Σαπφώ η Λυρική Ποιήτρια της αρχαιότητας
Ο ΒΙΟΣ ΤΗΣ ΣΑΠΦΟΥΣ
Η Σαπφώ (αιολικά Ψάπφα), γεννήθηκε κοντά στα 630πχχ στην Ερεσσό της Λέσβου. Ήταν σύγχρονη του λυρικού ποιητή Αλκαίου και του τυράννου της Μυτιλήνης, Πιττακού. Πατέρας της αναφέρεται ο αριστοκράτης Σκαμανδρώνυμος και μητέρα της η Κλεΐς. Είχε τρεις αδελφούς, τον Λάριχο, τον Χάραξο και τον Ευρύγιο. Ο Λάριχος ήταν οινοχόος στο πρυτανείο της πόλης(τιμητική θέση), ενώ ο Χάραξος έφυγε στην Αίγυπτο για εμπόριο, όπου ερωτεύτηκε την όμορφη εταίρα Ροδώπη ή Δωρίχα και εξαγόρασε την ελευθερία της, με αντάλλαγμα την περιουσία του. Η Σαπφώ τον μαλώνει γι αυτό, σε κάποιο ποίημά της.
Ο φιλόσοφος Μάξιμος ο Τύριος (β΄ μισό του 2ου αι. μχχ), την περιγράφει ως μικρόσωμη και μελαχροινή («μικρά και μέλαινα»). Έλαβε πολύ καλή μόρφωση και αναδείχθηκε δεξιοτέχνης στη λύρα. Σύμφωνα με το λεξικό Σούδα, πιθανότατα παντρεύτηκε έναν πλούσιο από την Άνδρο, τον Κερκύλα, με τον οποίο απέκτησε μια κόρη, που ονομάστηκε Κλεΐδα, παίρνοντας το όνομα της γιαγιάς της, σύμφωνα με το έθιμο της εποχής. Λόγω πολιτικών αναταραχών στη Λέσβο, που οδήγησαν την αριστοκρατία του νησιού σε εξορία, η Σαπφώ κατέφυγε προσωρινά στη Σικελία. Μετά την κατάλυση της τυραννίας, επέστρεψε στη Λέσβο.
Τα παραπάνω μας πληροφορούν ότι οι γυναίκες μετείχαν στην πολιτική και κοινωνική ζωή της πόλης και λάμβαναν αγωγή και παιδεία αντίστοιχη των ανδρών. Παράλληλα, στη Λέσβο άνθιζε η μουσική και η ποίηση, καθώς ο Τέρπανδρος, διάσημος κιθαρωδός, ήταν αυτός που ίδρυσε στο νησί την πρώτη σχολή -ή ρεύμα- λυρικής ποίησης(πρώτο βραβείο στην επτάχορδη λύρα στα πρώτα Κάρνεια και σε τέσσερεις Πυθικούς αγώνες και δημιουργός μουσικής γραφής, για την ομοιόμορφη εκτέλεση διαφόρων μουσικών κομματιών).
Σ’ αυτό το πλαίσιο, η Σαπφώ ίδρυσε τη φημισμένη της Σχολή, παρέχοντας ταυτόχρονα με τις μουσικές γνώσεις και κοινωνική μόρφωση. Ως "αντίτεχνές" της, δηλαδή γυναίκες που έκαναν το ίδιο, αναφέρονται η Γοργώ, η Ανδρομέδα και η Μίκα. Συγκέντρωσε γύρω της νεαρές από την αριστοκρατία του νησιού, των Μικρασιατικών πόλεων, της Σαλαμίνας, της Αττικής και άλλες περιοχές του Ελλαδικού χώρου, για να τους διδάξει την τέχνη της μουσικής και της ποίησης. Η αφοσίωση στις Μούσες, όπως διαφαίνεται στην ποίησή της, είναι η μόνη σταθερή αξία των ανθρώπων, γιατί μέσα από τις τέχνες που προστατεύουν, η ψυχή μετουσιώνεται, αναπτερώνεται και αγγίζει το ύψιστο νόημα, τον Έρωτα, που συνοδεύει πάντα τη θεά Αφροδίτη.
Ο θρύλος λέει ότι η Σαπφώ, λόγω του ανεκπλήρωτου έρωτά της για τον όμορφο νέο Φάωνα, που την απέρριψε και την εγκατέλειψε, έπεσε από τα βράχια της Λευκάδας, στη θάλασσα (563 πχχ).
Μετά τον θάνατό της στην πατρίδα της Λέσβο, έκοψαν νόμισμα με τη μορφή της. Στις Συρακούσες και στην Πέργαμο στήθηκαν αγάλματά της, ενώ στις Συρακούσες κατασκευάστηκε και ένα κενοτάφιο σε ανάμνησή της.
Η ΛΥΡΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΣΑΠΦΟΥΣ-Η ΔΕΚΑΤΗ ΜΟΥΣΑ
Η Σαπφώ θεωρείται με την ποίησή της, που ήταν γραμμένη στην αιολική διάλεκτο, ως η σημαντικότερη λυρική ποιήτρια της αρχαιότητας. Προήγαγε την τοπική καλλιτεχνική παράδοση και μάλιστα αναφέρεται ότι εφηύρε την πηκτίδα(πολύχορδο μουσικό όργανο) και την μειξολυδιστί αρμονία(θρηνητική, λυπητερή μελωδία), ο δε στίχος της είναι μετρική μορφή που καλλιεργήθηκε και επιβλήθηκε από την ίδια.
Η ποίηση της Σαπφούς είναι καθαρά λυρική και εκφράζει αισθητικά εσωτερικές καταστάσεις, μέσα από επιβλητικές εικόνες και μεταφορές, αντιθέσεις και παρομοιώσεις. Τα επίθετα που χρησιμοποιεί, δίνουν περισσή ενέργεια στην έννοια που συνοδεύουν: η αλμυρή θάλασσα, η πολύωτος νύχτα, το ιμερόφωνο αηδόνι και ο λυσιμελής και αλγεσίδωρος έρωτας. Η ιδιαίτερη τοπική διάλεκτος που χρησιμοποιεί, κάνει τα κείμενά της πολύ μελωδικά και κάποιοι λόγιοι υποστηρίζουν ότι γι αυτό την είπαν μούσα, αλλά όποιος έχει ακούσει πώς σχεδόν "τραγουδούν" ακόμα τις καθημερινές τους κουβέντες οι "παλιότεροι", σίγουρα θα καταλάβει πως τόσους αιώνες, η μουσική και ποιητική παράδοση στο νησί, καλά κρατεί.
Ο Πλάτων την ονόμασε «σοφή» και «δέκατη Μούσα», ο Ανακρέων «ηδυμελή», ο Λουκιανός «μελιxρόν καύχημα Λεσβίων», οι Ιουλιανός και Αντίπατρος, «θηλυκό Όμηρο» και «τιμή Λεσβίων γυναικών», ενώ ο Στράβων «θαυμαστόν τέρας». Ο Οράτιος στη 2η Ωδή του μας λέει ότι ακόμα και οι νεκροί στον κάτω κόσμο ακούν τα τραγούδια της με θαυμασμό, σε ιερή σιγή.
Σε μεταγενέστερη όμως εποχή, οι Αττικοί κωμωδιογράφοι τη δυσφήμησαν για ομοφυλοφιλικές τάσεις (εξ ου και ο όρος λεσβία). Αφορμή για τις φήμες υπήρξε πιθανόν το ότι η Σαπφώ εκδήλωνε έντονο συναισθηματισμό προς τις μαθήτριές της. Έχει αναφερθεί ότι είχε ερωτευτεί γυναικεία πρόσωπα στο περιβάλλον της(την Ατθίδα, την Τελέσιππα, την Μεγάρα και πολλές άλλες). Μολονότι κανένας από τους συγγραφείς δεν αναφέρει κάτι σχετικό μέχρι την εποχή του Αριστοτέλη, οι κρίσεις αυτές για τη Σαπφώ επικράτησαν.
Η ΔΙΑΣΩΣΗ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΤΗΣ
Η καταστροφική πυρκαγιά, που αφάνισε τη Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας, η ανθελληνική νομοθεσία του Θεοδόσιου και τα μίση που ξεσήκωσε, αποδεκάτισαν την αρχαία Ελληνική Γραμματεία.
Ωστόσο, τον 7ο αι. μχχ τα ποιήματα της Σαπφούς εξακολουθούσαν ακόμη να διαβάζονται στην Αίγυπτο. Το 1073 οι εκκλησιαστικές αρχές του Βυζαντίου και της Ρώμης διέταξαν να καούν όλες οι κλασσικές Βιβλιοθήκες της Ρώμης και της Κωνσταντινούπολης και βέβαια και όλα τα βιβλία που είχαν απομείνει με τα ερωτικά ποιήματα της Σαπφούς, με συνέπεια τα ελάχιστα αποσπάσματα (τυχαία ευρήματα αρχαιολογικών ανασκαφών το 1897 και αργότερα παλίμψηστες περγαμηνές που βρέθηκαν να γεμίζουν φτωχές μούμιες στις αρχές του 21ου αι. κι ακόμα δεν έχουν μελετηθεί πλήρως), που σώζονται σήμερα, να καλύπτουν ένα πολύ μικρό ποσοστό του συνολικού της έργου. Την εποχή των Κομνηνών, η Πατριαρχική Σχολή περιελάμβανε στην ύλη της ποιητές όπως η Σαπφώ και ο Πίνδαρος, είναι όμως πιθανό, πολλά από τα έργα της να χάθηκαν, λόγω της μη αντιγραφής τους, εξαιτίας του περιεχομένου τους.
Οι Αλεξανδρινοί γραμματικοί είχαν κατατάξει τα ποιήματά της σε εννιά βιβλία, κυρίως με βάση το μέτρο τους. Από τα ποιήματά της, που συνέλεξαν και δημοσίευσαν, τα πιο διάσημα ήταν οι Ύμνοι και τα Επιθαλάμια. Ίσως κανένας άλλος λογοτέχνης δεν μπορεί να συγκριθεί με τη Σαπφώ στην ομορφιά της σκέψης, στον μελωδικό της στίχο και στην ένταση των αισθημάτων της.
Εκτός από μικρά αποσπάσματα, έχουν διασωθεί ολόκληρα, μόνο ένας Ύμνος στην Αφροδίτη («Ποικιλόθρον' αθάνατ' Αφροδίτα»), η Ωδή «Ότωι τις έραται» και ένα αναφερόμενο στο μύθο της Ηούς (Αυγής) και του Τιθωνού, που ανακαλύφθηκε από αποκατάσταση παπύρου της Οξυρρύγχου και εκδόθηκε το 2005. Αυτά υπάρχουν μεταφρασμένα στις περισσότερες ευρωπαϊκές γλώσσες. Υπολογίζεται ότι το σύνολο των ποιημάτων της ήταν περίπου όσο η μισή Ιλιάδα.
Η Σαπφώ (αιολικά Ψάπφα), γεννήθηκε κοντά στα 630πχχ στην Ερεσσό της Λέσβου. Ήταν σύγχρονη του λυρικού ποιητή Αλκαίου και του τυράννου της Μυτιλήνης, Πιττακού. Πατέρας της αναφέρεται ο αριστοκράτης Σκαμανδρώνυμος και μητέρα της η Κλεΐς. Είχε τρεις αδελφούς, τον Λάριχο, τον Χάραξο και τον Ευρύγιο. Ο Λάριχος ήταν οινοχόος στο πρυτανείο της πόλης(τιμητική θέση), ενώ ο Χάραξος έφυγε στην Αίγυπτο για εμπόριο, όπου ερωτεύτηκε την όμορφη εταίρα Ροδώπη ή Δωρίχα και εξαγόρασε την ελευθερία της, με αντάλλαγμα την περιουσία του. Η Σαπφώ τον μαλώνει γι αυτό, σε κάποιο ποίημά της.
Ο φιλόσοφος Μάξιμος ο Τύριος (β΄ μισό του 2ου αι. μχχ), την περιγράφει ως μικρόσωμη και μελαχροινή («μικρά και μέλαινα»). Έλαβε πολύ καλή μόρφωση και αναδείχθηκε δεξιοτέχνης στη λύρα. Σύμφωνα με το λεξικό Σούδα, πιθανότατα παντρεύτηκε έναν πλούσιο από την Άνδρο, τον Κερκύλα, με τον οποίο απέκτησε μια κόρη, που ονομάστηκε Κλεΐδα, παίρνοντας το όνομα της γιαγιάς της, σύμφωνα με το έθιμο της εποχής. Λόγω πολιτικών αναταραχών στη Λέσβο, που οδήγησαν την αριστοκρατία του νησιού σε εξορία, η Σαπφώ κατέφυγε προσωρινά στη Σικελία. Μετά την κατάλυση της τυραννίας, επέστρεψε στη Λέσβο.
Τα παραπάνω μας πληροφορούν ότι οι γυναίκες μετείχαν στην πολιτική και κοινωνική ζωή της πόλης και λάμβαναν αγωγή και παιδεία αντίστοιχη των ανδρών. Παράλληλα, στη Λέσβο άνθιζε η μουσική και η ποίηση, καθώς ο Τέρπανδρος, διάσημος κιθαρωδός, ήταν αυτός που ίδρυσε στο νησί την πρώτη σχολή -ή ρεύμα- λυρικής ποίησης(πρώτο βραβείο στην επτάχορδη λύρα στα πρώτα Κάρνεια και σε τέσσερεις Πυθικούς αγώνες και δημιουργός μουσικής γραφής, για την ομοιόμορφη εκτέλεση διαφόρων μουσικών κομματιών).
Σ’ αυτό το πλαίσιο, η Σαπφώ ίδρυσε τη φημισμένη της Σχολή, παρέχοντας ταυτόχρονα με τις μουσικές γνώσεις και κοινωνική μόρφωση. Ως "αντίτεχνές" της, δηλαδή γυναίκες που έκαναν το ίδιο, αναφέρονται η Γοργώ, η Ανδρομέδα και η Μίκα. Συγκέντρωσε γύρω της νεαρές από την αριστοκρατία του νησιού, των Μικρασιατικών πόλεων, της Σαλαμίνας, της Αττικής και άλλες περιοχές του Ελλαδικού χώρου, για να τους διδάξει την τέχνη της μουσικής και της ποίησης. Η αφοσίωση στις Μούσες, όπως διαφαίνεται στην ποίησή της, είναι η μόνη σταθερή αξία των ανθρώπων, γιατί μέσα από τις τέχνες που προστατεύουν, η ψυχή μετουσιώνεται, αναπτερώνεται και αγγίζει το ύψιστο νόημα, τον Έρωτα, που συνοδεύει πάντα τη θεά Αφροδίτη.
Ο θρύλος λέει ότι η Σαπφώ, λόγω του ανεκπλήρωτου έρωτά της για τον όμορφο νέο Φάωνα, που την απέρριψε και την εγκατέλειψε, έπεσε από τα βράχια της Λευκάδας, στη θάλασσα (563 πχχ).
Μετά τον θάνατό της στην πατρίδα της Λέσβο, έκοψαν νόμισμα με τη μορφή της. Στις Συρακούσες και στην Πέργαμο στήθηκαν αγάλματά της, ενώ στις Συρακούσες κατασκευάστηκε και ένα κενοτάφιο σε ανάμνησή της.
Η ΛΥΡΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΣΑΠΦΟΥΣ-Η ΔΕΚΑΤΗ ΜΟΥΣΑ
Η Σαπφώ θεωρείται με την ποίησή της, που ήταν γραμμένη στην αιολική διάλεκτο, ως η σημαντικότερη λυρική ποιήτρια της αρχαιότητας. Προήγαγε την τοπική καλλιτεχνική παράδοση και μάλιστα αναφέρεται ότι εφηύρε την πηκτίδα(πολύχορδο μουσικό όργανο) και την μειξολυδιστί αρμονία(θρηνητική, λυπητερή μελωδία), ο δε στίχος της είναι μετρική μορφή που καλλιεργήθηκε και επιβλήθηκε από την ίδια.
Η ποίηση της Σαπφούς είναι καθαρά λυρική και εκφράζει αισθητικά εσωτερικές καταστάσεις, μέσα από επιβλητικές εικόνες και μεταφορές, αντιθέσεις και παρομοιώσεις. Τα επίθετα που χρησιμοποιεί, δίνουν περισσή ενέργεια στην έννοια που συνοδεύουν: η αλμυρή θάλασσα, η πολύωτος νύχτα, το ιμερόφωνο αηδόνι και ο λυσιμελής και αλγεσίδωρος έρωτας. Η ιδιαίτερη τοπική διάλεκτος που χρησιμοποιεί, κάνει τα κείμενά της πολύ μελωδικά και κάποιοι λόγιοι υποστηρίζουν ότι γι αυτό την είπαν μούσα, αλλά όποιος έχει ακούσει πώς σχεδόν "τραγουδούν" ακόμα τις καθημερινές τους κουβέντες οι "παλιότεροι", σίγουρα θα καταλάβει πως τόσους αιώνες, η μουσική και ποιητική παράδοση στο νησί, καλά κρατεί.
Ο Πλάτων την ονόμασε «σοφή» και «δέκατη Μούσα», ο Ανακρέων «ηδυμελή», ο Λουκιανός «μελιxρόν καύχημα Λεσβίων», οι Ιουλιανός και Αντίπατρος, «θηλυκό Όμηρο» και «τιμή Λεσβίων γυναικών», ενώ ο Στράβων «θαυμαστόν τέρας». Ο Οράτιος στη 2η Ωδή του μας λέει ότι ακόμα και οι νεκροί στον κάτω κόσμο ακούν τα τραγούδια της με θαυμασμό, σε ιερή σιγή.
Σε μεταγενέστερη όμως εποχή, οι Αττικοί κωμωδιογράφοι τη δυσφήμησαν για ομοφυλοφιλικές τάσεις (εξ ου και ο όρος λεσβία). Αφορμή για τις φήμες υπήρξε πιθανόν το ότι η Σαπφώ εκδήλωνε έντονο συναισθηματισμό προς τις μαθήτριές της. Έχει αναφερθεί ότι είχε ερωτευτεί γυναικεία πρόσωπα στο περιβάλλον της(την Ατθίδα, την Τελέσιππα, την Μεγάρα και πολλές άλλες). Μολονότι κανένας από τους συγγραφείς δεν αναφέρει κάτι σχετικό μέχρι την εποχή του Αριστοτέλη, οι κρίσεις αυτές για τη Σαπφώ επικράτησαν.
Η ΔΙΑΣΩΣΗ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΤΗΣ
Η καταστροφική πυρκαγιά, που αφάνισε τη Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας, η ανθελληνική νομοθεσία του Θεοδόσιου και τα μίση που ξεσήκωσε, αποδεκάτισαν την αρχαία Ελληνική Γραμματεία.
Ωστόσο, τον 7ο αι. μχχ τα ποιήματα της Σαπφούς εξακολουθούσαν ακόμη να διαβάζονται στην Αίγυπτο. Το 1073 οι εκκλησιαστικές αρχές του Βυζαντίου και της Ρώμης διέταξαν να καούν όλες οι κλασσικές Βιβλιοθήκες της Ρώμης και της Κωνσταντινούπολης και βέβαια και όλα τα βιβλία που είχαν απομείνει με τα ερωτικά ποιήματα της Σαπφούς, με συνέπεια τα ελάχιστα αποσπάσματα (τυχαία ευρήματα αρχαιολογικών ανασκαφών το 1897 και αργότερα παλίμψηστες περγαμηνές που βρέθηκαν να γεμίζουν φτωχές μούμιες στις αρχές του 21ου αι. κι ακόμα δεν έχουν μελετηθεί πλήρως), που σώζονται σήμερα, να καλύπτουν ένα πολύ μικρό ποσοστό του συνολικού της έργου. Την εποχή των Κομνηνών, η Πατριαρχική Σχολή περιελάμβανε στην ύλη της ποιητές όπως η Σαπφώ και ο Πίνδαρος, είναι όμως πιθανό, πολλά από τα έργα της να χάθηκαν, λόγω της μη αντιγραφής τους, εξαιτίας του περιεχομένου τους.
Οι Αλεξανδρινοί γραμματικοί είχαν κατατάξει τα ποιήματά της σε εννιά βιβλία, κυρίως με βάση το μέτρο τους. Από τα ποιήματά της, που συνέλεξαν και δημοσίευσαν, τα πιο διάσημα ήταν οι Ύμνοι και τα Επιθαλάμια. Ίσως κανένας άλλος λογοτέχνης δεν μπορεί να συγκριθεί με τη Σαπφώ στην ομορφιά της σκέψης, στον μελωδικό της στίχο και στην ένταση των αισθημάτων της.
Εκτός από μικρά αποσπάσματα, έχουν διασωθεί ολόκληρα, μόνο ένας Ύμνος στην Αφροδίτη («Ποικιλόθρον' αθάνατ' Αφροδίτα»), η Ωδή «Ότωι τις έραται» και ένα αναφερόμενο στο μύθο της Ηούς (Αυγής) και του Τιθωνού, που ανακαλύφθηκε από αποκατάσταση παπύρου της Οξυρρύγχου και εκδόθηκε το 2005. Αυτά υπάρχουν μεταφρασμένα στις περισσότερες ευρωπαϊκές γλώσσες. Υπολογίζεται ότι το σύνολο των ποιημάτων της ήταν περίπου όσο η μισή Ιλιάδα.