν ο Αριστόδημος (Αριστόδαμος, στην Δωρική διάλεκτο), ο οποίος θα αποβιώσει την εποχή της εισβολής. Θα τον διαδεχθούν οι δίδυμοι γιοι του, Ευρυσθένης και Προκλής και στην συνέχεια οι γιοι τους, Άγις και Ευρυπών αντίστοιχα, που θα βασιλεύσουν ο καθένας στην περιοχή του, με έδρες στις κώμες Πιτάνη και Λίμνες.

Η Σπάρτη θα δημιουργηθεί αργότερα, με την συνένωση αρχικά τεσσάρων γειτονικών οικισμών (κώμες). Σε πρώτη φάση η Πιτάνη θα συνενωθεί με τις Λίμνες. Έτσι ερμηνεύεται και ο θεσμός της διπλής Βασιλείας, που προέκυψε από την συμφωνία του βασιλικού Οίκου των Αγιαδών, που είχαν έδρα τους την Πιτάνη, με τον βασιλικό Οίκο των Ευρυπωντιδών των Λιμνών, γεγονός που επιβεβαιώνεται από την παραδοσιακή ταφή των βασιλέων στα κοιμητήρια που υπήρχαν στις αντίστοιχες κώμες (Ιστορία Ελληνικού Έθνους - "Εκδοτική Αθηνών" τομ. Β΄, σελ. 31).

Στην συνέχεια, θα προστεθεί και μια τρίτη κώμη, η Μεσόα, μεταξύ Λιμνών και Πιτάνης, ενώ ένα μέρος των Δωριέων κατοίκων της και των Αχαιών που είχαν απομείνει, θα μεταναστεύσουν στην Αχαΐα, όπου θα ιδρύσουν την Μεσόα ή Μεσάτιδα (βλ. λήμμα Αχαιοί). Στην διάρκεια της βασιλείας των γιων του Άγιδος και Ευρυπώντος, του Εχέστρατου και του Πρυτάνεως αντίστοιχα, οι κάτοικοι ενός άλλου γειτονικού οικισμού (κώμης), της Κυνόσουρας ή Κονόουρας, οι οποίοι ήσαν μάλλον Αχαιοί και δημιουργούσαν προβλήματα, θα εκδιωχθούν και οι νέοι κάτοικοι που θα εγκατασταθούν εκεί, θα συγχωνευθούν ως πολίτες της τέταρτης κώμης στην Σπάρτη.

Αργότερα, μεταξύ 800-750 π.Χ. θα κατακτηθούν και οι Αμύκλες και οι Δωριείς που θα εγκατασταθούν εκεί θα συμφωνήσουν να αποτελέσουν την πέμπτη κώμη (ωβή), που θα συναποτελέσει την αρχαία Σπάρτη (βλ. Cartledge, 2002, σελ. 90-93).

Αυτοί υπήρξαν οι πραγματικοί Σπαρτιάτες. Οι υπόλοιποι κάτοικοι της Λακωνικής, οι Περίοικοι, δεν είχαν πλήρη πολιτικά δικαιώματα όπως οι Σπαρτιάτες και η προέλευσή τους δεν ήταν ενιαία. Κυρίως όμως ήσαν απόγονοι των Δωριέων κατακτητών, που διέμεναν σε κώμες εκτός της Σπάρτης. Περίοικοι και Σπαρτιάτες αποτελούσαν τους Λακεδαιμόνιους των κλασσικών χρόνων.

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι είχαν προηγηθεί κατακτήσεις εδαφών στα βόρεια της περιοχής που εξουσίαζαν οι Σπαρτιάτες, πιθανόν για αμυντικούς λόγους έναντι των Αρκάδων που απειλούσαν τα βόρεια σύνορα της Λακωνικής. Αυτήν την υπόθεση ενισχύει και το γεγονός ότι μετά την κατάκτηση της Πελλάνας και της Σελλασίας (β΄ μισό του 10ου αιώνα π.Χ.) και αργότερα της περιοχής της Αιγύτιδος (τέλη 9ου αιώνα π.Χ.), οι Σπαρτιάτες όχι μόνον δεν οικειοποιήθηκαν τις γαίες τους, αλλά κατέστησαν τους κατοίκους «περιοίκους».
Αρχαία Λακωνική και επεκτάσεις
Κατά την παράδοση (Ηρόδοτος Α΄ 65, Θουκυδίδης Α΄ 18), η περίοδος μέχρι το 800 π.Χ. περίπου, χαρακτηριζόταν από εσωτερικές διαμάχες και έριδες (στάσις), που είχαν ως αποτέλεσμα να επικρατεί αναρχία (κακονομία). Τότε, με μια εσωτερική μεταβολή, που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως επανάσταση, θεσπίσθηκαν αυστηροί Νόμοι και επικράτησε επιτέλους εσωτερική ηρεμία (ευνομία). Αυτοί οι Νόμοι είχαν αποδοθεί σε μια σπουδαία προσωπικότητα, στον περίφημο Νομοθέτη Λυκούργο, αλλά σήμερα αμφισβητείται η ύπαρξή του ως ιστορικού προσώπου.

Το γεγονός αυτό (η μετατροπή της Σπάρτης σε ευνομούμενη Πολιτεία), τοποθετείται από τον Θουκυδίδη «λίγο περισσότερο από 400 χρόνια» από την έκρηξη του Πελοποννησιακού πολέμου (404 π.Χ.) δηλ. γύρω στο 810 π.Χ. περίπου. Με αυτήν την χρονολογία συμφωνούν και οι νεώτεροι ερευνητές, αλλά υποστηρίζουν ότι η κατάκτηση των Αμυκλών προηγήθηκε αυτού του γεγονότος, με αποτέλεσμα να τοποθετούν τα δύο γεγονότα στο διάστημα μεταξύ των ετών 830-810 π.Χ. (βλ. Cambridge Ancient History Vol. III part 1, σελ. 737).

Η περίοδος 775-650 π.Χ. θεωρείται η εποχή της αναδιοργάνωσης και της αναγέννησης του Σπαρτιατικού κράτους. Με τις πολιτειακές, πολιτικές και στρατιωτικές μεταρρυθμίσεις που προηγήθηκαν, η Σπάρτη θα αναδειχθεί στα μέσα του 8ου αιώνα π.Χ. «σε μια από τις πλέον προηγμένες κοινότητες της ηπειρωτικής Ελλάδος» (Cartledge, 2002 σελ. 99).
Συνοψίζουμε τις σπουδαιότερες μεταβολές:

α. Η παραδοσιακή διαίρεση των Δωριέων σε Υλλείς, Δυμάνες και Παμφύλους, αντικαταστάθηκε με την υποδιαίρεση των Σπαρτιατών σε πέντε «Φυλές», στους Λιμναείς, Κυνοουρείς, Πιτανάτες, Μεσοάτες και Αμυκλαείς που αντιστοιχούσαν στις πέντε κώμες (ωβές) που συναπετέλεσαν την Σπάρτη. Κάθε «Φυλή» εξέλεγε έναν Έφορο, που την εκπροσωπούσε στην διακυβέρνηση της πόλης.
β. Δημιουργήθηκε ο θεσμός της 30μελούς Γερουσίας, την οποία αποτελούσαν 28 ισόβια μέλη που εκλέγονταν από τις αριστοκρατικές οικογένειες της Σπάρτης και 2 «αρχαγέτες», δηλ. οι δύο βασιλείς.
γ. Ο λαός συμμετείχε στην διακυβέρνηση με την υποχρεωτική σύγκληση μιας Συνέλευσης όλων των πολιτών, την «Απέλλα», που συνεδρίαζε τακτικά σε καθορισμένο χρόνο και τόπο.

Σύμφωνα με την παράδοση, οι ουσιαστικές μεταβολές στο πολίτευμα της Σπάρτης (εκτός του μετέπειτα θεσμού των 5 Εφόρων), οι «Νόμοι του Λυκούργου», προέκυψαν μετά από έναν χρησμό του Μαντείου των Δελφών, που είναι γνωστός ως η «Μεγάλη Ρήτρα»:

«Διός Συλλανίου και Αθανάς Συλλανίας ιερόν ιδρυσάμενος, φυλάς φυλάξαντα και ωβάς ωβάξαντα τριάκοντα γερουσίαν συν αρχαγέταις καταστήσαντα, ώρας εξ ώρας απελλάζειν μεταξύ Βαβύκας και Κνακιώνος. ούτως εισφέρειν τε και αφίστασθαι. δάμω ταν κυρίαν ήμεν και κράτος. αι δε σκολιάν ο δάμος έροιτο, τως πρεσβυγενέας και αρχαγέτας αποστατήρας ήμεν»

«Ίδρυσε (ώ, Σπάρτη) ένα ιερό του Διός των Ελλήνων και της Αθηνάς των Ελλήνων. Δημιούργησε (νέες) φυλές και κώμες, ίδρυσε μια Γερουσία με τριάντα μέλη μαζί με τους αρχηγέτες (βασιλείς), διατήρησε την Σύναξη από εποχή σε εποχή μεταξύ Βαβύκας και Κνακιώνος και κάτω από αυτές τις συνθήκες φρόντισε οι συζητήσεις και οι αποφάσεις να παραμείνουν δικαίωμα των πολιτών» (βλ. την ιδιαιτέρως ενδιαφέρουσα ανάλυση για την «Ρήτρα του Λυκούργου» στο Παράρτημα VI του κλασσικού έργου της Kathleen Chrimes: Ancient Sparta, Manchester University Press 1949).

Με την νίκη των Σπαρτιατών στον Α΄ Μεσσηνιακό πόλεμο (735-715 π.Χ.), η Σπάρτη θα προσαρτήσει ορισμένα μεσσηνιακά εδάφη και θα δώσει έτσι κάποια διέξοδο στον πλεονάζοντα πληθυσμό της. Οι νικημένοι Μεσσήνιοι θα υποβιβασθούν σε Είλωτες και πολλοί θα προτιμήσουν να μεταναστεύσουν στην Ιταλία όπου θα λάβουν μέρος στον αποικισμό του Ρηγίου και του Μεταποντίου.

Η Σπάρτη όμως είχε ήδη καταλάβει την κάτω κοιλάδα του Ευρώτα και μέχρι το 750 π.Χ. περίπου, είχε αποκτήσει τον έλεγχο ολόκληρης της περιοχής μεταξύ του Πάρνωνα και του Ταϋγέτου. Θα πρέπει να υπενθυμίσουμε στο σημείο αυτό, ότι το ισχυρότερο Δωρικό κράτος εκείνης της εποχής ήταν το Άργος, το οποίο κατείχε την Θυρεάτιδα (σημερινή περιοχή του Άστρους της Κυνουρίας), την Κυνουρία και την χερσόνησο μέχρι το ακρωτήριο Μαλέας, καθώς και τα Κύθηρα.

Οι Αργείοι θα κατατροπώσουν τους Σπαρτιάτες στην μάχη των Υσιών (669 π.Χ.) και σε συνδυασμό με τα εσωτερικά προβλήματα που είχαν προηγηθεί (αρχές 7ου αιώνα π.Χ.), θα δώσουν πιθανόν μια εικόνα αδυναμίας, γεγονός που ενεθάρρυνε τους Μεσσηνίους να επαναστατήσουν. Αυτή η εκτεταμένη εξέγερση αποτελεί την αρχή του Β΄ Μεσσηνιακού πολέμου, για τον οποίον όμως δεν διαθέτουμε επαρκή στοιχεία. Φαίνεται ότι η Σπάρτη διέτρεξε μεγάλο κίνδυνο, αλλά θα καταφέρει στο τέλος να επιβληθεί. Ο πόλεμος έληξε στα μέσα περίπου του 7ου αιώνα π.Χ. αλλά η αναταραχή θα συνεχισθεί μέχρι το 600 π.Χ. οπότε θα υποκύψουν και οι τελευταίες εστίες αντιδράσεως (Ι.Ε.Ε. τομ. Β΄ σελ. 222).

Η περίοδος μετά το 650 π.Χ. αποτελεί την εποχή της σταθεροποίησης του Σπαρτιατικού κράτους και η εποχή που θα τεθούν τα θεμέλια του μετέπειτα «Σπαρτιατικού θαύματος». Ήδη από τα τέλη του 7ου αιώνα διαπιστώνεται άνοδος των Τεχνών και της οικονομικής δραστηριότητος μέσα στην Λακωνική. Οι χάλκινοι λέβητες και τρίποδες αποτελούν τα ωραιότερα προϊόντα των αρχαϊκών ελληνικών χαλκουργείων. Τα λακωνικά αγγεία, που συνδύαζαν απλότητα στην διακόσμηση και αντοχή, θα αποκτήσουν μεγάλη φήμη.

Εκεί όμως που οι Σπαρτιάτες καλλιτέχνες θα αποδειχθούν ανυπέρβλητοι ήταν η επεξεργασία του ελεφαντόδοντος, που το προμηθεύονταν από τις αγορές της Μέσης Ανατολής. Το δεύτερο μισό του 7ου αιώνα π.Χ. θα σημειωθεί το απόγειο της γλυπτικής σε ελεφαντόδοντο (Cartledge, 2002 σελ. 117), ενώ παράλληλα τα προϊόντα της Σπάρτης θα γίνουν περιζήτητα όχι μόνον στις ελληνικές πόλεις και αποικίες, αλλά και στις ξένες χώρες της Μεσογείου.

Η οικονομική ευμάρεια και η βαθμιαία στρατιωτική ισχυροποίηση της Σπάρτης θα έχει ως αποτέλεσμα να αποσπάσει από το Άργος τα Κύθηρα και την Κυνουρία αρχικά και στην συνέχεια την Θυρεάτιδα, μετά από την συντριπτική νίκη των Σπαρτιατών επί των Αργείων το 547/546 π.Χ. Στους κατοίκους των νέων κτήσεων δόθηκε το καθεστώς των Περιοίκων.


Έχοντας αποκτήσει και τον πλήρη έλεγχο της Μεσσηνίας, το Σπαρτιατικό κράτος θα κατέχει πλέον άμεσα τα 2/5 ολόκληρης της Πελοποννήσου, ενώ μέσω της «Πελοποννησιακής Συμμαχίας» θα ελέγχει όλη την υπόλοιπη Πελοπόννησο (εκτός της Αχαΐας), μέχρι τα σύνορα της Αττικής.

Στην διάρκεια των Περσικών πολέμων στις αρχές του 5ου π.Χ. αιώνα, η Σπάρτη θα αποδείξει στα πεδία των μαχών τις αρετές της και την ανυπέρβλητη στρατιωτική ισχύ της (στην ένδοξη ήττα των Θερμοπυλών το 480 π.Χ. και ιδίως στην μάχη των Πλαταιών, 479 π.Χ.) και με το τέλος του Πελοποννησιακού πολέμου (431-404 π.Χ.) θα αναδειχθεί σε κυρίαρχη δύναμη ολόκληρου του ελληνικού κόσμου.

Τα εσωτερικά όμως προβλήματα του σπαρτιατικού κράτους, που θα επιτείνουν οι εξεγέρσεις των Ειλώτων (όπως στην αιματηρή εξέγερση μετά τον καταστρεπτικό σεισμό του 464 π.Χ.), δεν θα αργήσουν να φανερωθούν. Η εσωτερική κρίση θα ξεσπάσει κυρίως μετά την μάχη των Λεύκτρων (371 π.Χ.), όπου οι Σπαρτιάτες και οι Σύμμαχοί τους θα υποστούν μια ταπεινωτική ήττα από τους Θηβαίους, την νέα ανερχόμενη δύναμη στον ελλαδικό χώρο. Ο βασιλεύς Κλεόμβροτος, ο γιος του Κλεώνυμος, οι στρατηγοί Δείνων και Σφοδρίας, καθώς και 1000 Λακεδαιμόνιοι και 400 Σπαρτιάτες θα πέσουν στο πεδίο της μάχης. Ως άμεση συνέπεια της ήττας, η Μεσσηνία θα αποκτήσει την ανεξαρτησία της μετά από τέσσερις περίπου αιώνες, μια οδυνηρή εδαφική απώλεια για την Σπάρτη.

Η οριστική κατάρρευση της Σπάρτης όμως θα επέλθει μετά την μάχη της Μαντινείας (362 π.Χ.), όπου οι Θηβαίοι, παρά τον θάνατο του Επαμεινώνδα, θα θριαμβεύσουν. Το αποτέλεσμα της μάχης, αν και έθεσε οριστικά την Σπάρτη στο περιθώριο και ανέδειξε την Θήβα ως αδιαφιλονίκητη Μεγάλη Δύναμη, προκάλεσε δυστυχώς ακόμη μεγαλύτερη σύγχυση στα ελλαδικά πράγματα, κατά την περίφημη εκτίμηση του Ξενοφώντος (Ελληνικά, Ζ΄ 5. 27).

Η Σπάρτη θα υποστεί επί πλέον εδαφικές απώλειες μετά την εχθρική στάση που κράτησε απέναντι στον Φίλιππο Β΄ της Μακεδονίας, ο οποίος θα της αποσπάσει σημαντικές εδαφικές εκτάσεις, που θα αποδοθούν στους αντιπάλους των Σπαρτιατών.

Το μεγαλύτερο όμως πρόβλημα της Σπάρτης ήταν η δραματική μείωση του αριθμού των πολιτών της (ολιγανθρωπία), που σύμφωνα με τον Πλούταρχο (Άγις, 5. 6), ήσαν λίγο περισσότεροι από 700 όταν ο Άγις Δ΄ ανέβηκε στον θρόνο (244 π.Χ.).

Ακόμη χειρότερη ήταν η εσωτερική κοινωνική και οικονομική κατάσταση της Σπάρτης, όπου το πολίτευμα του Λυκούργου είχε εκφυλισθεί και αποτελούσε πλέον νεκρό γράμμα. Η προσπάθεια του Άγι Δ΄ να αναστηλώσει την χώρα με μια μεγάλη αγροτική μεταρρύθμιση, που είχε χαρακτήρα κοινωνικής επανάστασης, θα πέσει στο κενό και ο ίδιος θα εκτελεστεί (241 π.Χ.). Η προσπάθεια θα συνεχισθεί μερικά χρόνια αργότερα από τον βασιλέα Κλεομένη Γ΄, αλλά χωρίς ουσιαστικό αποτέλεσμα.

Η χαριστική βολή στην Σπάρτη δόθηκε μετά την μάχη της Σελλασίας (222 π.Χ.), όπου τα μακεδονικά και συμμαχικά στρατεύματα επί κεφαλής των οποίων ήταν ο βασιλεύς Αντίγονος Γ΄ Δώσων, θα συντρίψουν τα στρατεύματα της Σπάρτης. Όπως αναφέρεται: " Ὁ Κλεομένης Γ´ διέφυγε μέ λίγους ἱππεῖς στήν Σπάρτη καί ἀπό ἐκεῖ στήν Αἴγυπτο, συμβουλεύοντας τούς κατοίκους τῆς πόλης νά παραδοθοῦν. Ὁ θριαμβευτής Ἀντίγονος Γ´ Δώσων εἰσῆλθε στήν Σπάρτη καί συμπεριφέρθηκε μέ ἐξαιρετικό τρόπο στούς κατοίκους".

Η πόλη της Σπάρτης θα καταληφθεί για πρώτη φορά από την Δωρική κατάκτηση της περιοχής. Η χώρα θα υπαχθεί στην διοίκηση ενός Μακεδόνα κυβερνήτη. Το άμεσο αποτέλεσμα της μάχης της Σελλασίας, εκτός από τις νέες απώλειες εδαφών, ήταν δεκαπέντε χρόνια πολιτικού και κοινωνικού χάους (Cartledge, 2002, σελ. 274).

Η ανάμειξη της Ρώμης στις ελληνικές υποθέσεις, θα περιπλέξει ακόμη περισσότερο την κατάσταση για την Σπάρτη. Το 206 π.Χ. οι Σπαρτιάτες θα πάρουν το μέρος των Ρωμαίων εναντίον της Αχαϊκής Συμπολιτείας. Την ίδια χρονιά τις τύχες της Σπάρτης θα αναλάβει ένας νέος κοινωνικός επαναστάτης, ο Ευρυπωντίδης βασιλεύς Νάβις, που θα επιχειρήσει άμεσες και ριζοσπαστικές αλλαγές. Επί μια δεκαετία περίπου η Σπάρτη θα απολαύσει κοινωνική γαλήνη και αξιόλογη πρόοδο.

Ο Νάβις όμως θα διαπράξει ένα σοβαρό λάθος με την ένταξή του στο φιλομακεδονικό στρατόπεδο το 197 π.Χ. και την αποδοχή της παραχώρησης του Άργους από τον Φίλιππο Ε΄ της Μακεδονίας.

Η ήττα των Μακεδόνων στις Κυνός Κεφαλές θα συμπαρασύρει την Σπάρτη και τις μεταρρυθμίσεις του Νάβιδος, με την απελευθέρωση όλων των περιοχών των Περιοίκων και την αφαίρεση του ελέγχου τους από την Σπάρτη.

Ο Νάβις θα αποβιώσει το 192 π.Χ. ενώ λίγα χρόνια πριν από τον θάνατό του, οι απελευθερωμένες πόλεις των Περιοίκων θα ταχθούν με το μέρος της Ρώμης και θα ιδρύσουν το «Κοινόν των Λακεδαιμονίων». Η Σπάρτη θα διατηρήσει το κοινωνικο-οικονομικό καθεστώς της Λυκούργειας νομοθεσίας και τους ελάχιστους εναπομείναντες Είλωτες μέχρι το 188 π.Χ. οπότε η Αχαϊκή Συμπολιτεία θα τα καταργήσει βιαίως.

Με την οριστική κατάκτηση της Ελλάδος από τους Ρωμαίους το 146 π.Χ. και την διάλυση της Αχαϊκής Συμπολιτείας, η Σπάρτη θα ευνοηθεί λόγω της φιλορωμαϊκής στάσης που είχε κρατήσει και θα ανακτήσει ένα μικρό τμήμα από τα παλαιά της εδάφη. Οι Σπαρτιάτες θα εμπλακούν στον εμφύλιο πόλεμο μεταξύ Αντωνίου και Οκταβιανού, διαλέγοντας την σωστή παράταξη, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα να έχουν την εύνοια του Οκταβιανού Αυγούστου, ο οποίος θα ανακηρυχθεί αυτοκράτωρ (27 π.Χ. – 14 μ.Χ.). Πιθανόν το 27 π.Χ. με απόφαση του αυτοκράτορος Οκταβιανού, η Λακωνία διαιρέθηκε σε δύο πολιτικές οντότητες: Την διευρυμένη εδαφικά Σπάρτη και το «Κοινόν των Ελευθερολακώνων», αποτελούμενο αρχικά από 24 μέλη (κώμες).

Σύντομα η χώρα θα περιπέσει στην αφάνεια μιας ασήμαντης πολίχνης στην περιφέρεια του ρωμαϊκού κόσμου και όπως αναφέρει χαρακτηριστικά κάποιος νεώτερος ερευνητής (Rawson 1969, παρατίθεται στον Cartledge, 2002, σελ. 277): «…ο μέσος Ρωμαίος ακούγοντας την λέξη Λακωνία, την συνέδεε πρωταρχικά με τα κυνηγετικά σκυλιά, τα εξαίσια μάρμαρα και την πορφύρα που εξήγαγε, δευτερευόντως δε, πιθανόν και με το δωμάτιο ζεστού αέρα των λουτρών, που ονομάζονταν λακωνικόν…».

Από το «Λεξικό των Αρχαίων Ελληνικών και περι-Ελλαδικών φύλων» (Θεσσαλονίκη 2002 - Β΄ έκδοση συμπληρωμένη) του Δημήτρη Ε. Ευαγγελίδη

ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ ΝΤΟΚΙΜΑΝΤΕΡ: Αρχαίοι Έλληνες, οι πρωτοπόροι της επιστήμης!

Ένα εκπληκτικό ντοκιμαντέρ του αστροφυσικού, αστρονόμου και κοσμολόγου Καρλ Σάγκαν με θέμα την επιστήμη στην αρχαία Ελλάδα.

Οι Χάριτες της ελληνικής μυθολογίας


Οι Χάριτες στην αρχαιότητα συμβόλιζαν ό,τι πιο ευγενικό, όμορφο και αγνό υπήρξε ποτέ στη Γη. Ήταν το ιδανικό της σεμνότητας, της άψογης συμπεριφοράς και της ευπροσηγορίας.

Ο καλλωπισμός στην Κλασσική Ελλάδα


Στην κλασική Ελλάδα τις γυναίκες τις απασχολούσε ιδιαίτερα ο καλλωπισμός. Τη γυναικεία φιλαρέσκεια διακωμώδησαν άλλωστε, και οι κωμωδιογράφοι της εποχής, όπως ο Αντιφάνης:

ΟΛΥΜΠΙΑΔΑ ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΝΕΥΜΑ


Όπως πολύ σωστά έγραψε κάποιος : « Άλλοι λαοί λάτρεψαν στους θεούς τους το πνεύμα και άλλοι την ύλη. Οι Έλληνες λάτρεψαν το σημείο της ισορροπίας τους: