Η μάχη στα Γαυγάμηλα
Δίχως άλλο, η μάχη στα Γαυγάμηλα υπήρξε μια από τις
σημαντικότερες μάχες που δόθηκαν στην αρχαιότητα και ταυτόχρονα μια μάχη
που χάρισε στον Ελληνικό πολιτισμό οικουμενικές διαστάσεις. Κατέχοντας
ήδη τα παράλια της Αν. Μεσογείου και έχοντας εξουδετερώσει τον περσικό
στόλο, ο Αλέξανδρος ήταν έτοιμος να περάσει στη Μεσοποταμία.
Πριν ξεκινήσει, χρειάστηκε να καταστείλει την εξέγερση των Ιουδαίων της Σαμάρειας που είχαν κάψει ζωντανό τον Ανδρόμαχο, στρατηγό της περιοχής (Κούρτιος IV 5, 9 και 8, 9-11). Η σύρραξη, σύμφωνα με τα δεδομένα της εποχής, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί παγκόσμια, μια και οι σημαντικότεροι λαοί τού τότε γνωστού κόσμου πήραν μέρος με το ένα ή το άλλο στρατόπεδο.
Έτσι, η μάχη στα Γαυγάμηλα – όπως έλαβε την ονομασία της από ένα πλησίον του πεδίου της μάχης χωριό – είναι η τελευταία και μεγαλύτερη μάχη που έδωσε ο Μακεδόνας βασιλιάς Αλέξανδρος Γ’ το 331 π.Χ. Σε αυτήν την καθοριστική για την τύχη της Ασίας, αλλά και του αρχαίου κόσμου, μάχη, ανατράπηκαν παγιωμένοι συσχετισμοί δυνάμεων χάρη στην ολοκληρωτική νίκη του νεαρού Αλέξανδρου, που συνέτριψε την τελευταία δυνατότητα αντίστασης του Μεγάλου Βασιλέα, στη θυελλώδη εφόρμησή του για την κατάληψη της αυτοκρατορίας των Αχαιμενιδών.
Πριν από τη μεγάλη μάχη Ο Αλέξανδρος, αφού πέρασε τον Τίγρη, άφησε τον στρατό του να ξεκουραστεί για μια μέρα. Την επομένη και με το στράτευμα να έχει πάρει μιαν ανάσα, πέρασε μέσα από την Ασσυρία. Τέσσερις μέρες μετά τη διάβαση του ποταμού και ενώ βρισκόταν πλησίον της πόλεως Νινευή, οι ανιχνευτές του τον πληροφόρησαν ότι αντελήφθησαν στην πεδιάδα κινήσεις ιππέων.
Ο Αλέξανδρος αμέσως συνέταξε το στράτευμα «ως ες μάχην» και συνέχισε την πορεία του. Νέα αναφορά των ανιχνευτών πληροφόρησε τον Αλέξανδρο ότι οι ιππείς ήταν περίπου 1.000. Αμέσως συνέταξε τη βασιλική ίλη, μία ακόμα από τους εταίρους και μερικούς από το ελαφρύ ιππικό των Παιόνων.
Με αυτήν τη δύναμη επιτέθηκε εναντίον του εχθρικού ιππικού. Πριν το τρέψει σε φυγή, κατάφερε να αιχμαλωτίσει μερικούς ιππείς και να τους αποσπάσει πληροφορίες σχετικά με τα στρατεύματα του Δαρείου.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες, ο Δαρείος βρισκόταν στρατοπεδευμένος με όλες του τις δυνάμεις στην πεδιάδα των Γαυγαμήλων, κοντά στον ποταμό Βούμωδο. Τότε, ο Αλέξανδρος οργάνωσε στρατόπεδο, μη παραλείποντας να λάβει τα απαιτούμενα μέτρα προφύλαξης, μια και ο εχθρός βρισκόταν σε απόσταση μόλις 12 χιλιομέτρων. Πριν αποφασίσει τη μεγάλη σύγκρουση, ξεκούρασε τον στρατό του για τέσσερις μέρες. Περί αριθμών Οι βασιλείς στρατηγοί παρέταξαν τις δυνάμεις τους ο ένας απέναντι στον άλλο, σύμφωνα με τα σχέδιά τους και τους υπολογισμούς τους.
Όπως αναφέρει ο Αρριανός, ο Μεγάλος Βασιλιάς μπήκε στο κέντρο της στρατιάς του έχοντας το γενικό πρόσταγμα της μάχης σε 40.000 χιλιάδες ιππείς και 1.000.000 πεζούς (σύμφωνα με τον Διόδωρο, σε 200.000 ιππείς και 800.000 χιλιάδες πεζούς). Ο Πλούταρχος ανεβάζει το σύνολο της στρατιάς (ιππείς και πεζούς) στο 1.000.000, ο Ιουστίνος στις 500.000 και, τέλος, ο Κούρτιος σε 45.000 χιλιάδες ιππείς και 200.000 χιλιάδες πεζούς.
Αρριανός, Διόδωρος και Κούρτιος κάνουν λόγο και για 200 δρεπανηφόρα άρματα, ενώ μόνο ο Αρριανός αναφέρεται και σε 15 πολεμικούς ελέφαντες. Ακόμα κι αν δεχτούμε τους υπολογισμούς του Κούρτιου, ο στρατός του Δαρείου ήταν υπερβολικά μεγάλος. Απέναντι σε αυτήν την τεράστια στρατιά, το στράτευμα του Αλέξανδρου, σύμφωνα με τον Αρριανό, μόλις έφτανε τους 7.000 ιππείς και τους 40.000 πεζούς.
Τη συντριπτική αριθμητική υπεροχή των Περσών ισοσκέλιζε ο στρατός του Αλέξανδρου ως προς τα ποιοτικά χαρακτηριστικά, ιδιαιτέρα δε ως προς την οργάνωση, την άσκηση, την πειθαρχία, την αντοχή και την πολεμική πείρα.
Η μάχη Ο Αλέξανδρος φρόντισε να παρατάξει τον στρατό του έτσι ώστε να αποτρέψει τον κίνδυνο υπερφαλαγγίσεώς του από τον κατά πολύ υπέρτερο, αριθμητικά, στρατό του αντιπάλου του. Έτσι, τοποθέτησε στα δυο άκρα της παρατάξεώς του πλαγιοφυλακές από ιππείς ιδίως και ψιλούς και παρέταξε πίσω από την κύρια γραμμή μια δεύτερη τάξη από πεζούς.
Η μάχη ξεκίνησε με τους Πέρσες να επιτίθενται στο δεξιό πλευρό των Ελλήνων. Η απάντηση του Αλέξανδρου ήταν να ενισχύσει τη δεξιά πλευρά με τους ιππείς. Καθώς κατευθυνόταν στα δεξιά, ο Αλέξανδρος δέχτηκε σφοδρή επίθεση από το ιππικό του Βήσσου. Αυτήν την επίθεση την αντιμετώπισε μόνο με τις δυνάμεις της πλαγιοφυλακής. Την ίδια στιγμή, ο Μαζαίος επιτέθηκε με λύσσα στο ιππικό του Παρμενίωνα.
Ωστόσο, η επίθεση του Βήσσου εναντίον του Αλέξανδρου δημιούργησε ρήγμα στο αριστερό μέρος της περσικής παράταξης. Από ’κεί διεισδύοντας ο Αλέξανδρος επιχείρησε ορμητική επίθεση εναντίον των θέσεων του ίδιου του Δαρείου, αναγκάζοντάς τον να τραπεί σε φυγή! Από την πλευρά του αντίπαλου στρατού, Ινδοί και Πέρσες ιππείς εκμεταλλεύτηκαν με τη σειρά τους το κενό που σχηματίστηκε στη μακεδονική φάλαγγα, πέρασαν μέσα από τη δεύτερη γραμμή και επιτεθήκαν στη φρουρά των σκευοφόρων.
Σύντομα όμως τμήματα της δεύτερης αυτής γραμμής του Αλέξανδρου τους επιτέθηκαν και τους ανάγκασαν να τραπούν σε φυγή. Η φυγή γενικεύτηκε και, όταν ο Αλέξανδρος έσπευσε προς ενίσχυση του Παρμενίωνα, η μάχη είχε ουσιαστικά λήξει. Ο Αλέξανδρος κατεδίωξε τους Πέρσες ώς τα Άρβηλα, ενώ ο Δαρείος κατόρθωσε να διαφύγει στη Μηδία, με φρουρά μερικών χιλιάδων ιππέων, τη στιγμή που ο Παρμενίων κυρίευε το στρατόπεδο των Περσών στα Γαυγάμηλα με τα σκευοφόρα, τις καμήλες και τους ελέφαντες. Η μάχη έληξε με τη συντριβή της μεγάλης στρατιάς.
Οι απώλειες υπήρξαν βαρύτατες για τους Πέρσες, ιδίως κατά την καταδίωξη – γιατί, όπως είναι γνωστό, εκεί σημειώνονται οι μεγάλες σφαγές και όχι τόσο στη διάρκεια της μάχης. Οι αρχαίες πηγές πρέπει να θεωρηθούν γενικά υπερβολικές. Ωστόσο, ο Αρριανός αναφέρει ότι οι νεκροί «ελέγοντο» 300.000 χιλιάδες και πολύ περισσότεροι οι αιχμάλωτοι.
Ο Διόδωρος κάνει λόγο για 90.000 χιλιάδες νεκρούς και ο Κούρτιος για 40.000, ο δε «Πάπυρος 1.798» της Οξυρύγχου για 53.000 χιλιάδες. Αντίθετα, οι αντίστοιχοι αριθμοί για τη στρατιά του Αλέξανδρου είναι 100 κατά τον Αρριανό, 500 κατά τον Διόδωρο και λιγότεροι από 300 κατά τον Κούρτιο. Κατά δε τον «Πάπυρο 1.798» της Οξυρύγχου, 1.000 πεζοί και 200 ιππείς.
Ο Διόδωρος επίσης αναφέρει ότι «τραυματίαι δ’ εγένοντο παμπληθείς» και ο Αρριανός ακόμα κάνει λόγο για πάνω από χίλιες απώλειες αλόγων, κυρίως κατά τη διάρκεια της καταδίωξης. «Έτσι τελείωσε αυτή η μάχη, όταν επώνυμος άρχων στην Αθήνα ήταν ο Αριστοφάνης, κατά τον μήνα Πυανεψιώνα· έτσι, βγήκε αληθινή η προφητεία του Αρίστανδρου, ότι η μάχη και η νίκη του Αλέξανδρου θα συμβεί τον ίδιο μήνα με την έκλειψη της σελήνης».
Αρριανός
Μετά τη νίκη στα Γαυγάμηλα, που έκρινε τον μεγάλο αγώνα του, ο Αλέξανδρος ανακηρύχτηκε από τη συνέλευση του στρατού του πιθανότατα «Βασιλεύς της Ασίας». Ο Αλέξανδρος συνέδεσε τη νίκη του με τις μεγάλες νίκες των Ελλήνων εναντίον των Περσών κατά τον 5ο αιώνα.
Διακήρυξε μάλιστα ότι θα ξαναχτίσει την πόλη των Πλαταιών, «ότι την χώραν οι πατέρες αυτών εναγωνίσασθαι τοις Έλλησιν υπέρ της ελευθερίας παρέσχων».
Ο ελληνιστικός πολιτισμός που θα ακολουθούσε, θα είχε μεγάλη επίδραση στη διαμόρφωση του νεότερου κόσμου, ενώ θα έδινε ταυτόχρονα μια «αιώνια» ώθηση στον ελληνισμό ευρύτερα, διατηρώντας τον σαν μια ζωντανή και ενεργή οντότητα ώς τις μέρες μας.
loutraki1.blogspot.gr
Πριν ξεκινήσει, χρειάστηκε να καταστείλει την εξέγερση των Ιουδαίων της Σαμάρειας που είχαν κάψει ζωντανό τον Ανδρόμαχο, στρατηγό της περιοχής (Κούρτιος IV 5, 9 και 8, 9-11). Η σύρραξη, σύμφωνα με τα δεδομένα της εποχής, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί παγκόσμια, μια και οι σημαντικότεροι λαοί τού τότε γνωστού κόσμου πήραν μέρος με το ένα ή το άλλο στρατόπεδο.
Έτσι, η μάχη στα Γαυγάμηλα – όπως έλαβε την ονομασία της από ένα πλησίον του πεδίου της μάχης χωριό – είναι η τελευταία και μεγαλύτερη μάχη που έδωσε ο Μακεδόνας βασιλιάς Αλέξανδρος Γ’ το 331 π.Χ. Σε αυτήν την καθοριστική για την τύχη της Ασίας, αλλά και του αρχαίου κόσμου, μάχη, ανατράπηκαν παγιωμένοι συσχετισμοί δυνάμεων χάρη στην ολοκληρωτική νίκη του νεαρού Αλέξανδρου, που συνέτριψε την τελευταία δυνατότητα αντίστασης του Μεγάλου Βασιλέα, στη θυελλώδη εφόρμησή του για την κατάληψη της αυτοκρατορίας των Αχαιμενιδών.
Πριν από τη μεγάλη μάχη Ο Αλέξανδρος, αφού πέρασε τον Τίγρη, άφησε τον στρατό του να ξεκουραστεί για μια μέρα. Την επομένη και με το στράτευμα να έχει πάρει μιαν ανάσα, πέρασε μέσα από την Ασσυρία. Τέσσερις μέρες μετά τη διάβαση του ποταμού και ενώ βρισκόταν πλησίον της πόλεως Νινευή, οι ανιχνευτές του τον πληροφόρησαν ότι αντελήφθησαν στην πεδιάδα κινήσεις ιππέων.
Ο Αλέξανδρος αμέσως συνέταξε το στράτευμα «ως ες μάχην» και συνέχισε την πορεία του. Νέα αναφορά των ανιχνευτών πληροφόρησε τον Αλέξανδρο ότι οι ιππείς ήταν περίπου 1.000. Αμέσως συνέταξε τη βασιλική ίλη, μία ακόμα από τους εταίρους και μερικούς από το ελαφρύ ιππικό των Παιόνων.
Με αυτήν τη δύναμη επιτέθηκε εναντίον του εχθρικού ιππικού. Πριν το τρέψει σε φυγή, κατάφερε να αιχμαλωτίσει μερικούς ιππείς και να τους αποσπάσει πληροφορίες σχετικά με τα στρατεύματα του Δαρείου.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες, ο Δαρείος βρισκόταν στρατοπεδευμένος με όλες του τις δυνάμεις στην πεδιάδα των Γαυγαμήλων, κοντά στον ποταμό Βούμωδο. Τότε, ο Αλέξανδρος οργάνωσε στρατόπεδο, μη παραλείποντας να λάβει τα απαιτούμενα μέτρα προφύλαξης, μια και ο εχθρός βρισκόταν σε απόσταση μόλις 12 χιλιομέτρων. Πριν αποφασίσει τη μεγάλη σύγκρουση, ξεκούρασε τον στρατό του για τέσσερις μέρες. Περί αριθμών Οι βασιλείς στρατηγοί παρέταξαν τις δυνάμεις τους ο ένας απέναντι στον άλλο, σύμφωνα με τα σχέδιά τους και τους υπολογισμούς τους.
Όπως αναφέρει ο Αρριανός, ο Μεγάλος Βασιλιάς μπήκε στο κέντρο της στρατιάς του έχοντας το γενικό πρόσταγμα της μάχης σε 40.000 χιλιάδες ιππείς και 1.000.000 πεζούς (σύμφωνα με τον Διόδωρο, σε 200.000 ιππείς και 800.000 χιλιάδες πεζούς). Ο Πλούταρχος ανεβάζει το σύνολο της στρατιάς (ιππείς και πεζούς) στο 1.000.000, ο Ιουστίνος στις 500.000 και, τέλος, ο Κούρτιος σε 45.000 χιλιάδες ιππείς και 200.000 χιλιάδες πεζούς.
Αρριανός, Διόδωρος και Κούρτιος κάνουν λόγο και για 200 δρεπανηφόρα άρματα, ενώ μόνο ο Αρριανός αναφέρεται και σε 15 πολεμικούς ελέφαντες. Ακόμα κι αν δεχτούμε τους υπολογισμούς του Κούρτιου, ο στρατός του Δαρείου ήταν υπερβολικά μεγάλος. Απέναντι σε αυτήν την τεράστια στρατιά, το στράτευμα του Αλέξανδρου, σύμφωνα με τον Αρριανό, μόλις έφτανε τους 7.000 ιππείς και τους 40.000 πεζούς.
Τη συντριπτική αριθμητική υπεροχή των Περσών ισοσκέλιζε ο στρατός του Αλέξανδρου ως προς τα ποιοτικά χαρακτηριστικά, ιδιαιτέρα δε ως προς την οργάνωση, την άσκηση, την πειθαρχία, την αντοχή και την πολεμική πείρα.
Η μάχη Ο Αλέξανδρος φρόντισε να παρατάξει τον στρατό του έτσι ώστε να αποτρέψει τον κίνδυνο υπερφαλαγγίσεώς του από τον κατά πολύ υπέρτερο, αριθμητικά, στρατό του αντιπάλου του. Έτσι, τοποθέτησε στα δυο άκρα της παρατάξεώς του πλαγιοφυλακές από ιππείς ιδίως και ψιλούς και παρέταξε πίσω από την κύρια γραμμή μια δεύτερη τάξη από πεζούς.
Η μάχη ξεκίνησε με τους Πέρσες να επιτίθενται στο δεξιό πλευρό των Ελλήνων. Η απάντηση του Αλέξανδρου ήταν να ενισχύσει τη δεξιά πλευρά με τους ιππείς. Καθώς κατευθυνόταν στα δεξιά, ο Αλέξανδρος δέχτηκε σφοδρή επίθεση από το ιππικό του Βήσσου. Αυτήν την επίθεση την αντιμετώπισε μόνο με τις δυνάμεις της πλαγιοφυλακής. Την ίδια στιγμή, ο Μαζαίος επιτέθηκε με λύσσα στο ιππικό του Παρμενίωνα.
Ωστόσο, η επίθεση του Βήσσου εναντίον του Αλέξανδρου δημιούργησε ρήγμα στο αριστερό μέρος της περσικής παράταξης. Από ’κεί διεισδύοντας ο Αλέξανδρος επιχείρησε ορμητική επίθεση εναντίον των θέσεων του ίδιου του Δαρείου, αναγκάζοντάς τον να τραπεί σε φυγή! Από την πλευρά του αντίπαλου στρατού, Ινδοί και Πέρσες ιππείς εκμεταλλεύτηκαν με τη σειρά τους το κενό που σχηματίστηκε στη μακεδονική φάλαγγα, πέρασαν μέσα από τη δεύτερη γραμμή και επιτεθήκαν στη φρουρά των σκευοφόρων.
Σύντομα όμως τμήματα της δεύτερης αυτής γραμμής του Αλέξανδρου τους επιτέθηκαν και τους ανάγκασαν να τραπούν σε φυγή. Η φυγή γενικεύτηκε και, όταν ο Αλέξανδρος έσπευσε προς ενίσχυση του Παρμενίωνα, η μάχη είχε ουσιαστικά λήξει. Ο Αλέξανδρος κατεδίωξε τους Πέρσες ώς τα Άρβηλα, ενώ ο Δαρείος κατόρθωσε να διαφύγει στη Μηδία, με φρουρά μερικών χιλιάδων ιππέων, τη στιγμή που ο Παρμενίων κυρίευε το στρατόπεδο των Περσών στα Γαυγάμηλα με τα σκευοφόρα, τις καμήλες και τους ελέφαντες. Η μάχη έληξε με τη συντριβή της μεγάλης στρατιάς.
Οι απώλειες υπήρξαν βαρύτατες για τους Πέρσες, ιδίως κατά την καταδίωξη – γιατί, όπως είναι γνωστό, εκεί σημειώνονται οι μεγάλες σφαγές και όχι τόσο στη διάρκεια της μάχης. Οι αρχαίες πηγές πρέπει να θεωρηθούν γενικά υπερβολικές. Ωστόσο, ο Αρριανός αναφέρει ότι οι νεκροί «ελέγοντο» 300.000 χιλιάδες και πολύ περισσότεροι οι αιχμάλωτοι.
Ο Διόδωρος κάνει λόγο για 90.000 χιλιάδες νεκρούς και ο Κούρτιος για 40.000, ο δε «Πάπυρος 1.798» της Οξυρύγχου για 53.000 χιλιάδες. Αντίθετα, οι αντίστοιχοι αριθμοί για τη στρατιά του Αλέξανδρου είναι 100 κατά τον Αρριανό, 500 κατά τον Διόδωρο και λιγότεροι από 300 κατά τον Κούρτιο. Κατά δε τον «Πάπυρο 1.798» της Οξυρύγχου, 1.000 πεζοί και 200 ιππείς.
Ο Διόδωρος επίσης αναφέρει ότι «τραυματίαι δ’ εγένοντο παμπληθείς» και ο Αρριανός ακόμα κάνει λόγο για πάνω από χίλιες απώλειες αλόγων, κυρίως κατά τη διάρκεια της καταδίωξης. «Έτσι τελείωσε αυτή η μάχη, όταν επώνυμος άρχων στην Αθήνα ήταν ο Αριστοφάνης, κατά τον μήνα Πυανεψιώνα· έτσι, βγήκε αληθινή η προφητεία του Αρίστανδρου, ότι η μάχη και η νίκη του Αλέξανδρου θα συμβεί τον ίδιο μήνα με την έκλειψη της σελήνης».
Αρριανός
Μετά τη νίκη στα Γαυγάμηλα, που έκρινε τον μεγάλο αγώνα του, ο Αλέξανδρος ανακηρύχτηκε από τη συνέλευση του στρατού του πιθανότατα «Βασιλεύς της Ασίας». Ο Αλέξανδρος συνέδεσε τη νίκη του με τις μεγάλες νίκες των Ελλήνων εναντίον των Περσών κατά τον 5ο αιώνα.
Διακήρυξε μάλιστα ότι θα ξαναχτίσει την πόλη των Πλαταιών, «ότι την χώραν οι πατέρες αυτών εναγωνίσασθαι τοις Έλλησιν υπέρ της ελευθερίας παρέσχων».
Ο ελληνιστικός πολιτισμός που θα ακολουθούσε, θα είχε μεγάλη επίδραση στη διαμόρφωση του νεότερου κόσμου, ενώ θα έδινε ταυτόχρονα μια «αιώνια» ώθηση στον ελληνισμό ευρύτερα, διατηρώντας τον σαν μια ζωντανή και ενεργή οντότητα ώς τις μέρες μας.
loutraki1.blogspot.gr