Η Μάχη των Πλαταιών

Ήταν η τελευταία μάχη του χερσαίου μετώπου κατά τη διάρκεια της δεύτερης εκστρατείας των Περσών στην Ελλάδα. Διεξήχθη τον Αύγουστο του στις Πλαταιές της Βοιωτίας. Στη μάχη αντίπαλοι ήταν οι Ελληνικές πόλεις-κράτη (Σπάρτη, Αθήνα, Κόρινθος και των Μέγαρα) και η Περσία του Ξέρξη Α'.479 π.Χ.
Τον προηγούμενο χρόνο, η περσική εκστρατεία στην Ελλάδα είχε σημειώσει σημαντικές επιτυχίες στη μάχη των Θερμοπυλών και στη ναυμαχία στο Αρτεμίσιο, και καταλήφθηκαν η Θεσσαλία, η Βοιωτία και η Αττική. Αλλά, η νίκη των Ελλήνων στη ναυμαχία της Σαλαμίνας παρεμπόδισε την κατάληψη της Πελοποννήσου από τους Πέρσες. Ο Ξέρξης υποχώρησε με μεγάλο μέρος του στρατού του και άφησε το στρατηγό του, τον Μαρδόνιο, να μάχεται με τους Έλληνες το επόμενο έτος.

Ο Μαρδόνιος πριν εισβάλει νότια επιχείρησε να αποσπάσει τους Αθηναίους από την ελληνική συμμαχία στέλνοντας σαν πρέσβη το βασιλιά της Μακεδονίας Αλέξανδρο ο οποίος υποσχέθηκε να αποζημιώσει για τις ζημιές και να προσφέρει οποιαδήποτε βοήθεια αν συμμαχούσαν με τους Πέρσες. Όταν έμαθαν οι Σπαρτιάτες για την πρεσβεία αυτή φοβήθηκαν γιατί ήξεραν οτι η Αττική είχε ερημωθεί και οι Αθηναίοι αντιμετώπιζαν το φάσμα της πείνας επίσης ήταν δυσαρεστημένοι γιατί οι Πελοποννήσιοι δεν είχαν στείλει στρατό έγκαιρα στη Βοιωτία όπως είχαν υποσχεθεί ώστε να προστατέψουν την πόλη τους. Γι' αυτό βιάστηκαν να στείλουν πρέσβεις ώστε να προλάβουν τη συνθηκολόγηση υποσχόμενοι οτι αυτοί και οι υπόλοιποι σύμμαχοι θα ανελάμβαναν να θρέψουν τις οικογένειες των Αθηναίων.

Οι Αθηναίοι περίμεναν και τους πρέσβεις της Σπάρτης ώστε να απαντήσουν μπροστά τους στον απεσταλμένο του Μαρδόνιου και αφού άκουσαν τα λόγια και των δυο απήντησαν στο Μαρδόνιο μέσω του Αριστείδη "ότι όσο ο ήλιος δεν αλλάζει πορεία δεν πρόκειται να συνθηκολογήσουν με τον Ξέρξη αλλά μένοντας πιστοί στους θεούς και τους ήρωες που εκείνος έκαψε τους ναούς τους και τα αγάλματα θα επιμείνουν να αγωνίζονται για την ελευθερία τους". Στους Σπαρτιάτες είπαν πως τους ευχαριστούν για την πρόταση αλλά θα τα καταφέρουν μόνοι τους και το μόνο που τους παρακαλούν είναι να στείλουν το ταχύτερο στρατό στη Βοιωτία ώστε να ενωθεί με τον Αθηναϊκό να πολεμήσει.


Οι Σπαρτιάτες όμως για μια ακόμη φορά αθέτησαν το λόγο τους μη στέλνοντας στρατό στη Βοιωτία παρά μένοντας στη πατρίδα τους γιόρταζαν τα Υακίνθια.Αποτέλεσμα ήταν ο Μαρδόνιος να περάσει απο τη Θεσσαλία στην Αττική ανεμπόδιστος έχοντας μαζί του ως συμμάχους όλα τα έθνη της ανατολικής Ελλάδας αναγκάζοντας τους Αθηναίους για δεύτερη φορά μη μπορώντας να αντιμετωπίσουν τόσο πολυάριθμο στρατό να εγκαταλείψουν την πόλη τους και να μεταβούν στη Σαλαμίνα.
Εκεί ο Μαρδόνιος έστειλε δεύτερη πρεσβεία στους Αθηναίους να επαναλάβει τις προηγούμενες προτάσεις. Η νέα απιστία των Σπαρτιατών είχε οξύνει τα πνεύματα παρ'όλα αυτά όταν ανακοινώθηκαν οι προτάσεις στη βουλή, όλοι οι βουλευτές εκτός απο έναν ονόματι Λυκίδης, απέκρουσαν τις προτάσεις των Περσών και θανάτωσαν με λιθοβολισμό τον βουλευτή και την οικογένειά του.Οι Αθηναίοι έστειλαν πρέσβεις στη Σπάρτη μαζί με τους Μεγαρείς και τους Πλαταιείς για να διαμαρτυρηθούν για τη νέα αυτή αθέτηση και να απαιτήσουν την άμεση αποστολή στρατού αν όχι στη Βοιωτία που είχε καταληφθεί απο τον εχθρό στο Θριάσιο πεδίο.

Οι έφοροι των Σπαρτιατών αφού άκουσαν την πρεσβεία είπαν ότι θα το σκεφτούν και θα απαντήσουν αντ'αυτού καθυστέρησαν 10 ημέρες αναβάλλοντας την απάντηση συνεχίζοντας να γιορτάζουν τα Υακίνθια και να οχυρώνουν τον ισθμό. Έτσι αφού οι πρέσβεις των Αθηναίων δυσανασχέτησαν τους είπαν ότι αν την επομένη δεν λάβουν απάντηση θα συμμαχήσουν με το Πέρση. Οι έφοροι φοβούμενοι αυτή την κατάληξη ειδοποίησαν τους Αθηναίους ότι ο στράτος είχε ήδη ξεκινήσει και βρισκόταν αυτή την ώρα έξω απο τα σύνορα της Σπάρτης, 5000 Σπαρτιάτες που τον καθένα ακολουθούσαν 7 ελαφρά οπλισμένοι είλωτες. Το παράδειγμα των Σπαρτιατών ακολούθησαν και άλλοι Πελοποννήσιοι ώστε έφυγε απο την Πελοπόννησο σημαντική δύναμη με αρχηγό τον Παυσανία επίτροπο του ανήλικου βασιλιά Πλείσταρχου γιου του νεκρού βασιλιά Λεωνίδα. Ο Μαρδόνιος εφόσον ειδοποιήθηκε απο τους Αργείους για τις κινήσεις του Πελοποννησιακού στρατού υποχώρησε αφού λεηλάτησε την περιοχή του Τατοίου την οποία είχε σεβαστεί με την ελπίδα της συνθηκολόγησις των Αθηναίων προς την Βοιωτία και στρατοπέδευσε στην πεδιάδα μπροστά απο την τειχισμένη πόλη των Θηβαίων συμμάχων του ώστε να καλύψει τα νώτα του και να μπορέσει να αγωνιστεί σε ανοικτό χώρο.

Ο Ελληνικός στρατός άργησε να φτάσει στην Ελευσίνα γιατί οι Λακεδαιμόνιοι αναγκάστηκαν να περιμένουν τους άλλους Πελοποννήσιους.Προσήλθαν τελικά,1500 Τεγεάτες, 5000 Κορίνθιοι, 300 Ποτιδαιάτες, άποικοι των Κορινθίων,600 Ορχομένιοι αρκάδες, 3000 Σικυώνιοι,800 Επιδαύριοι,1000 Τροιζήνιοι,200 Λεπρεάτες, 400 Μυκηναίοι και Τιρύνθιοι,1000 Φλιάσιοι, 300 Ερμιονείς,600 Ερετριείς και Στυρείς, 400 Χαλκιδείς,500 Αμβρακιώτες,800 Λευκάδιοι,200 Παλλείς από την Κεφαλληνία και 500 Αιγινίτες. Όταν ο στρατός έφτασε στα Μέγαρα ενώθηκε με 8000 Αθηναίους και 600 Πλαταιείς με αρχηγό τον Αριστείδη. Στις δυνάμεις αυτές αν προστεθούν και οι 5000 Σπαρτιάτες που ακολουθούνταν απο 3500 είλωτες και 1800 Θεσπιείς ,ο ελληνικός στρατός αριθμούσε 11000 άνδρες.Απο την Ελευσίνα ο Παυσανίας περνώντας στη Βοιωτία είδε τον περσίκο στρατό να έχει παραταχθεί στον Ασωπό ποταμό και μη τολμώντας να κατέβει στην πεδιάδα ώστε να αντιπαρατεθεί με τους 300.000 άνδρες του περσικού στρατού,προτίμησε να στρατοπεδεύσει στους πρόποδες του βουνού.


Τότε ο Μαρδόνιος έκανε το λάθος να προσβάλει τους Έλληνες με το ιππικό του το οποίο ήταν άριστο και πολυάριθμο και το οδηγούσε ένας απο τους καλύτερους πέρσες αξιωματικούς,ο Μασίστιος.Το λάθος ήταν ότι το έδαφος όντας ανώμαλο δεν προσφερόταν για τέτοιου είδους επίθεση.Έτσι οι Μεγαρείς που δέχθηκαν την επίθεση λόγω της θέσης τους αφού πιέστηκαν στην αρχή φοβερά βοηθούμενοι απο 300 Αθηναίους με αρχηγό τον Ολυμπιόδωρο απέκρουσαν τον εχθρό και μάλιστα στη μάχη έπεσε και ο Μασίστιος,το σώμα του οποίου έμεινε στα χέρια των Ελλήνων που το περιέφεραν πάνω σε άμαξα σε όλο το στρατόπεδο.

Βλέποντας αυτή την εξέλιξη ο Παυσανίας κατέβηκε απο την ορεινή θέση σε χαμηλότερο χώρο αποφεύγοντας όμως την πεδιάδα και στρατοπέδευσε στις Πλαταιές.Ο Μαρδόνιος ακολούθησε τον Παυσανία και βαδίζοντας παρατάχθηκε ακριβώς απέναντι απο τον ελληνικό στρατό έτσι ώστε ο ποταμός Ασωπός χώριζε τις δυο πλευρές.

Καθώς όμως οι δυο στρατοί ήταν παραταγμένοι και έτοιμοι για μάχη συνέβη το εξής. Οι Ελληνες αλλά και οι Πέρσες κατα το σύνηθες πριν την μάχη έκαναν θυσίες και ζητούσαν την συμβουλή των "προφητών". Ελαβαν όμως και οι δυο την ίδια απάντηση ότι θα έπρεπε να αμυνθούν και ότι όποιος περνούσε το ποτάμι πρώτος θα γνώριζε την ήττα. Έτσι ο ένας περίμενε την επίθεση του άλλου χωρίς να γίνεται τίποτα. Η αναβολή δεν ευνοούσε τους Αθηναίους γιατί ο Μαρδόνιος μετα την συμβουλή των Θηβαίων κατέλαβε τον Κιθαιρώνα και συνέλαβε 500 υποζύγια που μετέφεραν τροφές στο ελληνικό στρατόπεδο και έτσι απέκλεισε τους Ελληνες στην Βοιωτία.

Μεγαλύτερος όμως ήταν ο κίνδυνος όπως περιγράφει ο Πλούταρχος στην πόλη των Αθηνών όπου οι πλούσιοι Αθηναίοι σκεφτόντουσαν την κατάργηση του δήμου και την εγκαθίδρυση ολιγαρχίας πράγμα που απέτρεψε ο Αριστείδης.

Ο Μαρδόνιος την 10η μέρα εκνευρισμένος απο την πολυήμερη αποχή διέταξε να ετοιμαστεί ο στρατός για μάχη κάτι όμως που τελικά δεν έγινε απλά αρκέστηκε να παρενοχλεί τους Ελληνες πετυχαίνοντας όμως ένα σπουδαίο πλεονέκτημα καθώς τους ανάγκασε να εγκαταλείψουν την μοναδική πηγή νερού. Ο Παυσανίας βλέποντας ότι ο στρατός του πάσχει πλέον απο τροφές και έλλειψη νερού διέταξε να υποχωρήσουν βόρεια της πόλης των Πλαταιών στη θέση Νήσο και εκεί να επιτεθεί η μισή ελληνική δύναμη ώστε να ανοίξη το πέρασμα του Κιθαιρώνα για να μπορούν να εφοδιάζονται. Με το που έπεσε η νύχτα άρχισε η μετακίνηση της ελληνικής παράταξης.


Πρώτα ξεκίνησαν οι Κορίνθιοι και Μεγαρείς που αποτελούσαν το κέντρο αντι όμως να πάνε στην Νήσο στρατοπέδευσαν στις Πλαταιές. Ο Παυσανίας ήσυχος ότι το κέντρο της παράταξης του έφτασε στο σημείο που είχε υποδείξη διέταξε την δεξιά πτέρυγα δηλαδή τους Λακεδαιμονίους και τους Τεγεάτες να ακολουθήσουν ενω ταυτόχρονα άρχισαν να κινούνται και οι Αθηναίοι απο άλλο όμως δρόμο. Ο Μαρδόνιος όταν πληροφορήθηκε την υποχώρηση των Ελλήνων καταλήφθηκε απο περιφρόνηση για τους αντιπάλους λέγοντας "αυτοί είναι οι Σπαρτιάτες που πρώτα άλλαξαν θέσεις για να μην πολεμήσουν με τους Πέρσες και έπειτα τράπηκαν σε φυγή;".
Και διέταξε το στρατό του να περάσει τον Ασωπό και να καταδιώξει τον εχθρό θεωρώντας την νίκη σίγουρη.

Πρώτος προσβλήθηκε ο Παυσανίας απο το περσικό ιππικό και λίγο αργότερα απο το σύνολο σχεδόν του περσικού στρατού και έστειλε ιππέα να ζητήσει την βοήθεια των Αθηναίων.Οι Αθηναίοι όμως δεν ήταν σε θέση να βοηθήσουν καθώς δέχονταν επίθεση απο τους Θηβαίους. Αναγκαστικά λοιπόν 53.000 Λακεδαιμόνιοι και Τεγεάτες βρέθηκαν να αντιμετωπίζουν ολόκληρο τον περσικό στρατό. Οι Πέρσες, Μήδοι και Σάκες που προπορεύονταν του περσικού στρατού μόλις έφτασαν σε απόσταση βολής έμπειξαν τις ασπίδες τους στο χώμα και άρχισαν να ρίχνουν βροχή απο βέλη.Η ελληνική παράταξη βρέθηκε σε δεινή θέση καθώς δεν έιχε τοξότες και υφίσταντο φοβερές απώλειες.Πολλοί άνδρες σκοτώθηκαν μεταξύ αυτών και ο Καλλικράτης που ξεψυχώντας έλεγε ότι δεν τον νοιάζει που πεθαίνει για την πατρίδα λυπάται μόνο που δεν πρόλαβε να χρησιμοποιήσει τα χέρια του για να πετύχει έργο αντάξιο της προθυμίας του.

Ο Παυσανίας σε απόγνωση γύρισε το βλέμμα προς το ναό της Ηρας και παρακάλεσε να φανεί ποιο ευνοική. Οι Τεγεάτες μαντεύοντας ότι η θεά θα ακούσει τις προσευχές τους πριν πάρουν την διαταγή του στρατηγού όρμησαν εναντίον του εχθρού και ακολούθησαν οι Λακεδαιμόνιοι με την διαταγή του Παυσανία. Το πρόχειρο περιτείχισμα που είχαν φτιάξει οι Πέρσες ανατράπηκε πολύ γρήγορα αλλα η μάχη συνεχιζόταν με τους Πέρσες να μην μπορούν να αντιπαρατεθούν καθώς η ελαφριά τους εξάρτηση δεν μπορούσε να αντιμετωπίση τους Ελληνες που ήταν οπλισμένοι με μακριά δόρατα και θωρακισμένοι απο την κορφή ως τα νύχια. Στη διάρκεια της συμπλοκής πολλοί απέλπισμένοι Πέρσες άρπαζαν τα ελληνικά δόρατα των Σπαρτιατών προσπαθώτας να τα σπάσουν.Ο ίδιος ο Μαρδόνιος διέπρεπε επικεφαλής των 1.000 σωματοφυλάκων του μέχρι που σκοτώθηκε απο τον Σπαρτιάτη Αείμνηστο και τότε οι Πέρσες άρχισαν να στρέφουν τα νώτα περνώντας τον Ασωπό κατευθυνόμενοι στο οχυρώμενο περσικό στρατόπεδο όπου βλέποντας οι υπόλοιποι Ασιάτες τους Πέρσες να νικιούνται εγκατέλειψαν και αυτοί το πεδίο της μάχης.

Στην αριστερή πλευρά οι Αθηναίοι πολέμησαν τους Βοιωτούς οι οποίοι αφού έχασαν 300 οπλίτες αποσύρθηκαν στην περιτοιχισμένη πόλη της Θήβας.Οι υπόλοιποι ελληνες που ακολουθούσαν τον Μαρδόνιο δεν ενεπλάκησαν καθόλου παρα έμεναν και έβλεπαν τους Θηβαίους να σφαγιάζονται άπρακτοι. Απο τους δυο στρατούς πολλοί δεν αγωνίστηκαν καθόλου. Άπο τους εχθρούς πήραν μερος στην μάχη οι Πέρσες,Μήδοι,Σάκες στην αριστερή πτέρυγα και οι Βοιωτοί στην δεξιά.Ο Αρτάβαζος με 40.000 άνδρες βλέποντας να τρέπονται σε φυγή οι γύρω απο τον Μαρδόνιο αντί να τον βοηθήσει αναχώρησε προς Θεσσαλία και Μακεδονία για την Ασία.


Απο τους Ελληνες αγωνίστηκαν οι Λακεδαιμονιοι,Τεγεάτες στα δεξιά και οι Αθηναίοι και Πλαταιείς στα αριστερά.Οι υπόλοιποι Ελληνες του κέντρου που είχαν βρεθεί σε λάθος σημείο το προηγούμενο βράδυ αφού έμαθαν για την μάχη όρμησαν άτακτα μπροστά και υπέστησαν απώλεις απο το ιππικό των Θηβαίων χάνοντας 600 άνδρες. Ήταν όμως αργά για να αλλάξει η έκβαση της μάχης. Οι Λακεδαιμόνιοι δεν σταμάτησαν αλλά συνέχισαν να καταδιώκουν τον εχθρό φτάνοντας στο οχυρωμένο στρατόπεδο όπου είχαν καταφύγει οι Πέρσες και μαζί με τους υπόλοιπους Ελληνες κατάφεραν να το καταλάβουν. Ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι με την πτώση του στρατοπέδου οι Ελληνες διέπραξαν τέτοια σφαγή ώστε αν εξαιρεθούν οι 40.000 του Αρτάβαζου απο τις 260.000 του περσικού στρατού απέμειναν μόνο 3.000 άνδρες πράγμα μάλλον υπερβολικό.Ο Πλούταρχος αναφέρει ότι έπεσαν 1360 Ελληνες .

Οι νεκροί κηδεύτηκαν κοντά στις πύλες των Πλαταιών σε χωριστούς τάφους κάθε πόλης,μόνο οι Λακεδαιμόνιοι έφτιαξαν 3 ξεχωριστούς τάφους έναν για όσους διέπρεψαν στην μάχη έναν για τους υπόλοιπους Σπαρτιάτες και έναν για τους είλωτες.

Μετά την καταστροφή του περσικού στρατού οι Ελληνες στράφηκαν στην τιμωρία των Θηβαίων που είχαν βοηθήσει τους βαρβάρους. Απαίτησαν την παράδοση την Θηβαίων αρχηγών που μήδισαν Τιμηγενίδη και Ατταγίνη,οι Θηβαίοι όμως αρνήθηκαν και έτσι άρχισε η πολιορκία .Οι Θηβαίοι πρότειναν στον Παυσανία να του δώσουν χρήματα εκείνος όμως αρνήθηκε. Τότε οι Θηβαίοι αναγκάστηκαν να παραδώσουν τους άντρες όμως αντί του Ατταγίνη που είχε διαφύγει πρότειναν να παραδώσουν την οικογένεια του κατι που δεν έγινε δεκτό απο τον Παυσανία λέγοντας πως δεν είναι σωστό να πληρώσουν τα παιδιά επειδή μήδισε ο πατέρας. Αρκέστηκε στον Τημενίδη και μερικούς άλλους τους οποίους οδήγησε στην Κόρινθο και τους θανάτωσε χωρίς δίκη φοβούμενος ότι ο πλούσιος Θηβαίος θα εξαγόραζε τους δικαστές.