Η Έννοια του χρόνου στην Μυθολογία και την Φιλοσοφία

Οι αρχαίοι σοφοί, προσπαθώντας να διεισδύσουν στο μυστήριο της ύπαρξης, προκάλεσαν τη γέννηση του μύθου. Ο μυθικός λόγος έδινε μια απάντηση στα θεμελιώδη ερωτήματα του ανθρώπου για την προέλευση του κόσμου, την αιτία του, τη ζωή και το νόημά της, το θάνατο και το μυστήριό του κλπ. Μέσα από αλληγορίες και μεταφορικές περιγραφές, ο μύθος έκρυβε αλήθειες που είχαν σχέση με την εξέλιξη της ψυχής και την πνευματική πρόοδο του ανθρώπου επί της γης, αλλά και αλήθειες για τον κόσμο και την πορεία του στο χρόνο.

Κάθε μύθος, όπως και κάθε σύμβολο, μπορεί να ερμηνευτεί με πολλούς τρόπους και συχνά συναντάμε απόψεις και ερμηνείες που δεν συμβιβάζονται απόλυτα με την κοινή λογική ή την επιστημονική εξήγηση των φαινομένων. Πολλές φορές μάλιστα, οι ερμηνείες που δίδονται για ορισμένους μύθους ή σύμβολα, αγγίζουν τον τομέα που χαρακτηρίζεται ως «φαντασία». Ας προσπαθήσουμε όμως να κατανοήσουμε τους μύθους όχι με το νου αλλά με την καρδιά, όχι με τη σκέψη αλλά με το «νιώσιμο» της καρδιάς, όπως προστάζει η Φωνή της Σιγής.

Τι είναι ο χρόνος; Όταν ρώτησαν τον Αυγουστίνο τι έκανε ο θεός προτού δημιουργήσει το σύμπαν, εκείνος υποστήριζε ότι:

    «Η έννοια του χρόνου δεν έχει νόημα πριν την αρχή του σύμπαντος. Ο χρόνος είναι μια ιδιότητα του σύμπαντος και συνεπώς, δεν υφίσταται χρόνος πριν από το σύμπαν».

Ο Αριστοτέλης θεωρούσε τον χρόνο σαν μια συστατική έξη της κίνησης και τον τοποθετούσε μέσα στο σώμα του ουρανού, δηλαδή του ορατού σύμπαντος. Έλεγε ότι:


«Σώμα δίχως κίνηση δεν υπάρχει, και επειδή έξω από τον ουρανό δεν υπάρχει σώμα, άρα δεν υπάρχει χρόνος έξω από αυτόν» (Περί Ουρανού). Αναφερόμενος στον Δημόκριτο (Α71) έγραφε: «Υποστηρίζουν ότι ο χρόνος είναι αδημιούργητος και με αυτό ο Δημόκριτος αποδεικνύει ότι τίποτε δεν μπορεί να δημιουργηθεί αφού ο χρόνος δεν έχει δημιουργηθεί. Είχε πειστεί όμως ότι ο χρόνος είναι αιώνιος».


Αν το σύμπαν άρχισε να υπάρχει από τη στιγμή της μεγάλης έκρηξης και μετά, μπορούμε ενδεχομένως να πούμε ότι ο χρόνος της μέτρησης των γεγονότων είχε μια αρχή, τουλάχιστον στο δικό μας ουρανό ή σύμπαν. Και ότι η εξάπλωση του σύμπαντος αποτελεί, κατά κάποιο τρόπο, το ξεδίπλωμα του χρόνου στον κόσμο μας. Αισθανόμαστε την ύπαρξή του μέσα από την ροή των γεγονότων και την κίνηση των ουρανίων σωμάτων, τα οποία σύμφωνα με τον Πλάτωνα (Τίμαιος) «φανερώνουν σε εμάς την κίνηση και το μέτρο του χρόνου».

Οι πλανήτες έγιναν όργανα που διατηρούν τους αριθμούς (με τις αστρικές περιόδους) και έτσι, με τη βοήθειά τους, ο χρόνος που είναι το αντίτυπο της αιωνιότητας, ή ένα είδος κινητής εικόνας της αιώνιας ύπαρξης (Τίμαιος) ενσαρκώνεται στον αισθητό και ορατό κόσμο και γίνεται ο χρόνος της μέτρησης.

Στις μυθικές παραδόσεις η ιστορία της πρώτης γέννησης του χρόνου παίρνει τη μορφή ενός προσωπικού μύθου, του μύθου του θεού Κρόνου – του Kranan των Ινδών. Οι λέξεις Κρόνος, Kranan ή Κράντωρ, δηλαδή κυρίαρχος, ηγεμών και δημιουργός έχουν ως κοινή ρίζα το καρ. Εξηγώντας το όνομα του Κρόνου ο Πλάτων (Κρατύλος) αναφέρεται στη ροή και την κίνηση: «Θαρρείς ότι τυχαία έδωσαν στον Κρόνο και τη Ρέα ονόματα ρευμάτων;» Παραπάνω στο ίδιο κείμενο όμως, θεωρεί ότι το όνομα Κρόνος προέρχεται από τη λέξη Κούρος, δηλαδή νέος αλλά και καθαρός και αμόλυντος. Παρουσιάζει έτσι, δύο όψεις του θεού Κρόνου.

Ο Πρόκλος (Πλατωνική Θεολογία) ενισχύει αυτή την άποψη περί του αμόλυντου θεού, θεωρώντας ότι η ένωση του πατρός Κρόνου και των άσπιλων θεών είναι αμόλυντη και ανυπέρβλητη. Γι’ αυτό, οι λόγιοι της εποχής των Νεοπλατωνικών λέγουν ότι ο Χρόνος είναι «εκείνος για τον οποίο τηρείται σιγή. Ο Κύριος που γίνεται γνωστός στις ψυχές μόνο μέσω του Νου. Τον εγκατέστησαν εντός της πατρικής σιγής και τον ανυμνούν σαν πατέρα των πατέρων. Χρόνος και κόσμος άρχισαν μαζί, σαν το ατελές αντιφέγγισμα της αιώνιας ταυτότητας».(Πρόκλος στον Αλκιβιάδη, Κρατύλο, Παρμενίδη)

Η εικόνα αυτή του θεού Κρόνου έρχεται σε αντίθεση με τον Ησιόδειο θεό, ο οποίος παρουσιάζεται ως δόλιος και αγκυλομύτης. Ο θεός Κρόνος του Ησίοδου, ως γιος του θεού Ουρανού, ανήκει στη δεύτερη θεοκρατική τάξη και εμφανίζεται ως προσωποποίηση της ροής του χρόνου, που καταβροχθίζει αυτά που προκάλεσε. Υπό αυτή την έννοια, είναι το «ρεύμα» της πρώτης ερμηνείας του Κρατύλου που αναφέρθηκε παραπάνω. Αρπάζοντας την εξουσία από τον πατέρα του, κυριαρχεί στην μορφή και στην ύλη και συνεπώς, γίνεται ο πατέρας κάθε περαιτέρω εξέλιξής της. Παρά την κατοπινή κυριαρχία του Διός – όταν αναπτύσσεται η συνείδηση στον κόσμο – ο θεός Κρόνος παραμένει πατέρας, κριτής και πανδαμάτωρ χρόνος.

Αναφέρεται ως κριτής στα νησιά των Μακάρων από τον Ησίοδο και τον Πίνδαρο, και οι αρχαίοι Έλληνες αφιέρωναν πολλές γιορτές σ’ αυτόν, όχι μόνο για να τον τιμήσουν ως δημιουργό αλλά και για να τον εξευμενίσουν ως κριτή τους. Διότι μέσα στο χρόνο τον οποίο προσωποποιεί, όλα τα άδικα διορθώνονται και η σωτηρία εξασφαλίζεται γιατί εκείνος κρίνει και κυριαρχεί επί πάντων. Τίποτε δεν του ξεφεύγει και γι’ αυτό είναι πανούργος και αγκυλομύτης.

Η κυριαρχία του επάνω στη μορφική ύλη αρχίζει με τον ακρωτηριασμό της γονιμοποιού δύναμης του Ουρανού με ένα δρεπάνι. Το δρεπάνι όμως, εκτός από σύμβολο θανάτου, είναι και εργαλείο θερισμού, δηλαδή σύμβολο της καινούργιας συγκομιδής. Αφαιρώντας τα γεννητικά όργανα του πατέρα του, δηλαδή τη δημιουργική του δύναμη, ο θεός Κρόνος γίνεται το πνεύμα-γιος, που θα δημιουργήσει ζωή και θα εγκαινιάσει τη νέα εποχή, η οποία χαρακτηρίζεται από τη διχόνοια, που φαίνεται ότι αποτελεί μια εξελικτική αναγκαιότητα σε αυτό το στάδιο της πορείας της ζωής.


Ας δούμε όμως και την άλλη όψη του, εκείνη που αφορά τον αγνό και αμόλυντο Κύριο, όπως τον αποκαλεί ο Πρόκλος, ή τον Κούρο, όπως περιγράφεται στον Κρατύλο.

Για το σκοπό μας αυτό ας στραφούμε στον Ορφέα, ο οποίος δίδασκε ότι από το νερό και τη λάσπη – τη συνεχή και τη μεριστή ουσία – γεννήθηκε ένας δράκοντας με κεφάλι λιονταριού και ταύρου, ενώ ανάμεσά τους υπήρχε το πρόσωπο ενός θεού που ονομάζεται Κρόνος και Ηρακλής. Το πλάσμα αυτό είχε φτερούγες στους ώμους του, και ο Ορφέας το θεωρούσε ως συμβολική παράσταση της πρώτης Αρχής, που δεν είχε καμία σχέση με τον Ησιόδειο Κρόνο, ή τον ομώνυμο πλανήτη.

Για τον Ορφέα ήταν Πρωτόγονος και Παν, δισώματος – δηλαδή ανδρόγυνος – και γέννησε το απεριόριστο Χάος και το ομιχλώδες Έρεβος. Αποτελούσε μια από τις δύο αρχές-ουσίες της φύσης και τον τοποθετούσε στο υψηλότερο σημείο της δημιουργικής πνευματικής ιεραρχίας, όπως ήταν και ο Μιθραϊκός θεός Κρόνος-Αιώνας που κρατούσε το κλειδί της ύπαρξης.

Παρά τα πολλά ονόματα που του έδινε στους ύμνους του, ο Ορφικός Κρόνος-Ηρακλής θεωρούταν άρρητος, ακατονόμαστος θεός, άφυλλος και δίχως επιθυμίες. Οι τέσσερις μορφές – λιοντάρι, ταύρος, θεός και φτερούγες – είναι παρόμοιες με τις τέσσερις μορφές σύμβολα που παρατηρούμε στη χριστιανική εικονογραφία (όπου θεός = άνθρωπος και φτερούγες = αητός).

Τοποθετώντας τις μορφές αυτές στο ζωδιακό κύκλο, έχουμε τα τέσσερα ζώδια – λέοντα, ταύρο, υδροχόο (άνθρωπο ή θεό) και σκορπιό (ή αητό ή φτερούγες), καθώς και τα τέσσερα στοιχεία που αντιπροσωπεύονται από αυτά, δηλαδή πυρ, γη, αέρα και νερό, που είναι τα τέσσερα ριζώματα του Εμπεδοκλή. Γι’ αυτό ο Ορφικός θεός Κρόνος είναι Παν, όπως επίσης και εκείνος που γεννά το αργυρό αυγό του σύμπαντος. Βλέπουμε δηλαδή εδώ το νοούμενο του παντός της εκδηλωμένης ζωής στο σύμπαν.

Σε άλλες παραδόσεις (Ινδική) χρησιμοποιείται ένα πτηνό αντί των πτερύγων του Ορφικού ή Μιθραϊκού Κρόνου. Το πτηνό, από τη θετική του πλευρά, συμβολίζει τόσο την πτητικότητα όσο και το ιδανικό πέταγμα του πνεύματος ως ένα είδος «οντότητας» ανεξάρτητης και σταλμένης από το μυστήριο του όντος. Είναι επίσης, σύμβολο του οργανωτικού πνεύματος της πρωταρχικής αγνής, αιθερικής ύλης που ενεργοποιείται σε κάθε νέα εκδήλωση των κόσμων. Ο μυθικός λευκός κύκνος Hamsa γεννά το κοσμικό αυγό, όπως και η ιερή Ίβις της αρχαίας Αιγύπτου.

Οι Πυθαγόρειοι πίστευαν ότι ο Χρόνος ταυτίζεται με τη δεύτερη όψη της Παγκόσμιας Ψυχής, και τη δράση της στα πεδία της εκδήλωσης ως δημιουργικό πνεύμα. Όπως λέγουν, όταν η Παγκόσμια Ψυχή θέλησε να αποκτήσει κάποια δραστηριότητα, στράφηκε προς την κίνηση και τότε ξεπήδησε ο χρόνος που πρωτύτερα δεν ήταν φανερός. Η δραστηριότητα του χρόνου είναι εμφανής όσο διαρκεί η εκδήλωση των κόσμων, και σαν εξελικτικό πνεύμα που οργανώνει την ύλη, γίνεται έκδηλος σε καθετί υπαρκτό στη φύση.

Ο Κρόνος θεωρείται κυρίαρχος της ημέρας του Σαββάτου, αλλά δεν θα πρέπει να το εκλάβουμε ως την τελευταία ημέρα της εβδομάδας, αλλά ως το Sabbath, δηλαδή την ημέρα του πνεύματος και της πνευματικής τελείωσης. Την ημέρα αυτή – το συμβολικό Σάββατο – ο άνθρωπος καλείται να σταματήσει κάθε φυσική δραστηριότητα και να στραφεί προς την πνευματική εργασία. Διότι αυτή η ημέρα είναι η έβδομη, η ημέρα της ανάπαυσης του δημιουργού, η ημέρα κατά την οποία το Atman στρέφεται στον εαυτό του.

Ας μην ξεχνάμε ότι κι ο Εβραίος Χριστός «θεράπευε» πάντοτε κατά την ημέρα του Σαββάτου, διότι ως εκπρόσωπος και προϊόν της τελικής πνευματικής πραγμάτωσης του ανθρώπου, ενεργούσε επάνω στις ψυχές των πνευματικά ασθενών και νεκρών, εκείνη την ημέρα κατά την οποία τελείωνε συμβολικά ο χρόνος της σωματικής φύσης και άρχιζε η περίοδος της πνευματικής αναγέννησης του ανθρώπου, που είναι η περίοδος του αιώνιου.

Τι είναι το αιώνιο; Κατά τον Πλωτίνο (Περί Αιώνος και Χρόνου): «Η ψυχική ενέργεια του Αιώνιου Όντος που δίνει ζωή, κίνηση και ύπαρξη στο έγχρονο σύμπαν. Η αισθητή ενσάρκωση που εξελίσσεται σε χρόνο εμπεριέχει το ακατάληπτο αιώνιο και ο χρόνος, η όψη του αιώνιου, γίνεται για τους ανθρώπους αόρατος και αόριστος μέσα στο άβατο της ψυχής τους».

Και ο Πλάτων (Τίμαιος) λέει ότι:

    «Η ψυχή του Όντος δίνει γέννηση στο χρόνο και η επέκταση της ζωής της είναι η διάρκειά του». Με τα λόγια αυτά ορίζει ότι, όταν σταματήσει η δραστηριότητα της ψυχής, τότε μένει μόνο το αιώνιο, η αιωνιότητα. Αιώνιο, Αιώνας και Αιωνιότητα είναι έννοιες που απασχόλησαν πολύ την αρχαία σκέψη, τόσο ως προς τη φύση τους όσο και ως προς τη σχέση τους με το χρόνο ή τον θεό Κρόνο. «Αιώνα, το άπαντα», αποκαλούσε ο Αριστοτέλης την πέρα από την εξώτατη κίνηση κατάσταση ή ύπαρξη. Θεωρούσε δε ότι ο χαρακτηρισμός Αιώνας, δόθηκε με θεϊκή έμπνευση από τους αρχαίους. «Εκείνο που περιέχει το χρόνο ολόκληρο και την απειρία, το απεριόριστο, είναι ο Αιώνας που πήρε το όνομά του από το ‘αεί είναι’, και είναι αθάνατος και θείος».

Οι Γνωστικοί χρησιμοποιούσαν τον όρο «Αιώνας» ή «Αιών» για να υποδηλώσουν τις ιεραρχίες των πνευματικών όντων. Αιώνες δεν είναι οι εκατονταετηρίδες ετών, όπως οι yuga των Ινδών ή αλλιώς εποχές που αποτελούν τμήμα του χρόνου της μέτρησης. Οι Γνωστικοί Αιώνες είναι θείες υποστάσεις, αιώνια Όντα, Ιδέες. Κάθε Αιώνας είναι πλήρης άλλων πνευματικών όντων, και έχει μέσα του εν δυνάμει την τελείωση και την κίνηση όπως και ο Πλατωνικός Χρόνος-Ιδέα, «η κίνηση του οποίου δεν μετράται με αριθμούς, παρά είναι και παραμένει ένα διαρκές παρόν, μια πνευματική ολότητα» (Τίμαιος).

Οι Αιώνες της Δοξασίας, όπως τους αποκαλεί ο Βαλεντίνος (Αιωνολογία) βρίσκονται στη Σιγή, άγνωστοι και άρρητοι, όπως ο αμόλυντος θεός Κρόνος ή Κύριος των Νεοπλατωνικών. Υπάρχει ένας Αιώνας, ο Αρχαιότατος και Ύψιστος από τον οποίο ξεπήδησε ο Λόγος σαν μια ακτίνα, και μέσω αυτής της θείας εκπόρευσης, καθετί δημιουργείται «εν χρόνω». Αυτός είναι εκείνος που ο Πλάτων ονομάζει ακίνητη και σταθερή αιωνιότητα, όντως ον, και είναι το πρότυπο βάσει του οποίου ο Πλατωνικός Δημιουργός έφτιαξε τον κόσμο, σαν μια κινητή εικόνα του, τη δε κίνησή του την ονόμασε χρόνο.

Αιώνας και Αιωνιότητα λοιπόν, ανήκουν στη σφαίρα της «αϊδίου φύσεως», ενώ ο χρόνος όπως τον αντιλαμβανόμαστε με τη μέτρηση, ανήκει στη σφαίρα του γίγνεσθαι. Ο Πλωτίνος θεωρούσε ότι η Αιωνιότητα αποτελεί αμετάβλητη αρχή ζωής που κατέχει συγχρόνως τα πάντα στο παρόν. «Τα νοητά όντα κείτονται μέσα στην Αιωνιότητα, που είναι Αιώνας και Ον, και παραμένει αμετάβλητη στον εαυτό της και αναλλοίωτη στο αεί παρόν. Είναι το εκκλάμπον μέσα στο υπόστρωμα, είναι ζωή, ομού πάσα, πλήρως αδιάσπαστη, πανταχού παρούσα, χωρίς έκταση και μεταβολή κι εξέλιξη».

Η ίδια ιδέα εκφράζεται και μέσα στο σύμβολο του μυθικού κύκνου kalahamsa, που είναι ένα σύμβολο του Χρόνου στην Ανατολική παράδοση. Το όνομα αυτό μπορεί να διαβαστεί και ως kal – aham –sa, που σημαίνει ΕΓΩ ΕΙΜΑΙ ΕΙΝΑΙ στην αιωνιότητα του Χρόνου.

Ο σανσκριτικός όρος Hamsa, είτε ως «Είναι», «Εκείνο», Χήνα ή Κύκνος αποτελεί επίσης ένα σημαντικό σύμβολο της Σοφίας που βρίσκεται στο σκοτάδι για τον άνθρωπο, διότι κείται πέρα από κάθε δυνατότητα προσέγγισής της από τον ανθρώπινο νου.

Είναι η Σοφία που ταυτίζεται με την Αιώνια –Σοφία, έναν από τους Αιώνες του Κρυμμένου Πληρώματος της Δόξας των Γνωστικών.