Η λογική στον Αριστοτέλη
Ο Αριστοτέλης πίστευε ότι όλα όσα έχουμε μέσα στο μυαλό μας, ως ιδέες και σκέψεις, έχει φτάσει μέχρι τη συνείδηση μας χάρη σε όλα όσα έχουμε δει κι ακούσει. Είμαστε, όμως, προικισμένοι από τη γέννησή μας και με μυαλό, που σκέφτεται λογικά. Έχουμε την ικανότητα να ταχτοποιούμε τις εμπειρίες μας και όσα αντιλαμβάνονται 01 αισθήσεις μας με λογικό τρόπο σε κατηγορίες και είδη. Κατ’ αυτό τον τρόπο, γεννιούνται μέσα στο μυαλό του ανθρώπου έννοιες όπως «πέτρα», «φυτό», «ζώο» και «άνθρωπος».
O Αριστοτέλης δεν αρνιόταν το γεγονός ότι ο άνθρωπος διαθέτει από γεννησιμιού του την ικανότητα να σκέφτεται λογικά. Αντίθετα κατά τον Αριστοτέλη, η λογική είναι το βασικότερο χαρακτηριστικό του ανθρώπου. Το μυαλό μας, όμως, είναι εντελώς «αδειανό» ώσπου αρχίζουμε και το τροφοδοτούμε με εμπειρίες. O άνθρωπος, επομένως, δεν έχει «ιδέες» από γεννησιμιού του.
Αυτή ήταν μία από τις κύριες διαφωνίες που είχε ο Αριστοτέλης με τον Πλάτωνα και την Θεωρία των Ιδεών του.
H λέξη «λογική» (όχι όμως και η έννοια) ήταν άγνωστη στην εποχή του Αριστοτέλη. Τη λέξη λογική με τη σημερινή της έννοια τη χρησιμοποίησε αργότερα πρώτος ο Αλέξανδρος ο Αφροδισιεύς (δίδαξε στην Αθήνα περιπατητική φιλοσοφία το 198 έως 211 μ.Χ.)
Η λογική αναδείχθηκε σε επιστήμη από τον Αριστοτέλη. Γι αυτό και ο κορυφαίος Γερμανός φιλόσοφος Καντ είπε ότι «η λογική δεν μπόρεσε να κάνει ούτε ένα βήμα μπροστά από τη λογική που ξέρουμε από την εποχή του Αριστοτέλη».
H λογική είναι μέρος ή για να το πούμε διαφορετικά εργαλείο της φιλοσοφίας. Αναφέρεται σε κάποιους συλλογισμούς που καταλήγουν σε χρήσιμα – μπορεί όμως και όχι – συμπεράσματα.
Η λογική για τον Αριστοτέλη δεν είναι αυτόνομη επιστήμη, είναι όμως χρήσιμη για τον πάθε επιστήμονα. Διότι η λογική είναι αυτή που θα τον βοηθήσει να επισημάνει σε ποια θέματα πρέπει να αναζητήσει την απόδειξη και τι είδους απόδειξη. Επομένως, η λογική είναι ένα εργαλείο για τον κάθε επιστήμονα.
Με τη λογική ασχολήθηκε ο Αριστοτέλης κυρίως στα “Αναλυτικά πρότερα”, όπου περιγράφει διάφορα σχήματα σκέψης, ενώ στα “Αναλυτικά ύστερα” περιγράφει τον επιστημονικό συλλογισμό, και στα Τοπικά το διαλεκτικό συλλογισμό.
Τι είναι όμως «συλλογισμός» κατά τον Αριστοτέλη. Συλλογισμός γι αυτόν είναι μια αλληλουχία σκέψεων που μπαίνει σε λειτουργία όταν τεθεί κάποιο ζήτημα. Με την εμφάνιση του συγκεκριμένου ζητήματος ακολουθεί κάποια σκέψη, η οποία είναι συνέπεια της αλήθειας του ζητήματος. Και αυτό συνεχίζεται χωρίς να χρειάζονται πρόσθετα (εξωτερικά) στοιχεία.
Για να γίνει αυτό πιο κατανοητό, ας αναφέρουμε μια γνωστή φράση από την γεωμετρία:
«Τα προς τρίτον τινί ίσα και αλλήλοις ίσα».
Δηλαδή, αν αποδειχθεί ότι δύο γωνίες A και B, ξεχωριστά η καθεμία, είναι ίσες με μία τρίτη Γ, τότε και οι γωνίες A και B θα είναι και μεταξύ τους ίσες.
Μια άλλη φράση, που είναι επίσης πολύ οικεία σε όλους όσους πέρασαν από το σχολείο, είναι η εξής:
«Διά της εις άτοπον απαγωγής»
Τη φράση αυτή την έχουμε χρησιμοποιήσει για επίλυση προβλημάτων γεωμετρίας και λέει ότι, μια πρόταση αποδεικνύεται αληθής, εφόσον θεωρώντας την αρχικά λανθασμένη προκύπτει συλλογιστικά κάτι ψευδές.
Είδος συλλογισμού είναι και η «επαγωγή».
Ας αναφέρουμε ένα παράδειγμα για να γίνει κατανοητό περί τίνος πρόκειται.
Για να καταλήξεις στο συμπέρασμα ότι οι οχιές, τα φίδια, είναι δηλητηριώδεις, δεν είναι ανάγκη, ούτε είναι δυνατόν, να διαπιστώσεις κάτι τέτοιο με όλες τις οχιές. Εξετάζεις έναν αριθμό από αυτές και καταλήγεις ότι το ίδιο συμβαίνει και με τις υπόλοιπες. Δηλαδή, η επαγωγή οδηγεί από τη μερική γνώση στην καθολική. Γιατί, όταν ο νους του ανθρώπου αντιληφθεί την αλήθεια για ορισμένο αριθμό περιπτώσεων, μπορεί να συλλάβει τη δυνατότητα της ισχύος της αλήθειας αυτής σε όλες τις ανάλογες περιπτώσεις.
H «απόδειξη» είναι επιστημονικός συλλογισμός, και το αποτέλεσμα αυτού του συλλογισμού είναι πάντα αληθινό, ενώ το αποτέλεσμα κάποιων συλλογισμών, όπως αναφέραμε πιο πριν, μπορεί να είναι ορισμένες φορές και λανθασμένο.
Είναι αδύνατο να υπάρχουν άμεσες αποδείξεις για όλα τα πράγματα. Κάτι τέτοιο θα τραβούσε επ’ άπειρον και τελικά δεν θα αποδεικνυόταν τίποτα. Επειδή, ό,τι καινούργιο προέκυπτε, θα έπρεπε και αυτό να αποδειχτεί.
Σε ό,τι αφορά τα αξιώματα που υπάρχουν στις επιστήμες θεωρούνται δεδομένα, μόνον εφόσον μπορούν να εφαρμοστούν στην πράξη. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το αξίωμα του Ευκλείδη:
«Αν από ίσα αφαιρεθούν ίσα, η ισότητα δεν μεταβάλλεται»
Τέλος, είναι αδύνατον δύο αντιφατικές προτάσεις για το ίδιο πράγμα να είναι συγχρόνως αληθινές και οι δύο. Είναι αδύνατον την ίδια στιγμή και να βεβαιώνουμε και να αρνούμαστε κάτι (η αντίφαση) και συγχρόνως να λέμε την την αλήθεια. Αναγκαστικά μόνο το ένα σκέλος της αντίφασης θα είναι αληθινό.
O Αριστοτέλης δεν αρνιόταν το γεγονός ότι ο άνθρωπος διαθέτει από γεννησιμιού του την ικανότητα να σκέφτεται λογικά. Αντίθετα κατά τον Αριστοτέλη, η λογική είναι το βασικότερο χαρακτηριστικό του ανθρώπου. Το μυαλό μας, όμως, είναι εντελώς «αδειανό» ώσπου αρχίζουμε και το τροφοδοτούμε με εμπειρίες. O άνθρωπος, επομένως, δεν έχει «ιδέες» από γεννησιμιού του.
Αυτή ήταν μία από τις κύριες διαφωνίες που είχε ο Αριστοτέλης με τον Πλάτωνα και την Θεωρία των Ιδεών του.
H λέξη «λογική» (όχι όμως και η έννοια) ήταν άγνωστη στην εποχή του Αριστοτέλη. Τη λέξη λογική με τη σημερινή της έννοια τη χρησιμοποίησε αργότερα πρώτος ο Αλέξανδρος ο Αφροδισιεύς (δίδαξε στην Αθήνα περιπατητική φιλοσοφία το 198 έως 211 μ.Χ.)
Η λογική αναδείχθηκε σε επιστήμη από τον Αριστοτέλη. Γι αυτό και ο κορυφαίος Γερμανός φιλόσοφος Καντ είπε ότι «η λογική δεν μπόρεσε να κάνει ούτε ένα βήμα μπροστά από τη λογική που ξέρουμε από την εποχή του Αριστοτέλη».
H λογική είναι μέρος ή για να το πούμε διαφορετικά εργαλείο της φιλοσοφίας. Αναφέρεται σε κάποιους συλλογισμούς που καταλήγουν σε χρήσιμα – μπορεί όμως και όχι – συμπεράσματα.
Η λογική για τον Αριστοτέλη δεν είναι αυτόνομη επιστήμη, είναι όμως χρήσιμη για τον πάθε επιστήμονα. Διότι η λογική είναι αυτή που θα τον βοηθήσει να επισημάνει σε ποια θέματα πρέπει να αναζητήσει την απόδειξη και τι είδους απόδειξη. Επομένως, η λογική είναι ένα εργαλείο για τον κάθε επιστήμονα.
Με τη λογική ασχολήθηκε ο Αριστοτέλης κυρίως στα “Αναλυτικά πρότερα”, όπου περιγράφει διάφορα σχήματα σκέψης, ενώ στα “Αναλυτικά ύστερα” περιγράφει τον επιστημονικό συλλογισμό, και στα Τοπικά το διαλεκτικό συλλογισμό.
Τι είναι όμως «συλλογισμός» κατά τον Αριστοτέλη. Συλλογισμός γι αυτόν είναι μια αλληλουχία σκέψεων που μπαίνει σε λειτουργία όταν τεθεί κάποιο ζήτημα. Με την εμφάνιση του συγκεκριμένου ζητήματος ακολουθεί κάποια σκέψη, η οποία είναι συνέπεια της αλήθειας του ζητήματος. Και αυτό συνεχίζεται χωρίς να χρειάζονται πρόσθετα (εξωτερικά) στοιχεία.
Για να γίνει αυτό πιο κατανοητό, ας αναφέρουμε μια γνωστή φράση από την γεωμετρία:
«Τα προς τρίτον τινί ίσα και αλλήλοις ίσα».
Δηλαδή, αν αποδειχθεί ότι δύο γωνίες A και B, ξεχωριστά η καθεμία, είναι ίσες με μία τρίτη Γ, τότε και οι γωνίες A και B θα είναι και μεταξύ τους ίσες.
Μια άλλη φράση, που είναι επίσης πολύ οικεία σε όλους όσους πέρασαν από το σχολείο, είναι η εξής:
«Διά της εις άτοπον απαγωγής»
Τη φράση αυτή την έχουμε χρησιμοποιήσει για επίλυση προβλημάτων γεωμετρίας και λέει ότι, μια πρόταση αποδεικνύεται αληθής, εφόσον θεωρώντας την αρχικά λανθασμένη προκύπτει συλλογιστικά κάτι ψευδές.
Είδος συλλογισμού είναι και η «επαγωγή».
Ας αναφέρουμε ένα παράδειγμα για να γίνει κατανοητό περί τίνος πρόκειται.
Για να καταλήξεις στο συμπέρασμα ότι οι οχιές, τα φίδια, είναι δηλητηριώδεις, δεν είναι ανάγκη, ούτε είναι δυνατόν, να διαπιστώσεις κάτι τέτοιο με όλες τις οχιές. Εξετάζεις έναν αριθμό από αυτές και καταλήγεις ότι το ίδιο συμβαίνει και με τις υπόλοιπες. Δηλαδή, η επαγωγή οδηγεί από τη μερική γνώση στην καθολική. Γιατί, όταν ο νους του ανθρώπου αντιληφθεί την αλήθεια για ορισμένο αριθμό περιπτώσεων, μπορεί να συλλάβει τη δυνατότητα της ισχύος της αλήθειας αυτής σε όλες τις ανάλογες περιπτώσεις.
H «απόδειξη» είναι επιστημονικός συλλογισμός, και το αποτέλεσμα αυτού του συλλογισμού είναι πάντα αληθινό, ενώ το αποτέλεσμα κάποιων συλλογισμών, όπως αναφέραμε πιο πριν, μπορεί να είναι ορισμένες φορές και λανθασμένο.
Είναι αδύνατο να υπάρχουν άμεσες αποδείξεις για όλα τα πράγματα. Κάτι τέτοιο θα τραβούσε επ’ άπειρον και τελικά δεν θα αποδεικνυόταν τίποτα. Επειδή, ό,τι καινούργιο προέκυπτε, θα έπρεπε και αυτό να αποδειχτεί.
Σε ό,τι αφορά τα αξιώματα που υπάρχουν στις επιστήμες θεωρούνται δεδομένα, μόνον εφόσον μπορούν να εφαρμοστούν στην πράξη. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το αξίωμα του Ευκλείδη:
«Αν από ίσα αφαιρεθούν ίσα, η ισότητα δεν μεταβάλλεται»
Τέλος, είναι αδύνατον δύο αντιφατικές προτάσεις για το ίδιο πράγμα να είναι συγχρόνως αληθινές και οι δύο. Είναι αδύνατον την ίδια στιγμή και να βεβαιώνουμε και να αρνούμαστε κάτι (η αντίφαση) και συγχρόνως να λέμε την την αλήθεια. Αναγκαστικά μόνο το ένα σκέλος της αντίφασης θα είναι αληθινό.