Για να ξεπλύνουν την ντροπή αυτή και για να ξαναπάρουν πίσω την Ελένη
και τους θησαυρούς, ξεσηκώθηκαν οι δύο γιοι του Ατρέα - ο ενδοξότατος
Αγαμέμνονας, ο οποίος ήταν ο μεγαλύτερος από τα αδέλφια και βασίλευε
στις Μυκήνες, και ο ξανθός, ο σχεδόν θεϊκός, Μενέλαος, ο βασιλιάς της
Σπάρτης, ο οποίος τους ξεπερνούσε όλους στο ανάστημα και στους φαρδιούς
ώμους, αλλά ήταν λιγομίλητος, πράος και συνετός.
Μαζί τους εκστράτευσαν οι καλύτεροι από όλους τους ήρωες της Ελλάδας,
κάτω από την ανώτατη εξουσία του Αγαμέμνονα. Από το Άργος έφτασε ο
τρομερός Διομήδης, ο γιος του Τυδέα, ο οποίος είχε διαπρέψει στο
παρελθόν στην εκστρατεία εναντίον της Θήβας από την Τύρινθα, ήρθε ο
Σθένελος, ο γιος του περίφημου Καπανέα• από την Πύλο, ο γλυκομίλητος
γέροντας, ο ιππότης Νέστορας, ο γιος του Νηλέα. Ο Νέστορας είχε πάρει
μαζί του το γιο του, το μαχητικό και υπομονετικό Αντίλοχο. Τους άνδρες
από το Δουλίχι και τις Εχινάδες οδηγούσε ο όμοιος με τον Άρη, Μέγης.
Από το Ιόνιο ήρθε ο βασιλιάς της Ιθάκης, ο πολυμήχανος και
πολυτάλαντος Οδυσσέας, ο γιος του Λαέρτη και εγγονός του Αρκει σίου, του
γιου του Δία από τη Σαλαμίνα ήρθε ο τεράστιος στο σώμα και μεγαλόψυχος
Αίαντας ο Τελαμώ νιος. Αρχηγός των Λοκρών ήταν ο γρήγορος Αίαντας, ο
γιος του Οϊλέα και των Αθηναίων ο θεϊκός Μενε σθέας, ενώ των Αβάντων της
Ευβοίας ο Ελεφήνορας, από τη γενιά του Άρη. Αρχηγοί των πολεμιστών από
τις διάφορες πόλεις της Βοιωτίας ήταν οι ήρωες Πη νέλεως, Λήιτος,
Αρκεσιλαος, Προθοήνωρ και Κλονίος, αλλά και άλλοι. Αρχηγοί των
πολεμιστών από τις διάφορες πόλεις της Φωκίδας ήταν οι γιοι του Ιφίτου
Σχέδιος και Επίστροφος, ενώ των Αιτωλών ο όχι απλώς άριστος αλλά άριστος
από τους άριστους θόα ντας.
Τους πολεμιστές από τη Φυλάκη οδηγούσε ο γενναίος Πρωτεσίλαος, ενώ
τους πολεμιστές από το Ορμένιο, ο Ευρύπυλος, ο σπουδαίος γιος του Ευαί
μονα. Τα παλικάρια από την Τρίκκη, την Ιθώμη και την Οιχαλία, οι
ιητήρες, δηλαδή οι γιατροί Ποδαλεί ριος και Μαχάων, και τους πολεμιστές
από τις Φερές, ο βασιλιάς Εύμηλος, ο αγαπημένος γιος του Αδμήτου. Τους
μαχητές της Μελιβοίας οδηγούσε ο δεινός χειριστής του τόξου Φιλοκτήτης•
τους Λαπίθες, ο πολεμοχαρής Πολυποίτης, ο γιος του Πειριθόου• τους Μά
γνητες ο γοργοπόδαρος Πρόθοος• τους Αινειάνες και τους Περραιβούς, ο
Γουνέας. Τέλος, ήρθε από την Κρήτη ο δουρυκλυτός, ο περίφημος στη χρήση
του δόρατος Ιδομενέας• από τη Ρόδο ο μεγάλος και τρανός Τληπόλεμος• από
τη Σύμη ο Νηρέας, ο ωραιότερος από όλους τους άνδρες που εκστράτευσαν
στο 'Ιλιο, αν και ήταν αδύνατος στο σώμα• από την Κάρπαθο, την Κω και τα
τριγύρω νησιά επικεφαλής ήταν ο Φείδιπ πος και ο Άντιφος.
|
Τα πέτρινα τείχη της Τροίας έδειχναν απόρθητα - έτσι τουλάχιστον
πίστευαν οι Τρώες. Αυτά τα τείχη ανασκάφηκαν τη δεκαετία του 1870. Η
θέση φέρει στρώματα τουλάχιστον εννέα οικισμών, που καλύπτουν περίοδο
3.500 ετών. |
Αλλά ο πιο ξακουστός από όλους τους ήρωες που εφόρμησαν τότε από την
Ευρώπη στην Ασία ήταν ο γοργοπόδαρος γιος του Πηλέα, ο ίσος με τους
θεούς,
ο λεοντόκαρδος, ο φονιάς ανδρών και πορθητής πόλεων Αχιλλέας.
Ήταν αρχηγός των Μυρμιδόνων, των Αχαιών και των Ελλήνων της Θεσσαλίας
και ήταν επικεφαλής ενός στόλου από 50 πλοία, το καθένα από τα οποία
είχε πάνω του 50 άνδρες. Οι θεοί αγαπούσαν τον Πηλέα. Η θεά 'Ηρα μάλιστα
του είχε δώσει ως σύζυγο τη Θέτιδα, που ήταν Νηρηίδα, δηλαδή θαλάσσια
θεότητα, την οποία η ίδια είχε αναθρέψει.
Όλοι οι θεοί παρευρέθηκαν
σε αυτόν το γάμο του Πηλέα και της Θέτιδας, και ως γαμήλιο δώρο χάρισαν
σε αυτόν μια πλουμιστή πανοπλία και δύο αθάνατα άλογα, τον Ξάνθο και τον
Βαλίο. Του Πηλέα, που τον είχαν τόσο ευνοήσει οι θεοί, και της θεάς
Θέτιδας ήταν γιος ο Αχιλλέας, στον οποίο δίδαξε τις τέχνες του πολέμου,
του λόγου και της ιατρικής ο Χείρωνας, που, αν και ανήκε στο άγριο γένος
των Κενταύρων, ήταν άνδρας πολύ σοφός και πολύ δίκαιος. Όταν ο Νέστορας
και ο Οδυσσέας ήρθαν στη Φθία για να προσκαλέσουν τον Αχιλλέα στην
εκστρατεία εναντίον του Ιλίου, έτυχαν θερμής φιλοξενίας και βρήκαν τον
ήρωα έτοιμο να συμμετάσχει στον κοινό αγώνα. Ωστόσο, η μητέρα του η
Θέτιδα είχε προφητεύσει ότι από αυτόν θα εξαρτιόταν εάν θα ζούσε μέχρι
τα βαθιά του γεράματα στην αγαπημένη του Φθία ή θα πέθαινε με ένδοξο
θάνατο, αλλά νέος ακόμη, στο 'Ιλιο.
|
«...Τόσα κορμιά ριγμένα στα σαγόνια της θάλασσας στα σαγόνια της
γης τόσες ψυχές δοσμένες στις μυλόπετρες, σαν το σιτάρι. Κι οι ποταμοί
φουσκώναν μες στη λάσπη το αίμα για ένα λινό κυμάτισμα για μια νεφέλη
μιας πεταλούδας τίναγμα το πούπουλο ενός κύκνου για ένα πουκάμισο
αδειανό, για μιαν Ελένη...» |
Ο πιο ξακουστός από όλους τους ήρωες ήταν ο γιος του Πηλέα, ο
ίσος με τους θεούς, ο λεοντόκαρδος, ο φονιάς ανδρών και πορθητής πόλεων
Αχιλλέας
Ο πατέρας του, ο Πηλέας, είχε προτρέψει το γιο του να
είναι πρώτος σε όλα και έταξε στον ποταμό Σπερχειό την κώμη του Αχιλλέα
και θυσία 100 βοδιών, εφόσον αυτός επέστρεφε σώος από την εκστρατεία. Ο
συνολικός αριθμός των πλοίων του εκστρατευτικού σώματος έφτανε τα 1.186,
τα οποία μετέφεραν πάνω από 100.000 άνδρες ή 135.000, σύμφωνα με έναν
πιο ακριβή υπολογισμό.
Όσο όμως και αν ήταν ισχυροί, όσο και αν
ήταν πολυάριθμοι οι ήρωες των Αχαιών, των Αργείων, των Δαναών, γιατί
έτσι αποκαλούνταν τότε οι 'Ελληνες, είχαν και οι Τρώες όχι μόνο δικούς
τους πολεμιστές ονομαστούς αλλά και συμμάχους πολλούς και φημισμένους. Ο
Σαρπηδόνας, ο γιος του Δία, και ο ήρωας Γλαύκος ήταν αρχηγοί των
Λυκίων.Ήρθαν, μάλιστα, να βοηθήσουν το'Ιλιο και Μυσοί, Παφλαγόνες,
Μαίονες και Φρύγες. Αλλά και οι Θράκες έσπευσαν να βοηθήσουν τους Τρώες
από την αντίπερα όχθη του Ελλησπόντου και οι Παίονες από τις πολύ
απομακρυσμένες θρακικές περιοχές, κοντά στον ποταμό Αξιό, με αρχηγό τους
τον Αστεροπαίο, τον εγγονό του ποτάμιου θεού Αξιού. Οι Αχαιοί
απέπλευσαν από την Αυλίδα της Βοιωτίας και, μόλις έφτασαν στην Τρωάδα,
έσυραν τα πλοία τους έξω στην παραλία, αφού ο ηγεμόνας της Φυλάκης
Πρωτεσίλαος, ο πρώτος από τους ήρωες που πήδηξε στην ακρογιαλιά,
σκοτώθηκε από κάποιον Δαρδανό. Ύστερα από όλα αυτά ο Μενέλαος και ο
Οδυσσέας στάλθηκαν στην πόλη για να ζητήσουν πίσω την Ελένη και τους
θησαυρούς, αλλά οι Τρώες απέρριψαν το αίτημα. Τότε οι Αχαιοί επιχείρησαν
να καταλάβουν την πόλη τρεις φορές, από την πλευρά που το τείχος ήταν
πιο ευάλωτο, αλλά χωρίς επιτυχία.
Γι'αυτό περιορίστηκαν να καταστρέφουν τα περίχωρα της πόλης του Ιλίου
και να αρπάζουν τα κοπάδια από την Ίδη, αφού οι Τρώες που τους οδηγούσε
ο ανδροφονιάς Έκτορας, επειδή φοβούνταν το γρήγορο Αχιλλέα, δεν
τολμούσαν να απομακρυνθούν πολύ από το τείχος τους. Και πέρασαν έτσι
εννέα χρόνια. Αρχισαν να σαπίζουν τα ξύλα των πλοίων και να φθείρονται
τα σχοινιά τους, αλλά η πόλη παρέμενε απόρθητη. Στο μεταξύ ο Αχιλλέας
είχε καταστρέψει 12 παραλιακές πόλεις και 11 στο εσωτερικό της χώρας,
αφού πρώτα σκότωσε, υποδούλωσε ή πούλησε ως σκλάβους τους κατοίκους
τους. Τα νησιά Τένεδος και Λέσβος, οι πόλεις Λυρνησός, Πήδασος και
Θήβες, όχι μακριά από τον κόλπο του Αδραμυττίου, υπέκυψαν στο ανίκητο
δόρυ του.
|
Ο Αχιλλέας θριαμβευτικά περιφέρει το άψυχο σώμα του Εκτορα δεμένο στο άρμα του. Από τοιχογραφία του Αχιλλείου, Κέρκυρα. |
Μετά την άλωση των Θηβών πήρε ως λάφυρο ο Αγαμέμνονας τη Χρυσηίδα, την κόρη του ιερέα του Απόλλωνα Χρύση. Όταν έφτασε στα πλοία των Αχαιών ο ιερέας με δώρα και ανταλλάγματα για να απελευθερώσει την κόρη του, ο υπεροπτικός Αγαμέμνονας αρνήθηκε. Γι'αυτή του τη συμπεριφορά οργίστηκε ο θεός Απόλλωνας και έστειλε θανατηφόρα ασθένεια στο στρατόπεδο των Αχαιών. Για να εξευμενίσει το θεό ο Αγαμέμνονας αναγκάστηκε να επιστρέψει τη Χρυσηίδα στον πατέρα της.
|
Ο Αχιλλέας δένει το νεκρό Έκτορα στο άρμα του. Ζωγραφιστή
απεικόνιση σε κεραμικό δοχείο του 6ου αιώνα π.Χ., στο Μουσείο Ερμιτάζ
της Αγίας Πετρούπολης. |
Για να αποζημιωθεί όμως άρπαξε από τον Αχιλλέα τη Βρισηίδα, κόρη του
Βρισέα, την οποία ο βασιλιάς της Φθίας είχε αρπάξει ως λάφυρο από τη
Λυρνησό.
Ο Αχιλλέας υπέκυψε στη θέληση του Αγαμέμνονα, αλλά επειδή
χολώθηκε πολύ, έπειτα από αυτό το γεγονός παρέμενε στην παραλία, κοντά
στα πλοία, χωρίς να συμμετέχει στις μάχες. Και μπορεί μεν να εξορμούσαν
οι πυκνές φάλαγγες των Αχαιών, χωρίς τον Αχιλλέα, εναντίον των Τρώων σαν
κύματα που τα σπρώχνει δυτικός άνεμος στην παραλία, και μπορεί να
αντηχούσε η γη από το ποδοβολητό των ανθρώπων και των αλόγων, αλλά οι
Τρώες πραγματοποιούσαν αντεπιθέσεις εναντίον τους στην πεδιάδα με τέτοια
φοβερή κραυγή, όπως ακριβώς ηχεί στον ουρανό η κλαγγή των γερανών.
Ναι
μεν ο Αργείος Διομήδης πίεσε φοβερά τους Τρώες, αλλά η Εκάβη, η σύζυγος
του Πριάμου, αφού έσπευσε με άλλες γυναίκες στο ναό της Αθηνάς, πρόσφερε
σε αυτή ένα μεγάλο και χαριτωμένο πέπλο και υποσχέθηκε θυσία 12 βοδιών,
εάν η θεά απομάκρυνε από το τείχος το γιο του Τυδέα:
Πράγματι,
την επόμενη μέρα ο Δίας έδωσε τη νίκη στους Τρώες και αφού βρόντησε στην
κορυφή της Ίδης, έριξε στις φάλαγγες των Αχαιών κεραυνό, η φλόγα του
οποίου, όταν έπεσε μπροστά από τα άλογα του Διομήδη, τα κατατρόμαξε και
τα ανάγκασε να υποχωρήσουν.
Από την εποχή που ο Αχιλλέας απείχε από
τη μάχη, οι Αχαιοί, έπειτα από συμβουλή του Νέστορα, είχαν περιφράξει το
στρατόπεδο και τα πλοία τους με ξύλινο τείχος και τάφρο. Σε αυτό,
λοιπόν, το χαράκωμα αναγκάστηκαν να καταφύγουν οι Αχαιοί. Οι Τρώες, από
την άλλη, δεν ξαναγύρισαν μέσα στην πόλη τους, αλλά στρατοπέδευσαν έξω
από αυτή, κοντά στον τάφο του Ίλου. Την επόμενη μέρα επαναλήφθηκε η μάχη
και ο Αγαμέμνονας, ενώ έδιωξε τους Τρώες μέχρι την πόλη, πληγώθηκε και ο
ίδιος και μαζί του ο Οδυσσέας και ο Διομήδης.
|
Ο Ποσειδώνας, υποστηρίζοντας τους Έλληνες, στέλνει τα θαλάσσια φίδια
Όρκη και Χαρίβοια να πνίξουν τον Τρώα Λαοκόοντα, που συμβούλευε τους
συμπατριώτες του να μη βάλουν τον Δούρειο Ίππο στην πόλη. Έργο του 1ου
αιώνα, Μουσείο Βατι |
Οι Αχαιοί, ύστερα από αυτά, μόλις που πρόλαβαν να επιστρέψουν στο
οχυρό τους. Τότε οι Τρώες, υπό την ηγεσία των ηρώων τους Έκτορα, Αινεία,
Πάρη και Σαρπη δόνα, άρχισαν να πολιορκούν το οχυρό. Οι Αχαιοί
αγωνίζονταν να αποκρούσουν τους επιτιθέμενους, αλλά ο άνεμος που έπνεε
από την Ίδη έριξε τη σκόνη της πεδιάδας στο πρόσωπο τους. Αυτό το
στοιχείο εκμεταλλεύτηκε ο βασιλιάς των Λυκίων Σαρπηδόνας και κατόρθωσε
να ανέβει στο περιτείχι σμα στο σημείο το οποίο υπεράσπιζε ο Μενεσθέας
με τους Αθηναίους.
Ο Σαρπηδόνας κατάφερε να επιβληθεί και να εφορμήσει μέσα στο
προτείχισμα μαζί με άλλους Τρώες. Η μάχη συνεχιζόταν μέσα στο πε
ριτείχισμα και οι Τρώες ολοένα και πλησίαζαν περισσότερο τα πλοία. Οι
Αχαιοί, από την άλλη, ανεβασμένοι πάνω στις πρύμνες τα πλοία τα είχαν
ανασύρει στη στεριά έχοντας την πρύμνη προς τα εμπρός προσπαθούσαν να
αποκρούσουν την έφοδο με τόξα και κουπιά.
|
Η εκπαίδευση του Αχιλλέα: Το μάθημα ιππασίας. Έργο του Jean-Baptiste de Champaigne, 17ος αιώνας. |
Ο Αίαντας ο Τελαμώνιος υπερασπιζόταν το πρώτο από τα πλοία, αυτό που
είχε φέρει τον Πρωτεσίλαο στο Ίλιο. Και ενώ από παντού δεχόταν
επιθέσεις, λουσμένος στον ιδρώτα, και ενώ δεν σταματούσε ούτε στιγμή να
πολεμάει, παρέμενε ακατάβλητος και φώναζε σε αυτούς που ήταν κοντά του:
Ντροπής
σας, Αργείοι! Έφτασε η ώρα ή να αποθάνουμε ή να σωθούμε και να
απωθήσουμε τα κακά από τα πλοία. Ή μήπως ελπίζετε, εάν τα πλοία
καταλάβει ο φοβερός Έκτορας, να επιστρέψετε με τα πόδια στην πατρική γη;
Και
ο 'Εκτορας από την άλλη φώναξε στους Τρώες: ...Τώρα ο Ζευς μας αξίωσε
αυτή την ημέρα, να καταλάβουμε και να καταστρέψουμε τα πλοία...
Τους προέτρεπε να πυρπολήσουν τα πλοία. Τελικά, ο Αχιλλέας υπέκυψε
στις ικεσίες και στα παρακάλια του Πατρόκλου, του αγαπημένου του φίλου,
με τον οποίο είχαν μεγαλώσει μαζί, και του επέτρεψε να οδηγήσει τους
πολεμιστές από τη Φθία για να βοηθήσουν τους Αχαιούς που κινδύνευαν.
Απαίτησε όμως ο Πάτροκλος να επιστρέψει μόλις κατάφερνε να διώξει τους
Τρώες από τα πλοία, αφήνοντας τους άλλους να αλληλοσκοτώνονται στην
πεδιάδα. Όταν ο Πάτροκλος φόρεσε την πανοπλία του Αχιλλέα για να
νομίσουν οι Τρώες πως ήταν ο ίδιος ο φοβερός ήρωας, ήδη το πλοίο του
Πρωτεσίλαου καιγόταν σαν λαμπάδα.
|
Η Βρισηίδα και ο Φοίνικας αναπαρίστανται σε έναν ερυθρόμορφο κύλικα του 490 π.Χ.Μουσείο του Λούβρου |
Αλλά οι ξεκούραστοι πολεμιστές από τη Φθία όρμησαν με φοβερή κραυγή πάνω
στους κουρασμένους Τρώες και οι Αχαιοί, αφού πήραν θάρρος, κατάφεραν να
προελάσουν από τα πλοία τους. Ο Πάτροκλος πέταξε έξω από την τάφρο τους
εχθρούς και παρασυρμένος από τη νίκη και την ανδρεία του καταδίωξε τους
Τρώες μέχρι τη δυτική πύλη της πόλης, η οποία ήταν περισσότερο γνωστή
με την ονομασία Σκαιές Πύλες.
Εκείνη την κρίσιμη στιγμή έσπασε ο Απόλλωνας το δόρυ του Πατρόκλου
και έλυσε το θώρακα από τους ώμους του. Ο 'Εκτορας βρήκε την ευκαιρία
και, όπως ο Πάτροκλος ήταν απογυμνωμένος από τα όπλα του, τον χτύπησε
θανάσιμα. Με μεγάλη δυσκολία ο Μενέλαος και ο Μηριόνης μπόρεσαν να
μεταφέρουν τη σορό του ήρωα μέσα στο οχυρό, εκμεταλλευόμενοι το σκοτάδι
της νύχτας και με τους δύο Αίαντες να τους υπερασπίζονται. Τέτοια ήταν η
τροπή της μάχης μετά το θάνατο του Πατρόκλου και τόσο γρήγορα
καταδίωξαν τους Αχαιούς ο 'Εκτορας και οι Τρώες.
Πολύ μεγάλη λύπη
πλημμύρισε την ψυχή του Αχιλλέα εξαιτίας της απώλειας του Πατρόκλου και
αποφάσισε να τον εκδικηθεί, αν και η αθάνατη μητέρα του είχε
προφητεύσει ότι ήταν πεπρωμένο να πεθάνει αμέσως μετά το θάνατο του
'Εκτορα. Όπως ακριβώς οι πυκνές νιφάδες του χιονιού πέφτουν από τον
ουρανό, στροβιλιζόμενες από το βοριά, έτσι ακριβώς έβγαιναν από τα πλοία
λαμπρές περικεφαλαίες και ασπίδες με αφαλό και γεροί θώρακες και δόρατα
από ξύλο μελιάς, ώστε άστραψε ο ουρανός και φωτίστηκε ολόκληρη η γη από
τον αστραφτερό χαλκό. Με τρομερή κραυγή έπεσε ο Αχιλλέας πάνω στους
Τρώες που είχαν περάσει τη νύχτα τους στην πεδιάδα.
Τα άλογά του ποδοπατούσαν νεκρούς και ασπίδες, ενώ το άρμα του είχε
καλυφθεί εξ ολοκλήρου από το αίμα. Ο Πρίαμος κατέβηκε από τον πύργο και
διέταξε τους φρουρούς να ανοίξουν την πύλη στα κουρασμένα και διψασμένα?
στίφη των φυγάδων και μετά να την αμπαρώσουν γερά, μόλις αυτοί μπουν
στην πόλη, μήπως και εκμεταλλευτεί την περίσταση ο Αχιλλέας και χωθεί
και αυτός μαζί τους. Εκεί, κοντά στις επάλξεις του τείχους ξεδίψασαν και
ξεκουράστηκαν οι πολεμιστές. Μόνο ο 'Εκτορας έμεινε έξω από τις πύλες,
γιατί ντρεπόταν να αντικρίσει τους άνδρες και τις γυναίκες του Ιλίου,
επειδή δεν είχε επαναφέρει το στρατό τη νύχτα μέσα στην πόλη, αλλά
έχοντας εμπιστοσύνη στις δυνάμεις του έγινε αιτία για την απώλεια τόσων
ανθρώπων.
Μόλις άρχισε την επίθεσή του ο Αχιλλέας, ο 'Εκτορας τρομοκρατήθηκε
και άρχισε να τρέχει γύρω από το τείχος. Αυτός που προσπαθούσε να φύγει
ήταν ισχυρός αλλά περισσότερο ισχυρός ήταν ο διώκτης του. Κάθε φορά που ο
Έκτορας προσπαθούσε να πλησιάσει τους πύργους και τα τείχη, μήπως και
οι υπερασπιστές τους τον βοηθήσουν είτε ρίχνοντας βέλη είτε ανοίγοντας
τις πύλες, ο Αχιλλέας προλάβαινε να τον διώξει προς την πεδιάδα. Αλλά
ενώ έκανε αυτά ο Αχιλλέας, την ίδια στιγμή, κάνοντας νοήματα με το
κεφάλι, εμπόδιζε τους συμπολεμιστές του να χτυπήσουν τον Έκτορα. Τρεις
φορές και οι δύο τρέχοντας έκαναν το γύρο της πόλης του Πριάμου. Τότε ο
Έκτορας στάθηκε και απέφυγε σκύβοντας το χτύπημα του Αχιλλέα. Το δόρυ
του ήρωα από τη Φθία πέρασε ξυστά πάνω από τον Έκτορα και έπεσε στη γη.
Αλλά και το δόρυ του Έκτορα αποκρούστηκε από το θώρακα του Αχιλλέα. Την
ίδια στιγμή ο Έκτορας τράβηξε από το θηκάρι το κοφτερό σπαθί και όρμησε
πάνω στον Αχιλλέα, αλλά η θεά Αθηνά είχε προλάβει να επιστρέψει στα
χέρια του γιου της Θέτιδας το δόρυ και αυτός κατάφερε και διαπέρασε τον
αυχένα του ήρωα της Τροίας
1. Η σφοδρή σύγκρουση με τους Κίκονες είναι το πρώτο συμβάν στο ταξίδι του Οδυσσέα. 2.
Στη χώρα των Λωτοφάγων οι σύντροφοι του Οδυσσέα γεύονται το μαγικό λωτό
και λησμονούν την Ιθάκη και το ταξίδι της επιστροφής. 3. Ο Οδυσσέας τυφλώνει τον Κύκλωπα Πολύφημο και προκαλεί την οργή του Ποσειδώνα. 4. Ο θεός Αίολος δίνει στον Οδυσσέα τον ασκό με τους ανέμους. 5. Οι ανθρωποφάγοι γίγαντες Λαιστρυγόνες καταστρέφουν με πέτρες 11 από τα 12 πλοία του Οδυσσέα. 6. Η μάγισσα Κίρκη μεταμορφώνει τα μέλη του πληρώματος σε ζώα. 7. Ο Οδυσσέας επισκέπτεται τον Κάτω Κόσμο και παίρνει από το νεκρό μάντη Τειρεσία το χρησμό της επιστροφής. 8. Οι Σειρήνες επιχειρούν να γοητεύσουν με το τραγούδι τους τον Οδυσσέα και το πλήρωμά του. 9. Ο Οδυσσέας ξεφεύγει από τα δύο φοβερά τέρατα Σκύλλα και Χάρυβδη, με απώλεια έξι συντρόφων. 10. Ο Οδυσσέας χάνει όλους του συντρόφους του, επειδή έφαγαν τα βόδια του θεού Απόλλωνα. 11. Η Καλυψώ ερωτεύεται τον Οδυσσέα και τον κρατά κοντά της για επτά χρόνια. 12.
Ο Οδυσσέας με μια σχεδία φτάνει στο νησί των Φαιάκων, όπου ο βασιλιάς
Αλκίνοος τον βοηθά να γυρίσει στην πολυπόθητη Ιθάκη.
Τότε τόλμησαν να πλησιάσουν οι Αχαιοί θαυμάζοντας το παράστημα και την
ευγενική μορφή του νεκρού. Όλοι τους όμως, πριν επιστρέψουν στο
στρατόπεδο, φρόντισαν να πληγώσουν το άψυχο σώμα. Ο Αχιλλέας τρύπησε τα
πόδια του Έκτορα κοντά στους αστραγάλους και τα έδεσε με δερμάτινες
λουρίδες στο πίσω μέρος του άρματος του, έτσι ώστε να σέρνεται το κεφάλι
του νεκρού με τα μακριά μαλλιά του μέσα στη σκόνη. 'Επειτα από όλα αυτά
γύρισαν πίσω στα πλοία οι Αχαιοί ψάλλοντας τον παιάνα, ενώ ο Πρίαμος
και η Εκάβη έκλαιγαν και οδύρονταν πάνω στα τείχη.
Η δυστυχισμένη
Ανδρομάχη, η γυναίκα του Έκτορα, είχε στήσει πάνω από τη φωτιά μεγάλο
χάλκινο τρίποδα, προετοιμάζοντας θερμό λουτρό, όταν θα αποφάσιζε αυτός
να επιστρέψει από τη μάχη/Οταν άκουσε τους θρήνους που προέρχονταν από
τον προμαχώνα, έτρεξε έξω για να δει τι συμβαίνει, και τότε λιποθύμησε.
Αλλά και η Ελένη θρηνούσε το σκοτωμένο ήρωα, γιατί από όλα τα αδέλφια
του Πάρη αυτός την αγαπούσε περισσότερο, αφού ποτέ του δεν ξεστόμισε
εναντίον της πικρή κουβέντα, αλλά και απέτρεπε φιλικά τους άλλους από
πράξεις ή κουβέντες που θα μπορούσαν να τη θίξουν. Τώρα, όμως, μετά το
θάνατο του Έκτορα, δεν της απέμενε κανείς άλλος στην Τροία φίλος και
παρηγορητής, γιατί όλοι οι άλλοι τη μισούσαν.
Πατρόκλου δύο
σκυλιά, από εκείνα που έτρεφε ο νεκρός από το τραπέζι του δύο δηλαδή από
τα αγαπημένα του σκυλιά, τέσσερα άλογα και 12 αιχμάλωτους Τρώες,
κήδευσε το φίλο του. Αφού είχε τελέσει αγώνες στη μνήμη του νεκρού, τότε
μόνο τόλμησε να έρθει, νύχτα ακόμη, ο Πρίαμος με πλούσια ανταλλάγματα
στο στρατόπεδο των Αχαιών, με τη συνοδεία ενός μόνο γέρου κήρυκα, ο
οποίος οδηγούσε και τα μουλάρια που έσερναν την άμαξα. Μόλις μπήκε στη
σκηνή του Αχιλλέα ο γέροντας, έσπευσε να φιλήσει τα χέρια του ήρωα που
τόσα παιδιά του είχαν σκοτώσει. Ο Αχιλλέας τον κάλεσε να δειπνήσουν μαζί
και δεν αδιαφόρησε για το νεκρό Έκτορα, αλλά, παρ'όλο που ήταν πολύ
οργισμένος, διέταξε να τον πλύνουν και να τον αλείψουν με αρωματικά
έλαια και ο ίδιος τον τοποθέτησε στην άμαξα και παραχώρησε στους Τρώες
ανακωχή 11 ημερών, για να κηδεύσουν το νεκρό ήρωα.
Ύστερα από αυτά τα
γεγονότα ήρθε να βοηθήσει τους Τρώες και ο Μέμνονας, ο γιος της θεάς
Ηώς, αλλά και αυτός υπέκυψε στη δύναμη του Αχιλλέα. Έφτασε όμως και η
ώρα του Αχιλλέα! Κοντά στις Σκαιές Πύλες τον πλήγωσε καίρια βέλος που
του έριξε ο Πάρης, με την καθοδήγηση του θεού Απόλλωνα. Ο μεγάλος ήρωας
κείτονταν νεκρός πάνω στη γη και γύρω του δόθηκε τρομερή μάχη σε όλη τη
διάρκεια της ημέρας. Την αποφράδα εκείνη ημέρα ο Οδυσσέας πληγώθηκε
πολλές φορές από τους Τρώες. Στο τέλος κατόρθωσαν οι Αχαιοί να
μεταφέρουν το νεκρό ήρωα στα πλοία τους, όπου πολύ τον θρήνησαν και
έκοψαν σε ένδειξη πένθους τα μακριά τους μαλλιά. Η Θέτιδα, η αγαπημένη
του μητέρα, ανέβηκε από τα βάθη της θάλασσας μαζί με τις άλλες αθάνατες
Νηρηίδες και φοβερός θρήνος ακούστηκε παντού στον Ωκεανό. Δεκαεπτά
ημέρες και νύχτες έκλαιγαν τον ήρωα οι αθάνατοι θεοί και οι θνητοί
άνθρωποι. Τη δέκατη όγδοη άναψαν τη νεκρική πυρά. Στη συνέχεια, αφού
συγκέντρωσαν τα οστά του, τα έβαλαν μαζί με αυτά του Πατρόκλου μέσα σε
χρυσό αμφορέα, δώρο του θεού Διονύσου αλλά έργο του Ηφαίστου, και τον
τοποθέτησαν μέσα σε μεγάλο και ψηλό τύμβο, κατασκευασμένο στην ακτή, για
να τον βλέπουν όλοι όσοι έρχονταν από τη μεριά της θάλασσας.
|
Σκηνή μάχης από την Ιλιάδα του Ομήρου. Έργο άγνωστου καλλιτέχνη, γύρω στο 300 π.Χ |
Για τα φοβερά όπλα του Αχιλλέα φιλονίκησαν ο Αίαντας ο Τελαμώνιος και ο
Οδυσσέας. Τελικά αποφάσισαν υπέρ του Οδυσσέα κάποιοι Τρώες αιχμάλωτοι,
γιατί, κατά την άποψή τους, αυτός ήταν που προξένησε τις μεγαλύτερες
καταστροφές στην πόλη τους παρά ο Αίαντας. Αλλά ο Δίας αποφάσισε το χαμό
του Αίαντα, ο οποίος, αφού έχασε τα λογικά του, αυτοκτόνησε. 'Ετσι, οι
Αχαιοί, μετά τον Αχιλλέα, θρήνησαν για το θάνατο ενός ακόμη ήρωα, ο
οποίος ήταν πρώτος ανάμεσα στους άλλους και ως προς τα κατορθώματα και
ως προς την ομορφιά, με εξαίρεση βέβαια τον Αχιλλέα που ήταν
ασυναγώνιστος. Τότε ήταν που ο Οδυσσέας έστειλε να καλέσουν στο
στρατόπεδο των Αχαιών τον Νεοπτόλεμο, το γιο του Αχιλλέα, τον οποίο,
όταν ο αρχηγός των Μυρμιδόνων εκστράτευε στην Τροία, τον είχε αφήσει στη
Σκύρο.
Και ήταν ο Νεοπτόλεμος ο ωραιότερος, ίσως, μαχητής αλλά και
συνετός στις συνελεύσεις. Μόνο από τον Νέστορα και τον Οδυσσέα ήταν
υποδεέστερος ως προς τη σύνεση και ήταν πάντα γενναίος στον πόλεμο. Αλλά
το'Ιλιο δεν ήταν δυνατόν να καταληφθεί, όσο σωζόταν στην ακρόπολή του
το Παλλάδιο, ένα άγαλμα που κάποτε είχε δωρίσει ο Δίας στον Δάρδανο. Οι
Τρώες μάλιστα όχι μόνο με πολύ μεγάλη προσοχή προστάτευαν το πολύτιμο
αυτό δώρο, αλλά είχαν κατασκευάσει και άλλα αγάλματα τόσο όμοια με το
Παλλάδιο, ώστε, εάν κάποιος κλέφτης, παρά τα μέτρα προστασίας, κατάφερνε
να μπει στην ακρόπολη, να εξαπατηθεί.
Ομως ο πολυμήχανος Οδυσσέας βρήκε τρόπο και αφού μεταμφιέστηκε σε
ζητιάνο κατάφερε να μπει στην πόλη και να κλέψει το Παλλάδιο. Μόνο η
Ελένη τον αναγνώρισε, αλλά επειδή ποθούσε πλέον να επιστρέψει στην
Ελλάδα, όχι μόνο δεν τον πρόδωσε, αλλά συνεννοήθηκε μαζί του,
προκειμένου να βρεθεί ο πιο αποτελεσματικός τρόπος για να καταληφθεί η
πόλη του Ιλίου. Για το σκοπό αυτό επινόησαν το εξής τέχνασμα:
Ακολουθώντας τη συμβουλή της Αθηνάς ο Επειός, ο γιος του Πανοπέα,
κατασκεύασε, δούρειο43 ίππο, δηλαδή ένα κούφιο και ευρύχωρο ξύλινο
άλογο, το οποίο μπορούσε να χωρέσει 100 άνδρες. Μέσα στην κοιλιά του
αλόγου κρύφτηκαν οι πιο διακεκριμένοι από τους ήρωες και ανάμεσά τους ο
Οδυσσέας, ο Νεοπτόλεμος και ο Μενέλαος.
Ταυτόχρονα ο υπόλοιπος στόλος απέπλευσε για την Τένεδο, αφού
πυρπόλησε τις σκηνές και τις αποσκευές του και προσποιήθηκε πως διέ λυε
την πολιορκία. Οι Τρώες χάρηκαν πολύ, γιατί επιτέλους οι Αχαιοί είχαν
σταματήσει την πολιορκία, βγήκαν από τα τείχη της πόλης και απορούσαν
για το κατασκεύασμα που είχαν αφήσει πίσω τους οι εχθροί. Για πολύ χρόνο
οι Τρώες δεν αποφάσιζαν τι θα έκαναν με αυτό, ενώ οι ήρωες των Αχαιών
που ήταν κλεισμένοι άκουγαν τρομοκρατημένοι τα συμβούλια των Τρώων για
τον ίππο, αλλά άκουγαν και τη φωνή της Ελένης, η οποία ανέφερε τα
ονόματά τους και συχνά μιμούνταν τις φωνές των συζύγων τους. Πολλοί
Τρώες επιθυμούσαν να αφιερωθεί ο ίππος στους θεούς της πόλης, ως
ελάχιστο δείγμα της ευγνωμοσύνης για την απελευθέρωσή τους. Άλλοι όμως,
περισσότερο καχύποπτοι, δυσπιστούσαν απέναντι σε εκείνη την κληρονομιά
των Αχαιών.
|
Αναπαράσταση του παλατιού του Νέστωρα που έλαβε μέρος στον Τρωϊκό πόλεμο. |
Ο Λαοκόων μάλιστα έδειξε τη δυσαρέσκειά του χτυπώντας με το δόρυ του τα
πλευρά του ίππου. Η αντήχηση που ακούστηκε έδειξε στους Τρώες πως ο
ίππος ήταν κούφιος, αλλά και πάλι οι πιο πολλοί από αυτούς δεν πείθονταν
ότι υπήρχε κάποια απάτη. Ο δυστυχής Λαοκόων, μαζί με έναν από τους
γιους του, έπεσε θύμα της σύνεσης και της φιλοπατρίας του, μπροστά στα
μάτια όλων των συμπολιτών του, καθώς δύο φίδια, τα οποία έστειλαν
επίτηδες οι θεοί από τη θάλασσα, τον σκότωσαν. Το φοβερό αυτό θέαμα και
οι παραπλανητικές συμβουλές του προδότη Σίνωνα, τον οποίο οι Αχαιοί
είχαν εγκαταλείψει πίσω για να διαδίδει ψευδείς ειδήσεις, έπεισαν τους
Τρώες να ρίξουν την πύλη για να μπορέσουν να βάλουν θριαμβευτικά μέσα
στην πόλη τον ίππο του ολέθρου.
Η καταστροφή της Τροίας είχε πια αποφασιστεί αμετάκλητα από τους
θεούς και ενώ οι Τρώες πανηγύριζαν και γλεντούσαν όλη τη νύχτα, ο
Σίνωνας άναψε τους πυρσούς που είχε συμφωνήσει με τους Αχαιούς που
βρίσκονταν στην Τένεδο και βοήθησε να βγουν από το Δούρειο 'Ιππο οι
ήρωες που ήταν κλεισμένοι μέσα. Η πόλη, αφού προσβλήθηκε από έξω και από
μέσα, λεηλατήθηκε και καταστράφηκε ολοκληρωτικά, ενώ οι περισσότεροι
από τους ήρωες και το λαό της είτε σφάχτηκαν είτε πιάστηκαν αιχμάλωτοι. Ο
όμοιος με θεό γέροντας Πρίαμος πέθανε από τα χέρια του Νεοπτόλεμου,
αφού μάταια αναζήτησε άσυλο στο βωμό του Ερκεΐου Διός. Ο γιος του
Δηΐφοβος που έγινε άνδρας της Ελένης, μετά το θάνατο του Πάρη,
υπερασπίστηκε με πάθος τον οίκο του από τον Οδυσσέα και τον Μενέλαο.
Αλλά έπεσε και αυτός μαχόμενος και το σώμα του ακρωτηριάστηκε. Από τους
ηγεμόνες της Τροίας μόνο δύο μπόρεσαν να σωθούν φεύγοντας: ο Αινείας και
ο Αντήνορας. Ο πρώτος, σύμφωνα με την παράδοση, πήγε στην Ιταλία και
υπήρξε πρόγονος των μυθικών ιδρυτών της Ρώμης, Ρωμύλου και Ρώμου.
Έτσι, έπειτα από δέκα χρόνια πολιορκίας, αλώθηκε η Τροία και χάθηκαν η
πόλη, οι βωμοί, οι ναοί και οι κάτοικοι της. Αλλά οι νικητές δεν
αποδείχτηκαν πιο ευτυχισμένοι από τους νικημένους. Η θεία δίκη, η θεά
Νέμεση, τους τιμώρησε φοβερά, διότι εξαιτίας της αλαζονείας που φέρνει η
νίκη δεν έδειξαν τον απαιτούμενο σεβασμό στα ιερά του Ιλίου. Πολλοί από
αυτούς ποτέ δεν ξαναείδαν την αγαπημένη τους πατρίδα, αφού χάθηκαν στο
ταξίδι της επιστροφής, όπως ο Αίας ο Οίλέως. Άλλοι, όπως ο Οδυσσέας,
κατόρθωσαν να επιστρέψουν στην πατρίδα τους μόνο ύστερα από πολλές και
παράδοξες περιπλανήσεις. Άλλοι, όταν επέστρεψαν, βρήκαν τους συγγενείς
τους με εχθρικές διαθέσεις απέναντι τους και μάλιστα θανατώθηκαν από
αυτούς.
Στην τελευταία αυτή περίπτωση ανήκει ο Αγαμέμνονας, τον οποίο
σκότωσε η άπιστη σύζυγος του Κλυταιμνήστρα. Άλλοι, μόλις πάτησαν το πόδι
τους στην πατρική γη, αναγκάστηκαν αμέσως να ξενιτευτούν, όπως ο
Διομήδης και ο Τεύκρος, αδελφός του Αίαντα του Τελαμώνιου. Γενικά [μετά
το τέλος του Τρωικού Πολέμου] έγιναν στην Ελλάδα πολλές εμφύλιες
συγκρούσεις πριν ακολουθήσουν νέα μεγάλα γεγονότα, τα οποία άλλαξαν
οριστικά την κατάσταση που επικρατούσε πριν.
|
|