Ο έρωτας στην Αρχαία Ελλάδα
Σύμφωνα με έναν μύθο, ο Έρωτας ήταν γιος της Αφροδίτης. Σε κάποιες παραστάσεις η Αφροδίτη απεικονίζεται -μεταξύ άλλων - να τον θηλάζει, να τον αγκαλιάζει, να τον φιλά, να τον μαλώνει για τις σκανδαλιές του και ο Πλούταρχος επιβεβαιώνει αυτή τη σχέση!
Το όνομα του έρωτα συνδέεται με την γονιμότητα και με την φύση, πάνω στην οποία απεικονίζεται να κυριαρχεί. Συνήθως παριστάνεται με φτερά, οπλισμένος με τόξο και φαρέτρα. Τα βέλη του κανένας δεν δύναται να τα αποφύγει και μπορεί να αποβούν μοιραία. Κάνει συντροφιά με τις Μούσες, αγαπά τον χορό, την Ποίηση, την Μουσική. Στα Ελληνιστικά χρόνια συνυπήρχαν στον έρωτα ο Απόλλων και ο Διόνυσος. Σε αυτά τα χρόνια ο έρωτας αλλάζει πρόσωπα και προσωπεία, επιδεικνύει θεατρικότητα.
Σε κάποιες παραστάσεις απεικονίζεται ως ηνίοχος αρμάτων ή σε άλλες αθλητικές δραστηριότητες,
όπως πάλη, πυγμαχία, λαμπαδηδρομία. Ο Πλάτωνας του αφιερώνει τους δύο υπέροχους διαλόγους του <Συμπόσιο> και <Φαίδρο>. Ο Έρωτας στοχεύει στην αθανασία, την σωματική και την πνευματική. Ο λατίνος Απουλήιος σε ένα αλληγορικό διήγημά του εξιστορεί τα βάσανα του δίδυμου έρωτα-ψυχής, μέχρι η δεύτερη τελικά να αποκτήσει την αθανασία.
Ο Έρωτας στην αρχαία Ελλάδα συναντάται και με την αγοραία μορφή του. Μάλιστα ο Σόλων με την νομοθετική του μεταρρύθμιση φέρεται να καθιέρωσε την δημόσια πορνεία.[αρχές του 6ου αιώνα]. Μάλιστα ίδρυσε και τον ναό της Πανδήμου Αφροδίτης που προστάτευε τις εκδιδόμενες γυναίκες. Υπήρχαν οι δεικτηριάδες (δηλ.οι δακτυλοδεικτούμενες πόρνες), οι λεωφόροι(οι φθηνές γυναίκες που ψάρευαν πελάτες στο δρόμο), οι χαμαιτύπαι (επειδή συνευρίσκονταν κατάχαμα στο έδαφος), οι πόρνες των καπηλειών, των πανδοχείων κ.α. Από την άλλη υπήρχαν και οι καλλιεργημένες εταίρες που αποτελούσαν ιδανικές συντρόφους ενός άνδρα και προσφέρονταν όχι μόνο για έρωτα, αλλά και για συζήτηση. Αρκετές εταίρες συνδέθηκαν με σπουδαίους άνδρες τους οποίους γοήτευσαν, όπως η Ασπασία με τον Περικλή, η Φρύνη με τον γλύπτη Πραξιτέλη, η Λαΐς με τον Ζωγράφο Απελλή και η Γλυκέρα με τον ποιητή Μένανδρο.
Παιδεραστία: είναι όρος που σήμερα είναι επιφορτισμένος αρνητικά. Στην Αρχαιότητα όμως η παιδεραστία αποτελούσε έναν θεσμό που αφορούσε μόνο στους ελεύθερους πολίτες, που ήταν αφενός κοινωνικά αναγνωρισμένος και αφετέρου νομικά επιτρεπτός σε όλο τον ελληνικό κόσμο, όχι μόνο στην Αθήνα. Η παιδεραστική σχέση αφορούσε στην ψυχοπνευματική σχέση ενός ενήλικου έμπειρου άνδρα, του Εραστή, με έναν νεαρό(12-17 ετών),τον Ερωμένο. Επρόκειτο για ένα είδος παιδαγωγικού έρωτα, αφού ο εραστής-δάσκαλος στόχευε στην διαμόρφωση του ήθους και την καλλιέργεια της ψυχής του νεαρού που τον είχε γοητεύσει...
Οι Αρχαίοι λάτρευαν το γυμνό αντρικό σώμα και ήταν εξοικειωμένοι με αυτό. Οι παλαίστρες και τα γυμναστήρια ήταν χώροι που ευνοούσαν τη ερωτική προσέγγιση υποψήφιων εραστών και ερωμένων, αφού εκεί σύχναζαν οι άνδρες κάθε ηλικίας, οι νέοι για να μορφωθούν, οι άνδρες για να κρατηθούν σε καλή φυσική κατάσταση ,οι πιο μεγάλοι για να θαυμάσουν ή να σχολιάσουν ωραία σώματα.
Σε κάποιες παραστάσεις στην αγγειογραφία η σεξουαλικότητα των εραστών εκφράζεται με τη στάση του διαμηρίζειν: οι δυο μορφές στέκονται αντικριστά και ο εραστής ολοκληρώνει ανάμεσα στους μηρούς του ερωμένου. Απ΄ την άλλη, σπάνια συναντάμε απεικόνιση της πρωκτικής συνουσίας (στάση του πυγίζειν).Φαίνεται από τα αρχαία κείμενα πως θεωρούσαν υποτιμητική για τον παθητικό δέκτη αυτήν τη στάση. Στις Θεσμοφοριάζουσες και τις Νεφέλες του Αριστοφάνη συναντούμε λέξεις(καταπύγων και ευρύπρωκτος) που αποτελούσαν ταπεινωτικούς χαρακτηρισμούς που οφείλονταν στην εξής αντίληψη: όταν ο άνδρας συμπεριφέρεται θηλυπρεπώς υποτασσόμενος σε έναν άλλο άνδρα κατεβαίνει στο επιπεδο της γυναίκας.
Σκηνές έντονης σεξουαλικότητας εντοπίζονται σε αγγεία της ύστερης αρχαϊκής περιόδου (τέλη 6ου-αρχές 5ου αιώνα).Σε αυτές συμμετέχουν Σάτυροι, Σειληνοι και Μαινάδες, μέλη του διονυσιακού θιάσου και προσωποποιήσεις του οργιαστικού πνεύματος. Στην αττική αγγειογραφία συναντάμε και παραστάσεις με άνδρες που σοδομίζουν ζώα (όνους, ελάφια, αίγες) ή ζωόμορφα όντα (Σφίγγες), χωρίς να είναι σαφές αν πρόκειται για χιουμοριστικές σκηνές ή απεικόνιση της πραγματικότητας.
Tέλος, η έννοια της γονιμότητας υπήρξε έντονα διαδεδομένη κατά την αρχαιότητα. Η ιδέα αυτής εκφράζεται και δηλώνεται ποικιλότροπα, για παράδειγμα την παράσταση μιας γυναίκας με τονισμένες καμπύλες και μεγάλα στήθη, που κρατά ή θηλάζει ένα βρέφος, την απεικόνιση καρπών ή των γεννητικών οργάνων. Με αυτήν συνδέονται και οι Σάτυροι που συμβόλιζαν τις πρωταρχικές δυνάμεις της φύσης, αλλά και ο ιθυφαλλικός Πρίαπος (γιος της Αφροδίτης και του Διονύσου) που προβάλλει τον τεράστιο φαλλό του ως σύμβολο ευγονίας και αφθονίας.Ο φαλλός ως οργανοα αναπαραγωγής και γονιμότητας συνδέθηκε με την λατρεία κάποιων θεοτήτων, όπως του Διονύσου, της Δήμητρας και της Αφροδίτης. Στις Διονυσιακές γιορτές που καλούνται Φαλληφόρια οι λατρευτές περιέφεραν τεράστια ξύλινα ομοιώματα φαλλών και τραγουδούσαν σκωπτικά και άσεμνα άσματα από τα οποία προήλθε η κωμωδία.
Το όνομα του έρωτα συνδέεται με την γονιμότητα και με την φύση, πάνω στην οποία απεικονίζεται να κυριαρχεί. Συνήθως παριστάνεται με φτερά, οπλισμένος με τόξο και φαρέτρα. Τα βέλη του κανένας δεν δύναται να τα αποφύγει και μπορεί να αποβούν μοιραία. Κάνει συντροφιά με τις Μούσες, αγαπά τον χορό, την Ποίηση, την Μουσική. Στα Ελληνιστικά χρόνια συνυπήρχαν στον έρωτα ο Απόλλων και ο Διόνυσος. Σε αυτά τα χρόνια ο έρωτας αλλάζει πρόσωπα και προσωπεία, επιδεικνύει θεατρικότητα.
Σε κάποιες παραστάσεις απεικονίζεται ως ηνίοχος αρμάτων ή σε άλλες αθλητικές δραστηριότητες,
όπως πάλη, πυγμαχία, λαμπαδηδρομία. Ο Πλάτωνας του αφιερώνει τους δύο υπέροχους διαλόγους του <Συμπόσιο> και <Φαίδρο>. Ο Έρωτας στοχεύει στην αθανασία, την σωματική και την πνευματική. Ο λατίνος Απουλήιος σε ένα αλληγορικό διήγημά του εξιστορεί τα βάσανα του δίδυμου έρωτα-ψυχής, μέχρι η δεύτερη τελικά να αποκτήσει την αθανασία.
Ο Έρωτας στην αρχαία Ελλάδα συναντάται και με την αγοραία μορφή του. Μάλιστα ο Σόλων με την νομοθετική του μεταρρύθμιση φέρεται να καθιέρωσε την δημόσια πορνεία.[αρχές του 6ου αιώνα]. Μάλιστα ίδρυσε και τον ναό της Πανδήμου Αφροδίτης που προστάτευε τις εκδιδόμενες γυναίκες. Υπήρχαν οι δεικτηριάδες (δηλ.οι δακτυλοδεικτούμενες πόρνες), οι λεωφόροι(οι φθηνές γυναίκες που ψάρευαν πελάτες στο δρόμο), οι χαμαιτύπαι (επειδή συνευρίσκονταν κατάχαμα στο έδαφος), οι πόρνες των καπηλειών, των πανδοχείων κ.α. Από την άλλη υπήρχαν και οι καλλιεργημένες εταίρες που αποτελούσαν ιδανικές συντρόφους ενός άνδρα και προσφέρονταν όχι μόνο για έρωτα, αλλά και για συζήτηση. Αρκετές εταίρες συνδέθηκαν με σπουδαίους άνδρες τους οποίους γοήτευσαν, όπως η Ασπασία με τον Περικλή, η Φρύνη με τον γλύπτη Πραξιτέλη, η Λαΐς με τον Ζωγράφο Απελλή και η Γλυκέρα με τον ποιητή Μένανδρο.
Παιδεραστία: είναι όρος που σήμερα είναι επιφορτισμένος αρνητικά. Στην Αρχαιότητα όμως η παιδεραστία αποτελούσε έναν θεσμό που αφορούσε μόνο στους ελεύθερους πολίτες, που ήταν αφενός κοινωνικά αναγνωρισμένος και αφετέρου νομικά επιτρεπτός σε όλο τον ελληνικό κόσμο, όχι μόνο στην Αθήνα. Η παιδεραστική σχέση αφορούσε στην ψυχοπνευματική σχέση ενός ενήλικου έμπειρου άνδρα, του Εραστή, με έναν νεαρό(12-17 ετών),τον Ερωμένο. Επρόκειτο για ένα είδος παιδαγωγικού έρωτα, αφού ο εραστής-δάσκαλος στόχευε στην διαμόρφωση του ήθους και την καλλιέργεια της ψυχής του νεαρού που τον είχε γοητεύσει...
Οι Αρχαίοι λάτρευαν το γυμνό αντρικό σώμα και ήταν εξοικειωμένοι με αυτό. Οι παλαίστρες και τα γυμναστήρια ήταν χώροι που ευνοούσαν τη ερωτική προσέγγιση υποψήφιων εραστών και ερωμένων, αφού εκεί σύχναζαν οι άνδρες κάθε ηλικίας, οι νέοι για να μορφωθούν, οι άνδρες για να κρατηθούν σε καλή φυσική κατάσταση ,οι πιο μεγάλοι για να θαυμάσουν ή να σχολιάσουν ωραία σώματα.
Σε κάποιες παραστάσεις στην αγγειογραφία η σεξουαλικότητα των εραστών εκφράζεται με τη στάση του διαμηρίζειν: οι δυο μορφές στέκονται αντικριστά και ο εραστής ολοκληρώνει ανάμεσα στους μηρούς του ερωμένου. Απ΄ την άλλη, σπάνια συναντάμε απεικόνιση της πρωκτικής συνουσίας (στάση του πυγίζειν).Φαίνεται από τα αρχαία κείμενα πως θεωρούσαν υποτιμητική για τον παθητικό δέκτη αυτήν τη στάση. Στις Θεσμοφοριάζουσες και τις Νεφέλες του Αριστοφάνη συναντούμε λέξεις(καταπύγων και ευρύπρωκτος) που αποτελούσαν ταπεινωτικούς χαρακτηρισμούς που οφείλονταν στην εξής αντίληψη: όταν ο άνδρας συμπεριφέρεται θηλυπρεπώς υποτασσόμενος σε έναν άλλο άνδρα κατεβαίνει στο επιπεδο της γυναίκας.
Σκηνές έντονης σεξουαλικότητας εντοπίζονται σε αγγεία της ύστερης αρχαϊκής περιόδου (τέλη 6ου-αρχές 5ου αιώνα).Σε αυτές συμμετέχουν Σάτυροι, Σειληνοι και Μαινάδες, μέλη του διονυσιακού θιάσου και προσωποποιήσεις του οργιαστικού πνεύματος. Στην αττική αγγειογραφία συναντάμε και παραστάσεις με άνδρες που σοδομίζουν ζώα (όνους, ελάφια, αίγες) ή ζωόμορφα όντα (Σφίγγες), χωρίς να είναι σαφές αν πρόκειται για χιουμοριστικές σκηνές ή απεικόνιση της πραγματικότητας.