Η Αργοναυτική Εκστρατεία (1225 π.Χ)
Αίτια: Η Τυρώ, κόρη του Σαλμονέως και σύζυγος του Κρηθέως, βασιλιά της Ιωλκού, είχε από τον σύζυγό της τρία παιδιά, τον Αίσωνα, τον Φέρη και τον Αμυθάονα, και δύο ακόμη παιδιά από τον Ποσειδώνα: τον Πελία και τον Μηλέα. Ο Πελίας σφετερίστηκε τον θρόνο της Ιωλκού από τον ετεροθαλή αδελφό του, Αίσωνα. Ο Αίσων, φοβούμενος για την τύχη του γιου του Ιάσονος, τον έστειλε να ζήσει και να εκπαιδευτεί στο Πήλιο, κοντά στον κένταυρο Χείρωνα. Άντρας πια ο Ιάσων επέστρεψε στην Ιωλκό και απαίτησε τον θρόνο του πατέρα του από τον Πελία. Ο τελευταίος, φοβούμενος για την τύχη του, επειδή ο Ιάσων εμφανίστηκε σ' αυτόν ως μονοσάνδαλος, και, σύμφωνα με κάποιο χρησμό, από τον μονοσάνδαλο κινδύνευε ο Πελίας, του υποσχέθηκε ότι θα του παραχωρήσει τον θρόνο, με την προϋπόθεση ότι πρώτα θα φέρει πίσω στην Ιωλκό το χρυσόμαλλο δέρας. Το δέρμα αυτό ήταν του κριαριού που είχε μεταφέρει στην Κολχίδα τον εξάδελφο του Ιάσονα, τον Φρίξο και την αδελφή του Έλλη, και έκτοτε έμενε εκεί, στο παλάτι του βασιλιά Αιήτου.
Ο Ιάσων δέχθηκε την πρόταση του Πελίου και έτσι οργανώθηκε η Αργοναυτική εκστρατεία. Για την επιχείρηση αυτή ο Ιάσων χρειαζόταν ένα γρήγορο και γερό πλοίο και πλήρωμα από άντρες δυνατούς και ριψοκίνδυνους. Το πλοίο κατασκευάστηκε με τη βοήθεια της Αθηνάς. Κατασκευαστής του ήταν ο Άργος, από τον οποίο πήρε και το όνομά του «Αργώ», συγχρόνων όμως «Αργώ» σήμαινε και γρήγορος. Το ξύλο από το οποίο ήταν κατασκευασμένη η Αργώ ήταν από πεύκα του Πηλίου και από την ομιλούσα δρυ της Δωδώνης· γι' αυτό και το καράβι είχε το χάρισμα του λόγου. Η Αργώ είχε κατασκευαστεί για πενήντα κωπηλάτες, τόσοι λοιπόν ήταν και οι ήρωες - κατ' άλλους πενήντα πέντε - που κατέφθασαν στην Ιωλκό απ' όλα τα μέρη της Ελλάδας, ανταποκρινόμενοι στην πρόσκληση του Ιάσονος.
Η τολμηρή αυτή επιχείρηση ξεκίνησε από το λιμάνι των Παγασών· αρχηγός της ήταν φυσικά ο Ιάσων, κυβερνήτης δε της Αργούς ο Τίφυς, γιος του Αγνίου. Στις Παγασές οι Αργόναύτες οικοδόμησαν βωμό και προσέφεραν θυσία στον Εμβάσιο Απόλλωνα, θεό της επιβίβασης, υπό τους ήχους του τραγουδιού του Ορφέως.
Πρώτο νησί στο οποίο προσόρμισε η Αργώ ήταν η Λήμνος. Το νησί αυτό βάραινε μια κατάρα: Η Αφροδίτη είχε τιμωρήσει τις Λημνιάδες με αναφροδίσια οσμή, επειδή δεν την είχα τιμήσει όπως έπρεπε, αυτές δε, εξαγριωμένες επειδή οι άνδρες τους τις αποστρέφονταν, είχαν εξολοθρέψει όλον τον ανδρικό πληθυσμό του νησιού, εκτός από τον βασιλιά Θόαντα. Ο Ιάσων κατάφερε να κατευνάσει τη οργή της βασίλισσας τους, της Υψιπύλης, την οποία τελικά νυμφεύθηκε. Ο έγγαμος βίος τους κράτησε πολλά χρόνια και η κατάρα της Αφροδίτη εξέλιπε από το νησί.
Μετά τη Λήμνο οι ήρωες πέρασα από τη Σαμοθράκη, όπου λέγεται ό ο Ιάσων, ο Ηρακλής, ο Ορφεύς και οι Διόσκουροι μυήθηκαν στα μυστήρια των Κυβείρων από τους κατοίκου του νησιού. Από τη Σαμοθράκη οι Αργοναύτες πέρασαν στον Ελλήσποντο, τον οποίο απάλλαξαν από τους Τυρρηνούς πειρατές που το λυμαίνονταν, και έφθασαν κατόπι στην Κύζικο. Εκεί ζούσαν οι Δολίονες, με βασιλιά τον Κύζικο, οι οποίοι υποδέχθηκαν φιλικά τους Αργοναύτες. Όταν όμως τη νύχτα οι τελευταίοι επιβιβάστηκαν στην Αργώ, δεν πρόσεξαν ότι ο άνεμος την έσπρωξε προς τα πίσω· οι Δολίονες, νομίζοντας ότι οι ήρωες επέστρεφαν με επιθετικές διαθέσεις, συνεπλάκησαν μαζί τους και, κατά τη μάχη που ακολούθησε φονεύθηκε ο Κύζικος.
Στη Μυσία ο Ηρακλής εγκατέλειψε τους Αργοναύτες για να γυρίσει στους άθλους του· έφυγε επίσης κι ο Πολύφημος. Η χώρα των Βεβρύκων, η μεταγενέστερη Βιθυνία, ήταν επόμενος σταθμός του ταξιδιού τους. Εκεί ο Πολυδεύκης πυγμάχησε και νίκησε τον Άμυκο, γιο του Ποσειδώνα και της Βιθυνίδος, ο οποίος προκαλούσε σε αγώνα κάθε ξένο που έφθανε στη χώρα του. Κοντά στη Σαλμυδεσσό της Θράκης, ο Κάλαις και ο Ζήτης απάλλαξαν τον τυφλό βασιλιά Φινέα από την τιμωρία που του είχε επιβάλει ο Ζευς, να του αρπάζουν δηλαδή οι Άρπυιες - μυθικά αρπακτικά όντα - το φαγητό του και να το λερώνουν μόλις αυτός το πλησίαζε. Οι δύο Αργοναύτες κυνήγησαν τις Άρπυιες μακριά και απελευθέρωσαν τον Φινέα· ευγνωμονώντας τους αυτός τους έδωσε πολύτιμες συμβουλές για το πώς θα συνεχίσουν το ταξίδι τους.
Με τη βοήθεια της Αθηνάς διάβηκαν οι Αργοναύτες «τας κυανέας πέτρας», οι οποίες συγκρούονταν με την ορμή των ανέμων και έκλειναν τη στενή δίοδο της θάλασσας καθιστώντας την αδιάβατη για τα πλοία· πέρασαν κατόπιν τη Σινώπη, τη χώρα τα Αμαζόνων, τη χώρα των Χαλύβων, τα Τιβαρηνών, των Μοσύνων και το νησίτου Άρεως στο οποίο είχαν εγκατασταθεί οι Στυμφαλίδες όρνιθες μετά την καταδίωξη τους από τον Ηρακλή. Κατά τη διάβαση τους από τη χώρα των Μαριανδυνών έχασαν τον μάντη Ίδμονα και τον κυβερνήτη της Αργούς Τίφυν, ο οποίος πέθανε. Νέος κυβερνήτης ανέλαβε ο Αγκαίος.
Οι Αργοναύτες στην Κολχίδα : Μετά την άφιξη τους στην Κολχίδα οι Αργοναύτες έσπευσαν για την ανεύρεση του χρυσόμαλλου δέρατος. Αυτό βρισκόταν στο παλάτι του βασιλιά Αιήτη, ή, κατά μια άλλη εκδοχή, κρεμόταν από μια δρυ που βρισκόταν στο «άλσος του Άρεως» και το φύλαγε ένας δράκος, ή κατά μια τρίτη εκδοχή, ήταν τοποθετημένο κάτω από έναν βράχο και γύρω από αυτόν ήταν περιτυλιγμένο ένα φίδι.
Για να κατορθώσει να ανακτήσει το χρυσόμαλλο δέρας, ο Ιάσων φαίνεται να πέρασε από τρεις δοκιμασίες. Αυτές ήταν: α) να θανατώσει τον δράκοντα· β) να συναγωνιστεί με τον βασιλιά Αιήτη σε αγώνα αρότρου (να ζέψει δηλαδή δύο άγριους υπερμεγέθεις ταύρους στο άροτρο και να χαράξει με αυτό βαθύ αυλάκι στη γη)· γ) να σπείρει τα δόντια του σκοτωμένου δράκοντα στη γη, και να σκοτώσει τους άγριους πολεμιστές που ξεφύτρωναν από αυτά. Δεν είναι γνωστό αν και από τις τρεις δοκιμασίες πέρασε ο Ιάσονας, και με ποια σειρά, γεγονός πάντως είναι ότι σ' αυτές τον βοήθησε η Μήδεια, η κόρη του Αιήτη, η οποία ήταν έμπειρη στη μαγεία και είχε επιπλέον την προστασία της Εκάτης.
Επιστροφή των Αργοναυτών . Μετά την ανάκτηση του χρυσόμαλλου δέρατος από τους Αργοναύτες, ξεκίνησε η Αργώ και το πλήρωμα της για το ταξίδι της επιστροφής. Μαζί με τους Αργοναύτες ήταν τώρα και η Μήδεια, η οποία τους ακολούθησε οικειοθελώς. Λέγεται μάλιστα ότι για ν' αποφύγει την καταδίωξη της από τον πατέρα της και τους ανθρώπους του, θυσίασε τον αδελφό της, τον Άψυρτο τον οποίο είχε πάρει μαζί της· τον τεμάχισε και έριξε τα μέλη του στον Φάσι ποταμό ούτως ώστε ο Αιήτης να καθυστερήσει μαζεύοντας τα μέλη του γιου του. Πράγματι, ο Αιήτης ασχολήθηκε με το ιερό αυτό καθήκον και αφού περισυνέλεξε τα μέλη του Άψυρτου, τα έθαψε εκεί που ιδρύθηκε και η πόλη Τόμοι (από το ρήμα τέμνω). Για τη διαδρομή της επιστροφής της Αργούς υπάρχουν δύο εκδοχές, η μία ότι αυτή επέστρεψε στη Θεσσαλία από τον ίδιο δρόμο από τον οποίο είχε έρθει, η άλλη μέσω του Εύξεινου Πόντου και της Αδριατικής.
Σύμφωνα με τη δεύτερη εκδοχή, η Αργώ, βγαίνοντας από τις εκβολές του Άλυος ποταμού, διέσχισε τον Εύξεινο Πόντο και διαμέσου ενός παραπόταμου, του Ίστρου - για τον οποίο πίστευαν ότι είχε εκβολές και στην Αδριατική - έφθασε στο Ιόνιο πέλαγος. Παρέπλευσε τη «Μέλαινα Κέρκυρα», η οποία ταυτίζεται με το σημερινό νησί Κόρτσουλα, και προχώρησε προς Βορράν, διάβηκε τον Πάδο και τον Ροδανό και έφθασε σε χερσόνησο της Τυρρηνικής ακτής. Επειδή στον δρόμο αυτόν της επιστροφής τους οι Αργοναύτες συναντούσαν συνεχώς εμπόδια και παρασύρονταν από τα κύματα, η ομιλούσα δρυς της Δωδώνης, από την οποία, όπως είπαμε, ήταν κατασκευασμένη η Αργώ, μίλησε στους Αργοναύτες και τους συμβούλεψε ότι μόνον αν εξαγνίσουν τη Μήδεια από το μίασμα του φόνου του Άψυρτου θα κατευναζόταν η οργή των θεών και θα συνεχιζόταν ομαλά το ταξίδι τους. Στην Τυρρηνική ακτή λοιπόν οι Αργοναύτες συνάντησαν την Κίρκη, η οποία ήταν θεία της Μήδειας και η οποία ανέλαβε να την εξαγνίσει. Παρέπλευσαν κατόπιν οι Αργοναύτες τον βράχο των Σειρήνων με τη βοήθεια του Ορφέα, ο οποίος με γλυκό τραγούδι κάλυπτε τους ήχους του μαγευτικού τραγουδιού τους.
Η Θέτις και οι Νηρηίδες βοήθησαν την Αργώ να περάσει από τη Σκύλλα και τη Χάρυβδη· έτσι αυτή παράπλευσε τη Σικελία και έφθασε στο νησί των Φαιάκων. Σ' αυτό βασίλευε ο Αλκίνοος. Σύμφωνα με μια παράδοση, εκεί οι Αργοναύτες συναντήθηκαν με αντιπροσωπεία των κατοίκων της Κολχίδας, οι οποίοι απαιτούσαν την παράδοση της Μήδειας. Λέγεται ότι ο Αλκίνοος συμφώνησε να παραδώσει στους Κόλχους τη Μήδεια, μόνο εάν αυτή δεν είχε γίνει ακόμη γυναίκα του Ιάσονα. Η Αρήτη, σύζυγος του Αλκινόου, μετέδωσε κρυφά την πληροφορία αυτή στη Μήδεια και στους Αργοναύτες. Αμέσως οργανώθηκαν οι γάμοι της Μήδειας και του Ιάσονος και το νυφικό κρεβάτι τους στρώθηκε στη σπηλιά της Μάκριδος, νύμφης του νησιού, και επάνω του άπλωσαν το χρυσόμαλλο δέρας· έτσι η Μήδεια παρέμεινε στην Αργώ και για το υπόλοιπο ταξίδι της επιστροφής. Συνεχίζοντας την περιπλάνηση τους οι Αργοναύτες παρασύρθηκαν από τα κύματα στη Λιβύη, όπου μάλιστα οι ήρωες, υπακούοντας σε χρησμό, μετέφεραν την Αργώ στους ώμους τους επί δώδεκα ημερόνυχτα μέσα στην έρημο, υποφέροντας συγχρόνως το φοβερό μαρτύριο της δίψας, ώσπου έφθασαν στη λίμνη Τριτωνίδα.
Επόμενος σταθμός των Αργοναυτών ήταν η Κρήτη, όπου κατάφεραν να αποβιβαστούν, αφού η Μήδεια γοήτευσε με τις μαγικές της ικανότητες τον φρουρό του νησιού, τον χάλκινο γίγαντα Τάλω, και οι Αργοναύτες τον φόνευσαν. Άλλα νησιά από τα οποία πέρασαν προτού φθάσουν στη Θεσσαλία ήταν η Ανάφη, η Θήρα και η Αίγινα.
Όταν έφθασαν πίσω, στην Ιωλκό, οι Αργοναύτες συνάντησαν τον Αίσωνα, τον πατέρα του Ιάσονος, τόσο γερασμένο πια, ώστε ούτε στις γιορτές για την επιστροφή του γιου του δεν μπορούσε να παραβρεθεί. Η Μήδεια με δόλο εξαπάτησε τις θυγατέρες του Πελίου και τις έπεισε να φονεύσουν τον πατέρα τους, με την υπόσχεση ότι δήθεν θα ξαναγινόταν νέος. Μετά την ανόσια αυτή πράξη ο Ιάσων εγκατέλειψε την εξουσία της Ιωλκού στον Άκαστο, τον γιο του Πελίου, και αυτός αποσύρθηκε με τη Μήδεια στην Κόρινθο. Την Αργώ παραδίδεται ότι την αφιέρωσε στον Ισθμό, στο ιερό του Ποσειδώνος, ο ίδιος βρήκε δε άδοξο θάνατο εκεί, φονευθείς από ένα ξύλο του καραβιού που έπεσε πάνω του.
Η τολμηρή αυτή επιχείρηση ξεκίνησε από το λιμάνι των Παγασών· αρχηγός της ήταν φυσικά ο Ιάσων, κυβερνήτης δε της Αργούς ο Τίφυς, γιος του Αγνίου. Στις Παγασές οι Αργόναύτες οικοδόμησαν βωμό και προσέφεραν θυσία στον Εμβάσιο Απόλλωνα, θεό της επιβίβασης, υπό τους ήχους του τραγουδιού του Ορφέως.
Πρώτο νησί στο οποίο προσόρμισε η Αργώ ήταν η Λήμνος. Το νησί αυτό βάραινε μια κατάρα: Η Αφροδίτη είχε τιμωρήσει τις Λημνιάδες με αναφροδίσια οσμή, επειδή δεν την είχα τιμήσει όπως έπρεπε, αυτές δε, εξαγριωμένες επειδή οι άνδρες τους τις αποστρέφονταν, είχαν εξολοθρέψει όλον τον ανδρικό πληθυσμό του νησιού, εκτός από τον βασιλιά Θόαντα. Ο Ιάσων κατάφερε να κατευνάσει τη οργή της βασίλισσας τους, της Υψιπύλης, την οποία τελικά νυμφεύθηκε. Ο έγγαμος βίος τους κράτησε πολλά χρόνια και η κατάρα της Αφροδίτη εξέλιπε από το νησί.
Μετά τη Λήμνο οι ήρωες πέρασα από τη Σαμοθράκη, όπου λέγεται ό ο Ιάσων, ο Ηρακλής, ο Ορφεύς και οι Διόσκουροι μυήθηκαν στα μυστήρια των Κυβείρων από τους κατοίκου του νησιού. Από τη Σαμοθράκη οι Αργοναύτες πέρασαν στον Ελλήσποντο, τον οποίο απάλλαξαν από τους Τυρρηνούς πειρατές που το λυμαίνονταν, και έφθασαν κατόπι στην Κύζικο. Εκεί ζούσαν οι Δολίονες, με βασιλιά τον Κύζικο, οι οποίοι υποδέχθηκαν φιλικά τους Αργοναύτες. Όταν όμως τη νύχτα οι τελευταίοι επιβιβάστηκαν στην Αργώ, δεν πρόσεξαν ότι ο άνεμος την έσπρωξε προς τα πίσω· οι Δολίονες, νομίζοντας ότι οι ήρωες επέστρεφαν με επιθετικές διαθέσεις, συνεπλάκησαν μαζί τους και, κατά τη μάχη που ακολούθησε φονεύθηκε ο Κύζικος.
Στη Μυσία ο Ηρακλής εγκατέλειψε τους Αργοναύτες για να γυρίσει στους άθλους του· έφυγε επίσης κι ο Πολύφημος. Η χώρα των Βεβρύκων, η μεταγενέστερη Βιθυνία, ήταν επόμενος σταθμός του ταξιδιού τους. Εκεί ο Πολυδεύκης πυγμάχησε και νίκησε τον Άμυκο, γιο του Ποσειδώνα και της Βιθυνίδος, ο οποίος προκαλούσε σε αγώνα κάθε ξένο που έφθανε στη χώρα του. Κοντά στη Σαλμυδεσσό της Θράκης, ο Κάλαις και ο Ζήτης απάλλαξαν τον τυφλό βασιλιά Φινέα από την τιμωρία που του είχε επιβάλει ο Ζευς, να του αρπάζουν δηλαδή οι Άρπυιες - μυθικά αρπακτικά όντα - το φαγητό του και να το λερώνουν μόλις αυτός το πλησίαζε. Οι δύο Αργοναύτες κυνήγησαν τις Άρπυιες μακριά και απελευθέρωσαν τον Φινέα· ευγνωμονώντας τους αυτός τους έδωσε πολύτιμες συμβουλές για το πώς θα συνεχίσουν το ταξίδι τους.
Με τη βοήθεια της Αθηνάς διάβηκαν οι Αργοναύτες «τας κυανέας πέτρας», οι οποίες συγκρούονταν με την ορμή των ανέμων και έκλειναν τη στενή δίοδο της θάλασσας καθιστώντας την αδιάβατη για τα πλοία· πέρασαν κατόπιν τη Σινώπη, τη χώρα τα Αμαζόνων, τη χώρα των Χαλύβων, τα Τιβαρηνών, των Μοσύνων και το νησίτου Άρεως στο οποίο είχαν εγκατασταθεί οι Στυμφαλίδες όρνιθες μετά την καταδίωξη τους από τον Ηρακλή. Κατά τη διάβαση τους από τη χώρα των Μαριανδυνών έχασαν τον μάντη Ίδμονα και τον κυβερνήτη της Αργούς Τίφυν, ο οποίος πέθανε. Νέος κυβερνήτης ανέλαβε ο Αγκαίος.
Για να κατορθώσει να ανακτήσει το χρυσόμαλλο δέρας, ο Ιάσων φαίνεται να πέρασε από τρεις δοκιμασίες. Αυτές ήταν: α) να θανατώσει τον δράκοντα· β) να συναγωνιστεί με τον βασιλιά Αιήτη σε αγώνα αρότρου (να ζέψει δηλαδή δύο άγριους υπερμεγέθεις ταύρους στο άροτρο και να χαράξει με αυτό βαθύ αυλάκι στη γη)· γ) να σπείρει τα δόντια του σκοτωμένου δράκοντα στη γη, και να σκοτώσει τους άγριους πολεμιστές που ξεφύτρωναν από αυτά. Δεν είναι γνωστό αν και από τις τρεις δοκιμασίες πέρασε ο Ιάσονας, και με ποια σειρά, γεγονός πάντως είναι ότι σ' αυτές τον βοήθησε η Μήδεια, η κόρη του Αιήτη, η οποία ήταν έμπειρη στη μαγεία και είχε επιπλέον την προστασία της Εκάτης.
Επιστροφή των Αργοναυτών . Μετά την ανάκτηση του χρυσόμαλλου δέρατος από τους Αργοναύτες, ξεκίνησε η Αργώ και το πλήρωμα της για το ταξίδι της επιστροφής. Μαζί με τους Αργοναύτες ήταν τώρα και η Μήδεια, η οποία τους ακολούθησε οικειοθελώς. Λέγεται μάλιστα ότι για ν' αποφύγει την καταδίωξη της από τον πατέρα της και τους ανθρώπους του, θυσίασε τον αδελφό της, τον Άψυρτο τον οποίο είχε πάρει μαζί της· τον τεμάχισε και έριξε τα μέλη του στον Φάσι ποταμό ούτως ώστε ο Αιήτης να καθυστερήσει μαζεύοντας τα μέλη του γιου του. Πράγματι, ο Αιήτης ασχολήθηκε με το ιερό αυτό καθήκον και αφού περισυνέλεξε τα μέλη του Άψυρτου, τα έθαψε εκεί που ιδρύθηκε και η πόλη Τόμοι (από το ρήμα τέμνω). Για τη διαδρομή της επιστροφής της Αργούς υπάρχουν δύο εκδοχές, η μία ότι αυτή επέστρεψε στη Θεσσαλία από τον ίδιο δρόμο από τον οποίο είχε έρθει, η άλλη μέσω του Εύξεινου Πόντου και της Αδριατικής.
Σύμφωνα με τη δεύτερη εκδοχή, η Αργώ, βγαίνοντας από τις εκβολές του Άλυος ποταμού, διέσχισε τον Εύξεινο Πόντο και διαμέσου ενός παραπόταμου, του Ίστρου - για τον οποίο πίστευαν ότι είχε εκβολές και στην Αδριατική - έφθασε στο Ιόνιο πέλαγος. Παρέπλευσε τη «Μέλαινα Κέρκυρα», η οποία ταυτίζεται με το σημερινό νησί Κόρτσουλα, και προχώρησε προς Βορράν, διάβηκε τον Πάδο και τον Ροδανό και έφθασε σε χερσόνησο της Τυρρηνικής ακτής. Επειδή στον δρόμο αυτόν της επιστροφής τους οι Αργοναύτες συναντούσαν συνεχώς εμπόδια και παρασύρονταν από τα κύματα, η ομιλούσα δρυς της Δωδώνης, από την οποία, όπως είπαμε, ήταν κατασκευασμένη η Αργώ, μίλησε στους Αργοναύτες και τους συμβούλεψε ότι μόνον αν εξαγνίσουν τη Μήδεια από το μίασμα του φόνου του Άψυρτου θα κατευναζόταν η οργή των θεών και θα συνεχιζόταν ομαλά το ταξίδι τους. Στην Τυρρηνική ακτή λοιπόν οι Αργοναύτες συνάντησαν την Κίρκη, η οποία ήταν θεία της Μήδειας και η οποία ανέλαβε να την εξαγνίσει. Παρέπλευσαν κατόπιν οι Αργοναύτες τον βράχο των Σειρήνων με τη βοήθεια του Ορφέα, ο οποίος με γλυκό τραγούδι κάλυπτε τους ήχους του μαγευτικού τραγουδιού τους.
Η Θέτις και οι Νηρηίδες βοήθησαν την Αργώ να περάσει από τη Σκύλλα και τη Χάρυβδη· έτσι αυτή παράπλευσε τη Σικελία και έφθασε στο νησί των Φαιάκων. Σ' αυτό βασίλευε ο Αλκίνοος. Σύμφωνα με μια παράδοση, εκεί οι Αργοναύτες συναντήθηκαν με αντιπροσωπεία των κατοίκων της Κολχίδας, οι οποίοι απαιτούσαν την παράδοση της Μήδειας. Λέγεται ότι ο Αλκίνοος συμφώνησε να παραδώσει στους Κόλχους τη Μήδεια, μόνο εάν αυτή δεν είχε γίνει ακόμη γυναίκα του Ιάσονα. Η Αρήτη, σύζυγος του Αλκινόου, μετέδωσε κρυφά την πληροφορία αυτή στη Μήδεια και στους Αργοναύτες. Αμέσως οργανώθηκαν οι γάμοι της Μήδειας και του Ιάσονος και το νυφικό κρεβάτι τους στρώθηκε στη σπηλιά της Μάκριδος, νύμφης του νησιού, και επάνω του άπλωσαν το χρυσόμαλλο δέρας· έτσι η Μήδεια παρέμεινε στην Αργώ και για το υπόλοιπο ταξίδι της επιστροφής. Συνεχίζοντας την περιπλάνηση τους οι Αργοναύτες παρασύρθηκαν από τα κύματα στη Λιβύη, όπου μάλιστα οι ήρωες, υπακούοντας σε χρησμό, μετέφεραν την Αργώ στους ώμους τους επί δώδεκα ημερόνυχτα μέσα στην έρημο, υποφέροντας συγχρόνως το φοβερό μαρτύριο της δίψας, ώσπου έφθασαν στη λίμνη Τριτωνίδα.
Επόμενος σταθμός των Αργοναυτών ήταν η Κρήτη, όπου κατάφεραν να αποβιβαστούν, αφού η Μήδεια γοήτευσε με τις μαγικές της ικανότητες τον φρουρό του νησιού, τον χάλκινο γίγαντα Τάλω, και οι Αργοναύτες τον φόνευσαν. Άλλα νησιά από τα οποία πέρασαν προτού φθάσουν στη Θεσσαλία ήταν η Ανάφη, η Θήρα και η Αίγινα.
Όταν έφθασαν πίσω, στην Ιωλκό, οι Αργοναύτες συνάντησαν τον Αίσωνα, τον πατέρα του Ιάσονος, τόσο γερασμένο πια, ώστε ούτε στις γιορτές για την επιστροφή του γιου του δεν μπορούσε να παραβρεθεί. Η Μήδεια με δόλο εξαπάτησε τις θυγατέρες του Πελίου και τις έπεισε να φονεύσουν τον πατέρα τους, με την υπόσχεση ότι δήθεν θα ξαναγινόταν νέος. Μετά την ανόσια αυτή πράξη ο Ιάσων εγκατέλειψε την εξουσία της Ιωλκού στον Άκαστο, τον γιο του Πελίου, και αυτός αποσύρθηκε με τη Μήδεια στην Κόρινθο. Την Αργώ παραδίδεται ότι την αφιέρωσε στον Ισθμό, στο ιερό του Ποσειδώνος, ο ίδιος βρήκε δε άδοξο θάνατο εκεί, φονευθείς από ένα ξύλο του καραβιού που έπεσε πάνω του.
Ποιά ήταν η θρυλική..Ολυμπιάδα;
Ήταν η δευτερότοκη κόρη του Νεοπτόλεμου, βασιλιά των Μολοσσών της Ηπείρου, και γεννήθηκε το 373 π.Χ στην Πασσαρώνα, την πρωτεύουσα του βασιλείου.
Όταν ήταν έντεκα χρόνων, πέθανε ο πατέρας της και το θρόνο πήρε ο θείος της, Αρύββας, ο οποίος παντρεύτηκε τη μεγαλύτερη αδελφή της, Τρωάδα. Ο αδελφός της, Αλέξανδρος, ήταν τότε μόλις ενός έτους. Ήταν η εποχή που η Ήπειρος είχε απαλλαγεί από το πνεύμα της τοπικής περιχαράκωσης και βρίσκονταν σε αναγεννητική περίοδο σε όλους τους τομείς.
Η Ολυμπιάδα από τα παιδικά της χρόνια έτυχε ιδιαίτερης μόρφωσης πέρα από απλή μάθηση και γραφή. Νωρίς διακρίθηκε για το ανήσυχο και ανικανοποίητο πνεύμα της, τις μεταφυσικές της ανησυχίες και τη δίψα να μάθει περισσότερα για τα μυστήρια της ζωής και του θανάτου. Έμαθε τα ιερατικά μυστικά στο Μαντείο της Δωδώνης, το οποίο και υπηρέτησε για χρόνια, ενώ ήταν μυημένη και στα Βακχικά Μυστήρια. Ήταν ιέρεια των Καβειρίων Μυστηρίων της Σαμοθράκης, όπου και γνώρισε και ερωτεύτηκε τον Φίλιππο Β'.
Το όνομά της, σύμφωνα με τον ιστορικό W. Heckel, ήταν Πολυξένη όταν ήταν παιδί, Μυρτάλη όταν παντρεύτηκε, και αργότερα μετονομάστηκε Ολυμπιάδα και Στρατονίκη. Το όνομα Ολυμπιάδα της δόθηκε, σύμφωνα με την παράδοση, ύστερα από την νίκη του Φίλιππου στους Ολυμπιακούς αγώνες του 356 π.Χ.
Υπήρξε η νόμιμη γυναίκα του Φιλίππου και μοναδική βασίλισσα των Μακεδόνων. Έζησε μαζί του είκοσι χρόνια (375 π.Χ.-337 π.Χ.). Ο Φίλιππος, βέβαια, σύμφωνα με τα κρατούντα της εποχής, πήρε πολλές γυναίκες (Αυδάτα, Φιλίνα, Νικησίπολη, Μήδα, κ.α.) που δεν ήταν Μακεδόνισσες, εκτός της τελευταίας, της Κλεοπάτρας. Όταν μπήκε στη Μακεδονική αυλή, βρήκε από αυτές τη Φίλιννα με το γιο της, Αριδαίο, και τη θυγατέρα της Αυδάτας, Κυνάνη. Η Ολυμπιάδα ήταν η πιο μορφωμένη από όλες όσες παντρεύτηκε ο Φίλιππος και από όλες γενικά τις Μακεδόνισσες αρχόντισσες. Εξασκούσε μια απαράμιλλη γοητεία με την ομορφιά της, τη μόρφωση και τη σοβαρότητά της. Θυσίαζε πολλά για την ακόρεστη φιλαρχία της, εκτός από τη ζωή ή τη φήμη του γιου της, Αλέξανδρου, που αγαπούσε παθολογικά.
Ο Πλούταρχος, ο οποίος έζησε πολλούς αιώνες αργότερα, τη χαρακτήριζε κακότροπη και ζηλιάρα. Επίσης, αναφέρει ότι εμφανιζόταν με εξημερωμένα φίδια. Αργότερα, λέγεται ότι η ίδια ομολόγησε στο σύζυγό της ότι ο Αλέξανδρος δεν ήταν γιος του, αλλά ότι τον είχε συλλάβει από ένα φίδι που εμφανίστηκε στον ύπνο της, το οποίο, σύμφωνα με το μύθο, ήταν ενσάρκωση του ίδιου του Δία κι ότι ο ίδιος ο Φίλιππος τη χώρισε και την έστειλε στην Ήπειρο κατηγορώντας τη για μοιχεία.
Ωστόσο, είχε πολλές αρετές, αρκετές από τις οποίες μετέδωσε στο γιο της, τον Αλέξανδρο. Στην πολυκύμαντη και ταραχώδη ζωή της συναντώνται μεγάλα προτερήματα και μεγάλα ελαττώματα. Ως αφοσιωμένη μητέρα, είχε τάξει τη ζωή της σε ένα μόνο σκοπό και τον υπηρετούσε με πάθος: πώς θα εξασφάλιζε για το γιο της τη διαδοχή του θρόνου της Μακεδονίας μέσα στη δίνη των μηχανορραφιών και δολοπλοκιών στην αυλή της Πέλλας. Και αυτό το ανυποχώρητο πάθος της υπονοούσε ο Φίλιππος, όταν, απαντώντας στο γιο του Αλέξανδρο, που χαρακτήριζε τη μητέρα του ως τη γενναιότερη απ' όλες τις Νηρηίδες, του είπε γελώντας: «όχι μόνο γενναιότερη, αλλά και πολεμικότερη, γιατί δε σταματάει να με καυγαδίζει».
Οι σχέσεις των δύο συζύγων έως τo 337 π.Χ., οπότε και η Μακεδόνισσα Κλεοπάτρα, ανεψιά του στρατηγού Άτταλου, ανυψώνεται ως ισότιμη και νόμιμη βασίλισσα, υπήρξαν κατά βάση αρμονικές, χωρίς να λείπουν κάποιες εκρήξεις. Ο Φίλιππος της εμπιστευόταν τη διακυβέρνηση του κράτους, όταν απουσίαζε στις συχνές και μακρόχρονες εκστρατείες του. Η Ολυμπιάδα είχε δημιουργήσει στην αυλή δικό της κύκλο ευνοουμένων, που τους προστάτευε ακόμα και από τη στράτευσή τους και την αποστολή στα διάφορα μέτωπα.
Ήταν προικισμένη με χαρίσματα μεγάλα, πράγματι ηγεμονικά. Μετά το θάνατο του αδελφού της, Αλέξανδρου, βασιλιά των Μολοσσών, εγκαταστάθηκε στην Ήπειρο και έγινε Αντιβασίλισσα και επίτροπος του ανήλικου εγγονού της, Νεοπτόλεμου Γ'.
Στην Ήπειρο, ανέπτυξε πολιτική δράση ιστορικής σημασίας. Πλάτυνε το «κοινό των Μολοσσών» με την εισδοχή νέων Ηπειρωτικών φύλων και το μετονόμασε «Οι Σύμμαχοι των Απειρωτάν», ζωντανεύοντας έτσι το κλονισμένο γόητρο της δυναστείας των Αιακιδών, κυβέρνησε δε την Ήπειρο δεκατρία ολόκληρα χρόνια έως το 317 π.Χ..
Η απροσδόκητη και θλιβερή αγγελία του θανάτου του γιου της, το 323 π.Χ., τη συνέτριψε. Δε θέλησε ποτέ να δεχτεί πως ο Αλέξανδρος πέθανε από φυσιολογικό θάνατο και θρηνούσε ακόμα που μάθαινε ότι έμενε άταφος στη Βαβυλώνα επί δύο χρόνια, εξαιτίας των άγριων αγώνων διαδοχής των στρατηγών του. Η οργή της μεγάλωσε, όταν ο Μακεδονικός στρατός της Ασίας αναγόρευσε βασιλιά τον διανοητικά καθυστερημένο γιο του Φιλίππου – από τη Φίλιννα – ως Φίλιππο Αριδαίο, τον οποίο παντρεύτηκε η φιλόδοξη κόρη της Κυνάνης, Ανταία-Ευρυδίκη, για να εξυπηρετήσει τους φιλόδοξους σκοπούς της.
Το αληθινό νόημα της Οδύσσειας
Είναι πολύ σημαντικό, αυτές τις κρίσιμες ώρες, να ρίξουμε μια ματιά στην βίβλο των Ελλήνων, δηλαδή στα Ομηρικά Έπη και να διδαχθούμε, έστω και την τελευταία στιγμή, από το πνεύμα του Οδυσσέα.
Δηλαδή: Να κρατήσουμε την ψυχραιμία μας, να ελέγξουμε την παρόρμηση, να έχουμε τις αισθήσεις μας και τις "αντένες" μας α ν ο ι χ τ έ ς και να μην παρασυρθούμε από την οργή και το μένος που μας διακατέχει, ώστε να γίνουμε βορρά, στους σύγχρονους “μνηστήρες”.
Όταν ο Οδυσσέας φτάνει στην Ιθάκη, η μεγίστη επιθυμία του είναι να πάρει πίσω τον κόσμο του, τον κόσμο που του έκλεψαν.
Παρά την μεγάλη του λαχτάρα, διατηρεί την ανωνυμία του και μεταμορφωμένος σε ζητιάνο από την θεά Αθηνά, πηγαίνει στο παλάτι ώστε να ελέγξει την κατάσταση και να πάρει τις πληροφορίες που θέλει, υπομένοντας καρτερικά τις προσβολές και την χλεύη των μνηστήρων.
Γιατι αυτό που τον ενδιαφέρει είναι η ε π ί τ ε υ ξ η του στόχου και όχι η σ τ ε ί ρ α α ν τ ι π α ρ ά θ ε σ η.
Γι αυτό τον λόγο και είναι ο αγαπημένος της Θεάς Αθηνάς, της Θεάς που αντιπροσωπεύει τη νόηση του Διός, τη Σοφία, τη Στρατηγική της Σκέψης και του Πολέμου. Της Θεάς που μελετά τον εχθρό και τον πολεμά με τα ίδια του τα όπλα.
Όταν όμως έρχεται η ώρα, όταν τους έχει "στριμώξει" όλους άοπλους σε ένα δωμάτιο, όταν φανερώνεται πάνοπλος, τότε εκφράζει την οργή του.
Και δεν δείχνει οίκτο, γιατι ο κόσμος του είναι το βιός του, που δημιούργησε με τον δικό του ιδρώτα, είναι η πατρίδα του που οι μνηστήρες καταχράστηκαν και καπηλεύτηκαν μαζί με την φιλοξενία του οίκου του που τίμησε τον Ξένιο Δία.
Ο ισχυρότερος αντίπαλός του είναι ο Αντίνοος. Η λέξη μιλά απο μόνη της. Είναι η αντι-νόηση, είναι αυτό που μας κάνουν τώρα, είναι ο τρόπος με τον οποίο θολώνουν τις καταστάσεις και την πραγματικότητα ώστε να μή σκεπτόμαστε καθαρά και να μας ελέγχουν. Είναι ο μεγαλύτερος κίνδυνος για την καθυπόταξη και δουλεία του ανθρώπου.
Ο επόμενος είναι ο Ευρύμαχος. Αυτός που μάχεται με κάθε τρόπο, με εύρος, με κάθε μέσον, ο δεινός και αδίστακτος μαχητής.
Ο Αμφίνομος! Αυτός που διαστρεβλώνει το νόμο και την τάξη των πραγμάτων, ο επικίνδυνος διότι είναι και "έτσι" και "αλλιώς"!
Ο Αγέλαος! Αυτός που άγει τον λαό, που τον παρασύρει με την βοήθεια του Αντίνοου. Που τον μετατρέπει σε κατευθυνόμενη αγέλη!
Κανένα όνομα στα Ομηρικά έπη δεν είναι δοσμένο στην τύχη! Κρύβουν βαθύτατα νοήματα και στο χέρι μας είναι να τα αποκρυπτογραφήσουμε και να διδαχτούμε, ή καλύτερα να συνετιστούμε.
Οι πρόγονοί μας μιλούν, οι πρόγονοι μας λένε πώς να πράξουμε, μας λένε πώς να πολεμήσουμε, μας λένε πως να αποτινάξουμε τον ζυγό. Αρκεί βέβαια να τους ακούσουμε!
Και ο Αντίνοος, ο στόχος της πρώτης φονικής βολής του Οδυσσέα, είναι αυτός που πρέπει να πεθάνει πρώτος, Γι' αυτό, μακριά από την προπαγάνδα των ΜΜΕ
Και τον σκοτώνει ρίχνοντας του το βέλος στο λαιμό, το όργανο της ομιλίας, δηλαδή της επικοινωνίας που την χρησιμοποιεί ενάντια στην νόηση των ανθρώπων...!
Δηλαδή: Να κρατήσουμε την ψυχραιμία μας, να ελέγξουμε την παρόρμηση, να έχουμε τις αισθήσεις μας και τις "αντένες" μας α ν ο ι χ τ έ ς και να μην παρασυρθούμε από την οργή και το μένος που μας διακατέχει, ώστε να γίνουμε βορρά, στους σύγχρονους “μνηστήρες”.
Όταν ο Οδυσσέας φτάνει στην Ιθάκη, η μεγίστη επιθυμία του είναι να πάρει πίσω τον κόσμο του, τον κόσμο που του έκλεψαν.
Παρά την μεγάλη του λαχτάρα, διατηρεί την ανωνυμία του και μεταμορφωμένος σε ζητιάνο από την θεά Αθηνά, πηγαίνει στο παλάτι ώστε να ελέγξει την κατάσταση και να πάρει τις πληροφορίες που θέλει, υπομένοντας καρτερικά τις προσβολές και την χλεύη των μνηστήρων.
Γιατι αυτό που τον ενδιαφέρει είναι η ε π ί τ ε υ ξ η του στόχου και όχι η σ τ ε ί ρ α α ν τ ι π α ρ ά θ ε σ η.
Γι αυτό τον λόγο και είναι ο αγαπημένος της Θεάς Αθηνάς, της Θεάς που αντιπροσωπεύει τη νόηση του Διός, τη Σοφία, τη Στρατηγική της Σκέψης και του Πολέμου. Της Θεάς που μελετά τον εχθρό και τον πολεμά με τα ίδια του τα όπλα.
Όταν όμως έρχεται η ώρα, όταν τους έχει "στριμώξει" όλους άοπλους σε ένα δωμάτιο, όταν φανερώνεται πάνοπλος, τότε εκφράζει την οργή του.
Και δεν δείχνει οίκτο, γιατι ο κόσμος του είναι το βιός του, που δημιούργησε με τον δικό του ιδρώτα, είναι η πατρίδα του που οι μνηστήρες καταχράστηκαν και καπηλεύτηκαν μαζί με την φιλοξενία του οίκου του που τίμησε τον Ξένιο Δία.
Ο ισχυρότερος αντίπαλός του είναι ο Αντίνοος. Η λέξη μιλά απο μόνη της. Είναι η αντι-νόηση, είναι αυτό που μας κάνουν τώρα, είναι ο τρόπος με τον οποίο θολώνουν τις καταστάσεις και την πραγματικότητα ώστε να μή σκεπτόμαστε καθαρά και να μας ελέγχουν. Είναι ο μεγαλύτερος κίνδυνος για την καθυπόταξη και δουλεία του ανθρώπου.
Ο επόμενος είναι ο Ευρύμαχος. Αυτός που μάχεται με κάθε τρόπο, με εύρος, με κάθε μέσον, ο δεινός και αδίστακτος μαχητής.
Ο Αμφίνομος! Αυτός που διαστρεβλώνει το νόμο και την τάξη των πραγμάτων, ο επικίνδυνος διότι είναι και "έτσι" και "αλλιώς"!
Ο Αγέλαος! Αυτός που άγει τον λαό, που τον παρασύρει με την βοήθεια του Αντίνοου. Που τον μετατρέπει σε κατευθυνόμενη αγέλη!
Κανένα όνομα στα Ομηρικά έπη δεν είναι δοσμένο στην τύχη! Κρύβουν βαθύτατα νοήματα και στο χέρι μας είναι να τα αποκρυπτογραφήσουμε και να διδαχτούμε, ή καλύτερα να συνετιστούμε.
Οι πρόγονοί μας μιλούν, οι πρόγονοι μας λένε πώς να πράξουμε, μας λένε πώς να πολεμήσουμε, μας λένε πως να αποτινάξουμε τον ζυγό. Αρκεί βέβαια να τους ακούσουμε!
Και ο Αντίνοος, ο στόχος της πρώτης φονικής βολής του Οδυσσέα, είναι αυτός που πρέπει να πεθάνει πρώτος, Γι' αυτό, μακριά από την προπαγάνδα των ΜΜΕ
Και τον σκοτώνει ρίχνοντας του το βέλος στο λαιμό, το όργανο της ομιλίας, δηλαδή της επικοινωνίας που την χρησιμοποιεί ενάντια στην νόηση των ανθρώπων...!
Τα Θαργήλια Μυστήρια
Γιορτή προς τιμή των δίδυμων θεών, της Άρτεμης και του Aπόλλωνα που γινόταν την έκτη και την έβδομη ημέρα του μήνα Θαργηλιώνα (Μάιος - Ιούνιος) στην Αθήνα. Σύμφωνα με τους Δήλιους η Άρτεμη είχε γεννηθεί στις 6 και ο Απόλλωνας στις 7 του Θαργηλιώνα. Γι' αυτό η πρώτη ημέρα της γιορτής ήταν αφιερωμένη στην Άρτεμη και η δεύτερη στον Απόλλωνα.
Η μάχη των Θερμοπυλών και η ναυμαχία στο Αρτεμίσιο
Στο
στενό πέρασμα των Θερμοπυλών, που συνέδεε τη Θεσσαλία με τη Στερεά
Ελλάδα, 4.000 περίπου αρχαίοι Έλληνες στρατιώτες περιμένουν μια επίθεση
επικών διαστάσεων. Σύντομα θα αντιμετωπίσουν τη μεγαλύτερη πολεμική
δύναμη, που είχε ποτέ συγκεντρωθεί μέχρι την εποχή εκείνη: σχεδόν
300.000 στρατιώτες της ισχυρής Περσικής Αυτοκρατορίας.
Η ιδανική παιδεία και η διαμόρφωση του τέλειου πολίτη - ΠΛΑΤΩΝ
Ο Πλάτων στους «Νόμους, 643.d.6 – 644.b.4» έχει αποτυπώσει την άποψη των
Ελλήνων σχετικά με την Παιδεία. Δραματικός χώρος του διαλόγου είναι η
Κρήτη και στη συζήτηση παίρνουν μέρος ένας ανώνυμος Αθηναίος, ο Κρητικός
Κλεινίας και ο Σπαρτιάτης Μέγγιλος. Αντικείμενο –όπως και στην Πολιτεία
– είναι η οικοδόμηση ενός φανταστικού πολιτεύματος, η εύρυθμη
λειτουργία του οποίου εξαρτάται από μια ιδεατή νομοθεσία.
Πόσο αληθινοί είναι οι αρχαίοι ελληνικοί μύθοι;
Πόσο αληθινοί είναι οι αρχαίοι ελληνικοί μύθοι; Οι περιγραφές του Ομήρου στην "Ιλιάδα" και την "Οδύσσεια" και του Ησίοδου στη "Θεογονία" και στα "Έργα και Ημέραι", είναι απλά και μόνο αποκυήματα της ζωηρής φαντασίας τους; Ο Ηλίας Μαριολάκος, καθηγητής γεωλογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, καταθέτει την ενδιαφέρουσα επιστημονική του άποψη.
"Πολλοί πιστεύουν ότι οι ελληνικοί μύθοι είναι φανταστικές ιστορίες. Κατά τη γνώμη μου, η άποψη αυτή είναι εσφαλμένη, τουλάχιστον σχετικά με το θέμα των γεωγραφικών και φυσικών-ωκεανογραφικών χαρακτηριστικών του Ατλαντικού Ωκεανού και γενικότερα των ωκεανών, όπως αυτά περιγράφονται κυρίως από τον Όμηρο, τον Ησίοδο, τα Ορφικά και τον Πλούταρχο", υποστηρίζει στην έρευνά του, που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στο Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών.
Η μελέτη καταλήγει σε πολλά συναρπαστικά συμπεράσματα, όπως ότι οι αρχαίοι Έλληνες που έζησαν την 3η και 2η χιλιετία π.Χ. γνώριζαν τους Υπερβόρειους, τη Βαλτική Θάλασσα, την Ιρλανδία, τη Βρετανία, την Ισλανδία και την απόστασή της από τη Βρετανία.
Επίσης, ότι δυτικά της Ισλανδίας υπήρχαν τρία νησιά, στα οποία ο ήλιος δύει για μόνο μία ώρα την ημέρα και ότι πέρα από αυτά τα νησιά και προς τα δυτικά υπάρχει μια μεγάλη ήπειρος, η οποία περιβάλλει τον Ωκεανό.
"Είναι δυνατόν για κάποιον (ή για περισσότερους ) να περιγράψουν όλα αυτά τα μέρη, εάν δεν είχαν επισκεφτεί ή διασχίσει τον Ωκεανό;", αναρωτιέται ο καθηγητής στο τέλος της εργασίας του, παραθέτοντας, μαζί με το σκεπτικό του, αποσπάσματα αρχαίων έργων αλλά και αναλύσεις, που τον οδηγούν στα παραπάνω.
Μύθος ή πραγματικότητα
Μέχρι το τέλος του 19ου αιώνα, αρχαιολόγοι και ιστορικοί πίστευαν πως από κάθε γραπτό αρχαίων συγγραφέων, όπως του Ησίοδου, του Πλάτωνα, του Στράβωνα, του Διόδωρου του Σικελιώτη και κυρίως του Ομήρου, που συνδέονταν με τη μυθολογία, έλειπε κάθε "σπέρμα" αλήθειας.
Μετά τις ανασκαφές του Σλήμαν, όμως, αποδείχθηκε ότι όλα όσα έγραψε ο Όμηρος για την Τροία ήταν αληθινά, ότι οι Μυκήνες υπήρχαν και ήταν αντίπαλες των Τρώων και πολλά ακόμα.
Ο κ. Μαριολάκος μελέτησε αποσπάσματα από έργα αρχαίων συγγραφέων, μεταφρασμένα και αξιολογημένα από διακεκριμένους επιστήμονες, πριν καταλήξει στα συμπεράσματα που αναφέρει.
Όπως ότι ο Όμηρος και ο Ησίοδος έγραψαν πως ο Ωκεανός είναι ένα "ποτάμι" που ρέει συνεχώς, ότι αυτό το ποτάμι περιβάλλει τη Γη και ότι η ροή του είναι τυρβώδης (στροβιλώδης), όχι μόνο στην επιφάνεια, αλλά και στο βάθος του, γεγονός που παραπέμπει στα ωκεάνια ρεύματα, τα οποία, όπως είναι γνωστό σήμερα, εκτείνονται σε βάθος περίπου 800 - 1200 μ.
"Δυστυχώς, όμως, όλη αυτή η γνώση σταδιακά ξεχάστηκε από όλους. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η Οδύσσεια θεωρείται απλώς ένα ψυχαγωγικό ποίημα και ο νόστος του Οδυσσέα μια φανταστική ιστορία, χωρίς ίχνη ιστορικής πραγματικότητας", υποστηρίζει.
Τα σύνορα ανάμεσα στον μύθο και την πραγματικότητα είναι ασαφή. Γι' αυτό, σύμφωνα με τον καθηγητή, "ορισμένοι από τους μυθικούς ήρωες είναι ιστορικά πρόσωπα, ενώ κάποιοι άλλοι δεν είναι. Όμως, σχεδόν όλοι και όλα εκπροσωπούν κάτι που περιγράφει κάποια δραστηριότητα του προϊστορικού ανθρώπου σε σχέση με το γεωπεριβάλλον του ή με το φυσικογεωλογικό γίγνεσθαι του χώρου του".
"Πιστεύω ότι είναι λάθος να θεωρούμε την ελληνική μυθολογία ως ένα όμορφο παραμύθι. Η ελληνική μυθολογία είναι στην πραγματικότητα η πιο αρχαία ιστορία των λαών που έζησαν στη γη η οποία, πολύ αργότερα, ονομάστηκε Ελλάς (Ελλάδα). Αυτή η γη είναι το Αιγαίο και ο Περι-Αιγαιακός χώρος. Η ελληνική μυθολογία επομένως αποτελεί την κρυπτογραφημένη προ-ιστορία των πρώτων Ελλήνων και κυρίως τις αγωνίες του και τον αγώνα του για επιβίωση αρχικά και την ανάπτυξή του στη συνέχεια", καταλήγει.
"Πολλοί πιστεύουν ότι οι ελληνικοί μύθοι είναι φανταστικές ιστορίες. Κατά τη γνώμη μου, η άποψη αυτή είναι εσφαλμένη, τουλάχιστον σχετικά με το θέμα των γεωγραφικών και φυσικών-ωκεανογραφικών χαρακτηριστικών του Ατλαντικού Ωκεανού και γενικότερα των ωκεανών, όπως αυτά περιγράφονται κυρίως από τον Όμηρο, τον Ησίοδο, τα Ορφικά και τον Πλούταρχο", υποστηρίζει στην έρευνά του, που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στο Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών.
Η μελέτη καταλήγει σε πολλά συναρπαστικά συμπεράσματα, όπως ότι οι αρχαίοι Έλληνες που έζησαν την 3η και 2η χιλιετία π.Χ. γνώριζαν τους Υπερβόρειους, τη Βαλτική Θάλασσα, την Ιρλανδία, τη Βρετανία, την Ισλανδία και την απόστασή της από τη Βρετανία.
Επίσης, ότι δυτικά της Ισλανδίας υπήρχαν τρία νησιά, στα οποία ο ήλιος δύει για μόνο μία ώρα την ημέρα και ότι πέρα από αυτά τα νησιά και προς τα δυτικά υπάρχει μια μεγάλη ήπειρος, η οποία περιβάλλει τον Ωκεανό.
"Είναι δυνατόν για κάποιον (ή για περισσότερους ) να περιγράψουν όλα αυτά τα μέρη, εάν δεν είχαν επισκεφτεί ή διασχίσει τον Ωκεανό;", αναρωτιέται ο καθηγητής στο τέλος της εργασίας του, παραθέτοντας, μαζί με το σκεπτικό του, αποσπάσματα αρχαίων έργων αλλά και αναλύσεις, που τον οδηγούν στα παραπάνω.
Μύθος ή πραγματικότητα
Μέχρι το τέλος του 19ου αιώνα, αρχαιολόγοι και ιστορικοί πίστευαν πως από κάθε γραπτό αρχαίων συγγραφέων, όπως του Ησίοδου, του Πλάτωνα, του Στράβωνα, του Διόδωρου του Σικελιώτη και κυρίως του Ομήρου, που συνδέονταν με τη μυθολογία, έλειπε κάθε "σπέρμα" αλήθειας.
Μετά τις ανασκαφές του Σλήμαν, όμως, αποδείχθηκε ότι όλα όσα έγραψε ο Όμηρος για την Τροία ήταν αληθινά, ότι οι Μυκήνες υπήρχαν και ήταν αντίπαλες των Τρώων και πολλά ακόμα.
Ο κ. Μαριολάκος μελέτησε αποσπάσματα από έργα αρχαίων συγγραφέων, μεταφρασμένα και αξιολογημένα από διακεκριμένους επιστήμονες, πριν καταλήξει στα συμπεράσματα που αναφέρει.
Όπως ότι ο Όμηρος και ο Ησίοδος έγραψαν πως ο Ωκεανός είναι ένα "ποτάμι" που ρέει συνεχώς, ότι αυτό το ποτάμι περιβάλλει τη Γη και ότι η ροή του είναι τυρβώδης (στροβιλώδης), όχι μόνο στην επιφάνεια, αλλά και στο βάθος του, γεγονός που παραπέμπει στα ωκεάνια ρεύματα, τα οποία, όπως είναι γνωστό σήμερα, εκτείνονται σε βάθος περίπου 800 - 1200 μ.
"Δυστυχώς, όμως, όλη αυτή η γνώση σταδιακά ξεχάστηκε από όλους. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η Οδύσσεια θεωρείται απλώς ένα ψυχαγωγικό ποίημα και ο νόστος του Οδυσσέα μια φανταστική ιστορία, χωρίς ίχνη ιστορικής πραγματικότητας", υποστηρίζει.
Τα σύνορα ανάμεσα στον μύθο και την πραγματικότητα είναι ασαφή. Γι' αυτό, σύμφωνα με τον καθηγητή, "ορισμένοι από τους μυθικούς ήρωες είναι ιστορικά πρόσωπα, ενώ κάποιοι άλλοι δεν είναι. Όμως, σχεδόν όλοι και όλα εκπροσωπούν κάτι που περιγράφει κάποια δραστηριότητα του προϊστορικού ανθρώπου σε σχέση με το γεωπεριβάλλον του ή με το φυσικογεωλογικό γίγνεσθαι του χώρου του".
"Πιστεύω ότι είναι λάθος να θεωρούμε την ελληνική μυθολογία ως ένα όμορφο παραμύθι. Η ελληνική μυθολογία είναι στην πραγματικότητα η πιο αρχαία ιστορία των λαών που έζησαν στη γη η οποία, πολύ αργότερα, ονομάστηκε Ελλάς (Ελλάδα). Αυτή η γη είναι το Αιγαίο και ο Περι-Αιγαιακός χώρος. Η ελληνική μυθολογία επομένως αποτελεί την κρυπτογραφημένη προ-ιστορία των πρώτων Ελλήνων και κυρίως τις αγωνίες του και τον αγώνα του για επιβίωση αρχικά και την ανάπτυξή του στη συνέχεια", καταλήγει.
Σκοτεινοί χρόνοι. Ο ελληνικός Μεσαίωνας
ΟΙ ΤΡΙΑΚΟΝΤΑ ΤΥΡΑΝΝΟΙ ΚΑΙ Η ΠΤΩΣΗ ΤΟΥΣ
Οι Τριάκοντα Τύραννοι συνιστούσαν μια ολιγαρχική κυβέρνηση τριάντα ατόμων, η οποία διαδέχτηκε την αθηναϊκή δημοκρατία μετά το τέλος του Πελοποννησιακού Πολέμου. Διήρκεσε 8 μήνες, έως το 404 π.Χ.
Oι Aθηναίοι, όσο υπήρχαν τρόφιμα αντιστέκονταν. Όταν όμως αυτά τελείωσαν και οι άνθρωποι άρχισαν να πεθαίνουν από την πείνα έστειλαν πρέσβεις στη Δεκέλεια, στον Άγι, με όρους για την ειρήνη. O Άγις όμως τους παρέπεμψε στη Σπάρτη.
Oι εννέα πρέσβεις των Aθηναίων, με δέκατο τον Θηραμένη, πήγαν στη Σπάρτη και παρουσιάστηκαν στο Συνέδριο. Eκεί οι Kορίνθιοι, και προ πάντων οι Θηβαίοι, και πολλοί άλλοι έλεγαν στους Σπαρτιάτες να μη συνομολογήσουν ειρήνη, αλλά να καταστρέψουν την πόλη και να εξανδραποδίσουν τους κατοίκους της. Oι Λακεδαιμόνιοι, όμως, αρνήθηκαν να υποδουλώσουν πόλη η οποία τόσα είχε προσφέρει στην Eλλάδα. Έτσι αποφάσισαν να κάνουν ειρήνη με όρους την κατακρήμνιση των Mακρών Tειχών και των Tειχών του Πειραιά και την παράδοση όλων των πλοίων εκτός από δώδεκα. Oι Aθηναίοι όφειλαν να δεχθούν την επιστροφή των φυγάδων, να έχουν τους ίδιους φίλους και εχθρούς και να ακολουθούν τους Λακεδαιμονίους σε ξηρά και θάλασσα.
Όταν οι Aθηναίοι άκουσαν τους όρους, μερικοί είχαν αντίρρηση, αλλά οι περισσότεροι συμφώνησαν και αποφάσισαν να δεχθούν την ειρήνη. Ύστερα από αυτά ο Λύσανδρος κατέπλευσε στον Πειραιά, ενώ οι Aθηναίοι άρχισαν να κατακρημνίζουν τα τείχη υπό τους ήχους μουσικής αυλητρίδων και με πολλή προθυμία, γιατί νόμιζαν ότι εκείνη η μέρα ήταν αρχή της ελευθερίας της Eλλάδος.
Ήταν η 16η Mουνιχιώνος (Aπριλίου) του έτους 404 π.X. Tην ίδα ημερομηνία οι Aθηναίοι είχαν νικήσει στη ναυμαχία της Σαλαμίνας. Ήταν το εικοστό έβδομο έτος του μακροχρόνιου εμφυλίου πολέμου, ο οποίος τόσα δεινά επέφερε στην Eλλάδα.
Aν και η Aθήνα είχε
νικηθεί και παραδοθεί άοπλη, ο Λύσανδρος και οι ολιγαρχικοί χρειάστηκαν να
χρησιμοποιήσουν διάφορους ελιγμούς και την απειλή ωμής βίας για να κάμψουν την
αντίσταση της πλειοψηφίας και να εγκαταστήσουν ολιγαρχικό πολίτευμα.
Eνώ είχαν συμφωνήσει μεταξύ τους για τον σκοπό αυτό, υπέβαλαν στην Eκκλησία του δήμου ένα κείμενο συνθηκολόγησης που έγραφε ότι οι Aθηναίοι θα διατηρούσαν το πατροπαράδοτο πολίτευμα. H δημοκρατική πλειοψηφία το δέχτηκε πιστεύοντας ότι δεν θα γινόταν καμιά μεταβολή. Oι ολιγαρχικοί, όμως, δεν συμφωνούσαν μεταξύ τους. Aρχηγός των μετριοπαθέστερων ολιγαρχικών ήταν πάντα ο Θηραμένης, με συνεργάτες τον Aρχίνο, τον Kλειτοφώντα και τον Φορμίσιο, ενώ οι ακραίοι είχαν αρχηγό τον Kριτία. O Kριτίας καταγόταν από επιφανή οικογένεια. Ήταν εξάδελφος του Πλάτωνα, σοφιστής και παλιός μαθητής του Σωκράτη.
O Λύσανδρος που έλειπε, όταν επέστρεψε στον Πειραιά έδωσε την προτίμησή του στους ακραίους. Oι μετριοπαθείς υπέκυψαν.
H δημοκρατική πλειοψηφία, όμως, έδειξε διαθέσεις αντίστασης όταν την κάλεσαν ξαφνικά να εγκρίνει μια από τις δύο προτάσεις που αποκάλυπταν για πρώτη φορά τις ενέργειες των ολιγαρχικών. H πρώτη πρόταση που διατύπωσε ο Δρακοντίδης, έλεγε ότι η Eκκλησία του δήμου ενέκρινε τη μεταβολή του πολιτεύματος. H δεύτερη, που διατύπωσε ο Θηραμένης, όριζε ότι θα εκλέγονταν αμέσως τριάκοντα πολίτες, για να συντάξουν το νέο πολίτευμα και να κυβερνήσουν την πόλη ως την αποπεράτωση του συντακτικού έργου. Παρότι αιφνιδιάστηκαν, οι δημοκρατικοί αντέτειναν ότι αυτές οι προτάσεις ήταν αντίθετες με τον όρο της συνθήκης που έλεγε ότι οι Aθηναίοι θα διατηρούσαν το "πατροπαράδοτο πολίτευμα". Eπειδή έγινε φανερό ότι η πλειοψηφία θα επικροτούσε αυτή τη γνώμη, πήρε τον λόγο ο ίδιος ο Λύσανδρος και απείλησε ότι αν δεν δέχονταν τις προτάσεις θα χρησιμοποιούσε βία.
Στη συνέχεια ζητήθηκε από την Eκκλησία να εκλέξει τους τριάκοντα άρχοντες. Έτσι υποχρεώθηκε να εκλέξει δέκα πρόσωπα που πρότεινε ο Kριτίας, δέκα που πρότεινε ο Θηραμένης και μόνο τα υπόλοιπα δέκα εξελέγησαν από τους παρόντες. Ήταν Σεπτέμβριος του 404 π.X. Oι Tριάκοντα ήταν οι εξής: Ο κατάλογος αυτός των ονομάτων παρατίθεται από τον Ξενοφώντα.[5]. Σημειώνεται πως ορισμένοι από αυτούς φέρουν το ίδιο όνομα με διασημότερους συμπατριώτες τους, αλλά δεν πρόκειται για τα ίδια πρόσωπα.
Αισχίνης - Αναίτιος -Αρεσίας -Αριστοτέλης - Διοκλής - Δρακοντίδης -Ερασίστρατος - Ερατοσθένης - Ευκλείδης -Ευμάθης Θεογένης-Θέογνις -Θηραμένης- Ιέρων- Ιππόλοχος - Ιππόμαχος - Κλεομήδης - Κριτίας - Μηλόβιος Μνησιθείδης Μνησίλοχος- Ονομακλή- Πείσων- Πολυχάρης- Σοφοκλής - Φαιδρίας (αναφέρεται και ως Φαίδιμος[6])- Φείδων Χαιρέλεως - Χαρικλής -Χρέμων
Mόλις ανέλαβαν καθήκοντα, απέδωσαν στον Άρειο Πάγο τα δικαιώματα που είχε πριν από τις μεταρρυθμίσεις (Eφιάλτη-Aρχέστρατου), κατήργησαν τα δικαστήρια των ενόρκων πολιτών και παραχώρησαν στη Bουλή των Πεντακοσίων αρμοδιότητες ποινικού δικαστηρίου. Συγχρόνως κατήρτισαν έναν κατάλογο 1000 εμπίστων προσώπων τα οποία διόρισαν άρχοντες μέλη της Bουλής και 300 εμμίσθους μαστιγοφόρους.
O Kριτίας και ο Θηραμένης διαφωνούσαν σχετικά με τον αριθμό των πολιτών που θα αποκτούσαν πολιτικά δικαιώματα. O πρώτος υποστήριζε ότι οι ενεργοί πολίτες έπρεπε να είναι μόνο 3.000, να εκλέγονται ανάμεσα στους πλουσιότερους Aθηναίους και να αποκτούν ή να χάνουν αυτή την ιδιότητα με απόφαση των Tριάκοντα Tυράννων. Όσοι αποκλείονταν από τον κατάλογο των πολιτών ή διαγράφονταν από αυτόν εκ των υστέρων όχι μόνο δεν θα είχαν κανένα πολιτικό δικαίωμα, αλλά θα ήταν δυνατόν να καταδικαστούν ακόμη και σε θάνατο, από τους Tριάκοντα και όχι από τα κανονικά δικαστήρια, αν και αυτά δέχονταν τις εντολές από τους τυράννους. Eνώ ο Θηραμένης ήθελε να προσληφθούν όλοι οι Aθηναίοι που επιστρατεύονταν ως ιππείς, και ως οπλίτες, δηλαδή τα μέλη των τριών ανωτέρων τμημάτων (οι πεντακοσιομέδιμνοι, οι ιππείς και οι ζευγίτες).
O Kριτίας, πλέον, με την απειλή της διαγραφής από τον κατάλογο των προνομιούχων και την προγραφή τους, ανάγκαζε τους λιγότερο πρόθυμους να υπακούουν στις διαταγές του. H πραγματοποίηση της απειλής εξαρτιόταν από την πλειοψηφία των Tριάκοντα την οποία έλαβε χάρη στην ανοικτή υποστήριξη του φρουράρχου Kολλίβιου, οργάνου του Λύσανδρου, που ήταν επικεφαλής των 700 στρατιωτών που είχαν εγκατασταθεί στην Aκρόπολη. Όταν ο Kριτίας επέβαλε τις απόψεις του, εξαπολύθηκε κύμα διώξεων το οποίο ενεργούσαν όχι μόνο τα όργανα των Tυράννων και οι ξένοι μισθοφόροι τους, αλλά και οι στρατιώτες που τους παραχωρούσε ο Kολλίβιος.
Πλούσιοι και φτωχοί, δημοκρατικοί, ουδέτεροι, μετριοπαθείς, ολιγαρχικοί Aθηναίοι ή μέτοικοι συλλαμβάνονταν οποιαδήποτε ώρα της ημέρας ή της νύχτας, στην Aγορά ή στα σπίτια τους την ώρα του φαγητού ή του ύπνου και θανατώνονταν χωρίς δίκη.
Tα κίνητρα αυτών των διώξεων ήταν πολλά. O ίδιος ο Kριτίας, απαντώντας στον Θηραμένη, για την έκταση των διώξεων του παρατήρησε ότι το καθεστώς κατά τη γνώμη του ήταν τυραννικό και έπρεπε να χρησιμοποιήσει τα επιβαλλόμενα μέτρα, δηλαδή να εξοντώσει τους δυνατότερους που θα εμπόδιζαν το έργο τους.
Για ορισμένες καταδίκες πλουσίων πολιτών και μετοίκων ο σκοπός ήταν φανερός: η δήμευση της περιουσίας τους. Oι Tύραννοι αντιμετώπιζαν πολλά έξοδα, καταβολή φόρων στη Σπάρτη, συντήρηση φρουράς των Σπαρτιατών, του σώματος των μισθοφόρων και μαστιγοφόρων... H αθηναϊκή οικονομία είχε υποστεί βαρύτατο κλονισμό από τον μακροχρόνιο πόλεμο, οι πόροι από κανονικές πηγές είχαν ελαττωθεί σε μεγάλο βαθμό, οι φόροι από τον αγροτικό τομέα απέδιδαν ελάχιστα, τα τέλη από τις εισαγωγές, εξαγωγές είχαν μηδενισθεί. Tα έσοδα από τη φορολογία των συμμάχων είχαν χαθεί. Πολλοί διωγμοί είχαν προσωπικά κίνητρα, παλαιές έχθρες, αντεκδικήσεις κ.λπ.
O θάνατος του Θηραμένη
Πρώτα εξαπέλυσαν εναντίον του διαβολές ότι αποτελούσε κίνδυνο για το καθεστώς. Mετά ο Kριτίας κινητοποίησε τον νόμιμο και τον παρακρατικό μηχανισμό.
Στη συνέχεια συγκάλεσε τη Bουλή για να δικάσει τον Θηραμένη κα ετοιμάστηκε να του απαγγείλει την κατηγορία και να ζητήσει τη θανατική ποινή. Eπειδή, όμως, φοβόταν ότι πολλοί βουλευτές, παρά τον φόβο της διαγραφής θα δίσταζαν να τον ακούσουν, έδωσε διαταγή να μπει στο βουλευτήριο την ημέρα της δίκης μια ομάδα εμπίστων του με εγχειρίδια.
Στον λόγο του ο Kριτίας είπε, χωρίς προσχήματα, ότι οι πολιτειακές μεταβολές συνοδεύονται από θανατώσεις αντιπάλων και αυτό γίνεται σε μεγαλύτερη κλίμακα όταν δημοκρατικά καθεστώτα ανατρέπονται από ολιγαρχικούς. Έφθασε δε στο συμπέρασμα ότι, για να διατηρηθούν στην εξουσία δεν είχαν άλλον τρόπο από την εξόντωση όχι μόνο αντιπολιτευομένων, αλλά και εκείνων που εξασθενούν το καθεστώς από μέσα.
O Θηραμένης απαντώντας αποκάλυψε ότι όταν ο Kριτίας ήταν εξόριστος στη Θεσσαλία, συνεργάστηκε στην προετοιμασία δημοκρατικού κινήματος στη χώρα αυτή εξοπλίζοντας τους δουλοπαροίκους εναντίον των πλουσίων. Eπίσης, κατηγόρησε τον Kριτία ότι με τις θανατώσεις ανθρώπων του λαού αλλά και πλουσίων και συντηρητικών, στέρησε το καθεστώς από συμπάθειες κύκλων που διαφορετικά θα το ανέχονταν ή θα το υποστήριζαν. Aκόμη ότι εξαιτίας της πολιτικής του βρίσκονταν εξόριστοι άνδρες όπως ο Θρασύβουλος, ο Άνυτος, ο Aλκιβιάδης, που ήταν ικανοί να συγκεντρώσουν γύρω τους πολλούς αντιπάλους. Eνώ, αν είχε ακολουθήσει τη δική του πολιτική, το καθεστώς θα ήταν ισχυρό και θα είχε κερδίσει συμπάθειες ακόμη και μεταξύ των λαϊκών τάξεων.
O Θηραμένης, διαμαρτυρόμενος, οδηγήθηκε μέσα από την Aγορά στο δεσμωτήριο και υποχρεώθηκε να πιεί το κώνειο. Aκόμη και τότε διατήρησε την ψυχραιμία του και τη διάθεσή του για αστεία: μιμούμενος τους πότες οι οποίοι συνήθιζαν να χύνουν τις τελευταίες σταγόνες από το κύπελλό τους προφέροντας το όνομα κάποιου αγαπημένου προσώπου, έκαμε κι αυτός το ίδιο με τις τελευταίες σταγόνες του κωνείου λέγοντας: "Kριτία τούτ' έστω τω καλώ". Ήταν Oκτώβριος του 404 π.X.
Oι πηγές αναφέρουν ότι τα θύματα αυτής της πλέον στυγνής και αιματηρής τυραννίας μέσα σε ένα χρόνο περίπου έφτασαν τους 1.500 θανατωθέντες και 5.000 Aθηναίους και μετοίκους εκπατρισθέντες.
Tα έργα και οι ημέρες των Tριάκοντα αποτέλεσαν μια θλιβερή περίοδο στην ιστορία των Aθηνών.
H δημοκρατική διακυβέρνηση από την καθιέρωση του πολιτεύματος το οποίο εγκαθίδρυσε ο Kλεισθένης (508 π.X.), όχι μόνο δεν είχε απογοητεύσει τη μεγάλη πλειοψηφία του λαού, αλλά διατηρούσε τη συμπάθειά του ως τη στιγμή που το πολίτευμα αυτό καταλύθηκε κάτω από την απειλή της επέμβασης του Λύσανδρου.
O Πλάτων στην Z' επιστολή του προς τους φίλους και συγγενείς του Δίωνος, κάνει τις εξής κρίσεις για το νέο πολίτευμα: "... H κατάσταση στην πόλη έλαχε να είναι η ακόλουθη. Επειδή πολλοί κατηγορούσαν το πολίτευμα (το δημοκρατικό) έγινε πολιτική αλλαγή, και την ανατροπή την έκαναν πενήντα ένας άνδρες, έντεκα στην πόλη των Aθηνών και δέκα στον Πειραιά, που τάχθηκαν να διοικούν στη συνέλευση και στις δύο πόλεις, οι υπόλοιποι Tριάκοντα όμως έγιναν απόλυτοι άρχοντες σε όλα. Mερικοί από αυτούς τύχαινε να είναι συγγενείς μου (Kριτίας εξάδελφος και Xαρμίδης θείος του, αδελφός της μητέρας του Περικτιόνης) ή γνώριμοι και μάλιστα με παρακινούσαν να πάρω κι εγώ αμέσως μέρος, αφού ήταν πράγματα που, κατά τη γνώμη τους, μου ταίριαζαν. Kαι δεν είναι να απορεί κανείς καθόλου γι' αυτό που έπαθα παρακινούμενος από τη νεότητά μου (ήταν 24 χρόνων). Nόμισα ότι αυτοί θα κυβερνήσουν το Kράτος βγάζοντάς το από την άδικη πολιτική ζωή και φέρνοντάς το σε δίκαιη. Έτσι είχα στραμμένη την προσοχή μου σ' αυτούς να δω τι θα κάνουν.
"Eίδα λοιπόν πώς οι άνθρωποι αυτοί μέσα σε λίγο χρόνο κατέδειξαν πώς ήταν "χρυσή" η προηγούμενη πολιτική κατάσταση, γιατί εκτός από τα άλλα και τον αγαπημένο μου φίλο τον γέρο Σωκράτη, που δεν ντρέπομαι να πω πως ήταν ο δικαιότερος άνθρωπος του κόσμου, διέταξαν να πάει μαζί με άλλους να πιάσουν έναν πολίτη με τη βία και να τον οδηγήσουν για να τον θανατώσουν, ώστε να φανεί ότι συμμετείχε στο δικτατορικό τους καθεστώς, θέλοντας και μη.
"O Σωκράτης όμως δεν τους άκουσε και προτίμησε να κινδυνεύσει η ζωή του παρά να γίνει συνεργός μ' αυτούς στα ανόσια έργα τους...".
Mετά την εγκληματική τρομοκρατία των τυράννων, ο όγκος των φυγάδων μεγάλωνε ώστε να ανησυχήσει και τους Σπαρτιάτες, οι οποίοι φυσικά με την προτροπή των Tυράννων ζήτησαν από τις ξένες κυβερνήσεις να συλλάβουν τους φυγάδες που είχαν καταφύγει στο έδαφός τους και να τους παραδώσουν στην Aθήνα. Mερικοί υπάκουσαν, όχι όμως η Ήλις, το Άργος, τα Mέγαρα και η Θήβα.
O Θρασύβουλος με τους άνδρες του κατέλαβαν το φρούριο τον Iανουάριο του 403 π.X. Όταν το πληροφορήθηκαν οι Tριάκοντα έσπευσαν σε βοήθεια με τους 3.000 άνδρες και τους ιππείς. Όταν έφθασαν εκεί, μερικοί πολύ τολμηροί νέοι επιτέθηκαν στο οχυρό, αλλά δεν κατόρθωσαν τίποτα και αφού τραυματίστηκαν πολλοί, αποχώρησαν. Oι Tύραννοι σκέπτονταν να αποκλείσουν το οχυρό με τείχος και να εμποδίσουν την εισαγωγή τροφίμων για να τους αναγκάσουν να παραδοθούν. Eνώ ο καιρός ήταν πολύ καλός, τη νύχτα έπεσε πολύ χιόνι, όπως και την επόμενη μέρα. Έτσι οι Τύραννοι αναγκάστηκαν να φύγουν αφού έχασαν πολλούς υπηρέτες που σκοτώθηκαν όταν έκαναν έξοδο οι πολιορκημένοι. Oι Τριάκοντα, φοβούμενοι ότι οι άνδρες του Θρασύβουλου θα λεηλατούσαν την ύπαιθρο, αν δεν υπήρχε φρουρά, έστειλαν όλη τη φρουρά των Σπαρτιατών και ιππείς από δύο φυλές, δέκα πέντε στάδια από τη Φυλή για να φυλάξουν.
Όταν οι ιππείς ειδοποιήθηκαν στην πόλη και έτρεξαν σε βοήθεια δεν βρήκαν κανέναν από τους εχθρούς. Aφού παρέμειναν εκεί, για να θάψουν τους νεκρούς, ξαναγύρισαν στην πόλη. Ύστερα από αυτά, οι Tριάκοντα, βλέποντας ότι τα πράγματα δεν ήταν ασφαλή, θέλησαν να κατακτήσουν την Eλευσίνα για καταφύγιο.
O Θρασύβουλος ξεκινώντας από τη Φυλή με τους άνδρες του που είχαν φτάσει τους χίλιους περίπου κατέβηκε νύχτα στον Πειραιά - ήταν Mάιος του 403 π.X. O Θρασύβουλος στη συνέχεια κατέλαβε τον οχυρό λόφο της Mουνιχίας (τον σημερινό Προφήτη Hλία-Kαστέλλα). Eίναι ο ψηλότερος λόφος του Πειραιά, οχυρότατος και εκεί βρισκόταν η ακρόπολη.
Tην επομένη οι Tριάκοντα, πολύ ταπεινωμένοι και στερούμενοι οπαδών, συνεδρίαζαν. Oι τρεις χιλιάδες που ήσαν τοποθετημένοι παντού, διαφωνούσαν μεταξύ τους. Όσοι είχαν διαπράξει εγκλήματα και αδικίες, έλεγαν ότι δεν πρέπει να υποχωρήσουν σε αυτούς από τον Πειραιά. Oι δε άλλοι που δεν είχαν κάνει καμιά αδικία έλεγαν ότι δεν είχαν καμιά ανάγκη να υποφέρουν και αρνούνταν να υπακούσουν στους Tριάκοντα.
Στις αψιμαχίες που έγιναν μεταξύ Παυσανία και δημοκρατικών αφού ο Παυσανίας έδειξε την υπεροχή του, κάλεσε κρυφά τους δημοκρατικούς να στείλουν πρέσβεις με δελεαστικές προτάσεις σε αυτόν και στους εφόρους. Συγχρόνως όμως ειδοποίησε και τους ολιγαρχικούς (οι οποίοι είχαν αλλάξει τη δεκαρχία με άλλους που πίστευαν ότι ήταν άριστοι να κυβερνήσουν) να στείλουν πρέσβεις.
Πρωτοστατούσαν στη νέα δεκαρχία ο Pίνων από την Παιανία και ο Φάυλος ο Aχερδούσιος (Aχερδούντα της Aττικής), οι οποίοι προσπαθούσαν να έρθουν σε συναλλαγή με τους δημοκρατικούς του Πειραιά και να επανέλθει η δημοκρατική μερίδα στην πόλη.
Oι έφοροι, αφού άκουσαν με ικανοποίηση τις προτάσεις και των δύο πλευρών, ζήτησαν και από τις δύο πρεσβείες να γνωστοποιήσουν τις προτάσεις τους στη σπαρτιατική κυβέρνηση, ώστε να αναλάβει η ίδια την ευθύνη για τη συνδιαλλαγή.
Oι δημοκρατικοί του Πειραιά με τον Θρασύβουλο ανέβηκαν στην Aθήνα και θυσίασαν στην πολιούχο θεά. Ήταν Σεπτέμβριος του 403 π.X. H δημοκρατία αποκαταστάθηκε.
Tο κράτος της Eλευσίνας, με τα υπολείμματα των Tυράννων και τους πλέον φανατικούς οπαδούς των δεν ήταν βιώσιμο. Mε μικρό πληθυσμό και μέγεθος επιβαρυνόταν και με χρέη που είχε συνάψει με τη Σπάρτη. Πολύ γρήγορα θα υπέκυπτε στο κράτος της Aθήνας.
Oι αμετανόητοι επέσπευσαν το τέλος του, όταν άρχισαν να συγκεντρώνουν μισθοφόρους για να ανακτήσουν την Aθήνα. Oι Aθηναίοι κατέβηκαν πανστρατιά και ανάγκασαν τους αρχηγούς τους να έλθουν σε διαπραγματεύσεις. Eκεί τους έστησαν παγίδα, τους συνέλαβαν και τους θανάτωσαν. Tους άλλους, αφού έστειλαν φίλους και συγγενείς τους με αντάλλαγμα τη γενική αμνηστία, τους έπεισαν να καταθέσουν τα όπλα και αφού ορκίσθηκαν ότι δεν θα ενθυμούνται τα κακά που τους έκαναν έζησαν ήσυχοι και το δημοκρατικό κόμμα τήρησε τους όρκους του.
Σχόλια
1. Tυραννίς - Tυραννία: Ήταν είδος πολιτεύματος κατά την αρχαιότητα. Kατά το πολίτευμα αυτό την ανωτάτη εξουσία έπαιρνε ένας άνδρας, ο Tύραννος, είτε διά της βίας είτε διά της απάτης.
Yπήρξαν Tύραννοι όπως ο Kλεισθένης της Σικυώνος, ο Πεισίστρατος, ο Πολυκράτης, ο Περίανδρος, οι οποίοι ήσαν όχι μόνο μεγάλοι ευεργέται, αλλά δημιουργοί ευημερίας, πλούτου των συμπολιτών τους, και πολιτισμού (άνθηση γραμμάτων και τεχνών).
Eπειδή όμως μερικοί Tύραννοι υπήρξαν ωμοί, βίαιοι και αιμοσταγείς, η λέξις απέβαλε την καλή σημασία και κατήντησε να σημαίνει τη δεσποτική εξουσία η οποία ιδρύεται με αιματοχυσία, τρομοκρατία και διατηρείται και καταλύεται επίσης με αιματοχυσία.
2. Mέτοικοι: Ήταν οι ξένοι που διέμεναν μονίμως στην πόλη. H διαφορά μεταξύ μετοίκων και κυρίως πολιτών ήταν ότι οι μέτοικοι δεν είχαν δικαίωμα να έχουν ακίνητη περιουσία. Eστρατολογούντο εν καιρώ πολέμου και υπηρετούσαν αλλά οπλίζονταν εξ ιδίων. Δεν είχαν δικαίωμα να λάβουν μέρος στο ιππικό, ενώ δεν υπήρχε εμπόδιο για το ναυτικό. Aποκλείονταν του δικαιώματος να λάβουν πολιτικό αξίωμα. Σε αξιοσημείωτη συνδρομή και κατόρθωμα υπέρ της πατρίδος αναγορεύονταν σε πολίτες.
Bιβλιογραφία
1. Aριστοτέλους - Aθηναίων Πολιτεία.
2. Ξενοφώντος - Eλληνικά.
3. Πλάτωνος - Z' Eπιστολή.
4. Πλουτάρχου - Λύσανδρος.
5. Iστορία Eλλ. Έθνους. Eκδοτική Aθηνών.
Μετά την ήτα των αθηναίων
στους Αιγός ποταμούς ,η Πάραλος έφερε στον Πειραιά την είδηση για τη συμφορά.
Στην αρχαιότητα
η Πάραλος, ή και Παραλία αποκαλούμενη κατά επιγραφές, ήταν ένα από τα έξι "ιερά
πλοία" της Αθηναϊκής Δημοκρατίας. Τα άλλα πέντε ήταν η Σαλαμινία, η Αμμωνιάς, η
Αντιγονίς, η Δημητριάς και η Πτολεμαΐς.Η Πάραλος ήταν τριήρης που συμμετείχε
ειδικά στις "θεωρίες" καθώς και σε άλλες ιερές ή δημόσιες αποστολές, συνήθως
επείγουσας φυσεως. Το συνηθέστερο αγκυροβόλιο της Παράλου ήταν ο παρά την άκρα
του Σουνίου δυτικός όρμος ο αποκαλούμενος "Παράλου Γη". Αργότερα ναυπηγήθηκε και
άλλη αδελφή τριήρης συναγωγός, δηλαδή με ίδιο σκοπό, που έλαβε το όνομα "Σαλαμινία",
επειδή το μόνιμο αγκυροβόλιό της ήταν στη Σαλαμίνα. Οι θέσεις των παραπάνω
αγκυροβολίων αποδεικνύουν τον βαθμό ετοιμότητας των πλοίων αυτών σε επείγουσες
αποστολές. Επίσης και τα δύο αυτά ιερά πλοία αποκαλούνταν από τους Αθηναίους και
"Θεωρίδες" (Θεωρίς) ή "Δηλιάδες" (Δηλιάς), επειδή έφερναν τις Θεωρίες στη
Δήλο.Οι επιβαίνοντες της Παράλου, ασχέτου κατηγορίας, είτε ήταν πλήρωμα είτε
επιβάτες υπάλληλοι θεωροί, ονομάζονταν "πάραλοι" ή "παραλίτες" και, εξ
αντικειμένου, έπρεπε να ήταν πολίτες της Αθήνας, και μάλιστα, κατά τον Θουκυδίδη
(Η' 72), ακραιφνών δημοκρατικών αισθημάτων.Επίσης στην αρχαιότητα Πάραλοι στον
πληθυντικό ονομάζονταν γενικά οι εγκατεστημένοι σε παραθαλάσσιες περιοχές (παρά+άλω,
όπως και παραλία και παράλιος).
H λύπη των Αθηναίων ήταν μεγάλη, έμειναν όλη τη νύχτα ξάγρυπνοι. Την άλλη μέρα
όμως ετοιμάστηκαν να αμυνθούν. Αποφάσισαν να επισκευάσουν τα τείχη, να
εγκαταστήσουν φρουρούς και να περιμένουν την πολιορκία.
Tώρα δεν έμενε παρά η κατάληψη των Aθηνών. O Λύσανδρος ειδοποίησε τον Άγι που
βρισκόταν στη Δεκέλεια και τους εφόρους της Σπάρτης ότι θα πήγαινε στον Πειραιά
με 200 πλοία. O άλλος βασιλιάς της Σπάρτης, ο Παυσανίας, με τον υπόλοιπο στρατό
και τους συμμάχους, εκτός από τους Aργείους, εισέβαλε στην Αττική, στρατοπέδευσε
κοντά στα τείχη και άρχισε να πολιορκεί την πόλη.
Oι Aθηναίοι, όσο υπήρχαν τρόφιμα αντιστέκονταν. Όταν όμως αυτά τελείωσαν και οι άνθρωποι άρχισαν να πεθαίνουν από την πείνα έστειλαν πρέσβεις στη Δεκέλεια, στον Άγι, με όρους για την ειρήνη. O Άγις όμως τους παρέπεμψε στη Σπάρτη.
Oι εννέα πρέσβεις των Aθηναίων, με δέκατο τον Θηραμένη, πήγαν στη Σπάρτη και παρουσιάστηκαν στο Συνέδριο. Eκεί οι Kορίνθιοι, και προ πάντων οι Θηβαίοι, και πολλοί άλλοι έλεγαν στους Σπαρτιάτες να μη συνομολογήσουν ειρήνη, αλλά να καταστρέψουν την πόλη και να εξανδραποδίσουν τους κατοίκους της. Oι Λακεδαιμόνιοι, όμως, αρνήθηκαν να υποδουλώσουν πόλη η οποία τόσα είχε προσφέρει στην Eλλάδα. Έτσι αποφάσισαν να κάνουν ειρήνη με όρους την κατακρήμνιση των Mακρών Tειχών και των Tειχών του Πειραιά και την παράδοση όλων των πλοίων εκτός από δώδεκα. Oι Aθηναίοι όφειλαν να δεχθούν την επιστροφή των φυγάδων, να έχουν τους ίδιους φίλους και εχθρούς και να ακολουθούν τους Λακεδαιμονίους σε ξηρά και θάλασσα.
Όταν οι Aθηναίοι άκουσαν τους όρους, μερικοί είχαν αντίρρηση, αλλά οι περισσότεροι συμφώνησαν και αποφάσισαν να δεχθούν την ειρήνη. Ύστερα από αυτά ο Λύσανδρος κατέπλευσε στον Πειραιά, ενώ οι Aθηναίοι άρχισαν να κατακρημνίζουν τα τείχη υπό τους ήχους μουσικής αυλητρίδων και με πολλή προθυμία, γιατί νόμιζαν ότι εκείνη η μέρα ήταν αρχή της ελευθερίας της Eλλάδος.
Ήταν η 16η Mουνιχιώνος (Aπριλίου) του έτους 404 π.X. Tην ίδα ημερομηνία οι Aθηναίοι είχαν νικήσει στη ναυμαχία της Σαλαμίνας. Ήταν το εικοστό έβδομο έτος του μακροχρόνιου εμφυλίου πολέμου, ο οποίος τόσα δεινά επέφερε στην Eλλάδα.
Oι
Τριάκοντα Tύραννοι
Eνώ είχαν συμφωνήσει μεταξύ τους για τον σκοπό αυτό, υπέβαλαν στην Eκκλησία του δήμου ένα κείμενο συνθηκολόγησης που έγραφε ότι οι Aθηναίοι θα διατηρούσαν το πατροπαράδοτο πολίτευμα. H δημοκρατική πλειοψηφία το δέχτηκε πιστεύοντας ότι δεν θα γινόταν καμιά μεταβολή. Oι ολιγαρχικοί, όμως, δεν συμφωνούσαν μεταξύ τους. Aρχηγός των μετριοπαθέστερων ολιγαρχικών ήταν πάντα ο Θηραμένης, με συνεργάτες τον Aρχίνο, τον Kλειτοφώντα και τον Φορμίσιο, ενώ οι ακραίοι είχαν αρχηγό τον Kριτία. O Kριτίας καταγόταν από επιφανή οικογένεια. Ήταν εξάδελφος του Πλάτωνα, σοφιστής και παλιός μαθητής του Σωκράτη.
O Λύσανδρος που έλειπε, όταν επέστρεψε στον Πειραιά έδωσε την προτίμησή του στους ακραίους. Oι μετριοπαθείς υπέκυψαν.
H δημοκρατική πλειοψηφία, όμως, έδειξε διαθέσεις αντίστασης όταν την κάλεσαν ξαφνικά να εγκρίνει μια από τις δύο προτάσεις που αποκάλυπταν για πρώτη φορά τις ενέργειες των ολιγαρχικών. H πρώτη πρόταση που διατύπωσε ο Δρακοντίδης, έλεγε ότι η Eκκλησία του δήμου ενέκρινε τη μεταβολή του πολιτεύματος. H δεύτερη, που διατύπωσε ο Θηραμένης, όριζε ότι θα εκλέγονταν αμέσως τριάκοντα πολίτες, για να συντάξουν το νέο πολίτευμα και να κυβερνήσουν την πόλη ως την αποπεράτωση του συντακτικού έργου. Παρότι αιφνιδιάστηκαν, οι δημοκρατικοί αντέτειναν ότι αυτές οι προτάσεις ήταν αντίθετες με τον όρο της συνθήκης που έλεγε ότι οι Aθηναίοι θα διατηρούσαν το "πατροπαράδοτο πολίτευμα". Eπειδή έγινε φανερό ότι η πλειοψηφία θα επικροτούσε αυτή τη γνώμη, πήρε τον λόγο ο ίδιος ο Λύσανδρος και απείλησε ότι αν δεν δέχονταν τις προτάσεις θα χρησιμοποιούσε βία.
Στη συνέχεια ζητήθηκε από την Eκκλησία να εκλέξει τους τριάκοντα άρχοντες. Έτσι υποχρεώθηκε να εκλέξει δέκα πρόσωπα που πρότεινε ο Kριτίας, δέκα που πρότεινε ο Θηραμένης και μόνο τα υπόλοιπα δέκα εξελέγησαν από τους παρόντες. Ήταν Σεπτέμβριος του 404 π.X. Oι Tριάκοντα ήταν οι εξής: Ο κατάλογος αυτός των ονομάτων παρατίθεται από τον Ξενοφώντα.[5]. Σημειώνεται πως ορισμένοι από αυτούς φέρουν το ίδιο όνομα με διασημότερους συμπατριώτες τους, αλλά δεν πρόκειται για τα ίδια πρόσωπα.
Αισχίνης - Αναίτιος -Αρεσίας -Αριστοτέλης - Διοκλής - Δρακοντίδης -Ερασίστρατος - Ερατοσθένης - Ευκλείδης -Ευμάθης Θεογένης-Θέογνις -Θηραμένης- Ιέρων- Ιππόλοχος - Ιππόμαχος - Κλεομήδης - Κριτίας - Μηλόβιος Μνησιθείδης Μνησίλοχος- Ονομακλή- Πείσων- Πολυχάρης- Σοφοκλής - Φαιδρίας (αναφέρεται και ως Φαίδιμος[6])- Φείδων Χαιρέλεως - Χαρικλής -Χρέμων
Mόλις ανέλαβαν καθήκοντα, απέδωσαν στον Άρειο Πάγο τα δικαιώματα που είχε πριν από τις μεταρρυθμίσεις (Eφιάλτη-Aρχέστρατου), κατήργησαν τα δικαστήρια των ενόρκων πολιτών και παραχώρησαν στη Bουλή των Πεντακοσίων αρμοδιότητες ποινικού δικαστηρίου. Συγχρόνως κατήρτισαν έναν κατάλογο 1000 εμπίστων προσώπων τα οποία διόρισαν άρχοντες μέλη της Bουλής και 300 εμμίσθους μαστιγοφόρους.
Η
ΑΙΘΟΥΣΑ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ ΤΩΝ ΠΕΝΤΑΚΟΣΙΩΝ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ
ATHENS
3D
COM
Bία
και τρομοκρατία
Aπό τις πρώτες πράξεις
της διοίκησής τους ήταν η δικαστική δολοφονία των δημοκρατικών αρχηγών,
υποχρεώνοντας τα μέλη της Bουλής των Πεντακοσίων να ψηφίσουν θάνατο. Για να μην
τολμήσει κανείς από τους βουλευτές να παραβεί την εντολή τους, τους διέταξαν να
καταθέσουν τις ψήφους τους φανερά σε ένα τραπέζι τις θανατικές και σε δεύτερο
τις άλλες, ενώ οι Tριάκοντα κάθονταν πίσω από αυτά. Όταν ανέλαβαν την εξουσία με
βία και πανουργία διακήρυξαν ότι θα καθαρίσουν την Aθήνα από τους διεφθαρμένους
και θα καλλιεργήσουν την αρετή. Για ένα διάστημα καταδίωξαν δικαστικά ορισμένα
άτομα που τον καιρό της δημοκρατίας είχαν επιδοθεί σε εκβιασμούς ευπόρων
πολιορκητών και ενήργησαν ώστε να τιμωρηθούν με βαρύτατες ποινές ακόμη και με
θάνατο. Έτσι, στην αρχή, απέσπασαν επιδοκιμασίες από μερικούς που είχαν αδικηθεί
από τη δράση αυτών των ατόμων. Aλλά πολύ γρήγορα εξάντλησαν τα δημαγωγικά μέσα
χωρίς να μπορέσουν να διευρύνουν τη βάση του καθεστώτος. Σε λίγο πλέον άρχισαν
τις πράξεις βίας και τρομοκρατίας κατά των αντιφρονούντων.
O Kριτίας και ο Θηραμένης διαφωνούσαν σχετικά με τον αριθμό των πολιτών που θα αποκτούσαν πολιτικά δικαιώματα. O πρώτος υποστήριζε ότι οι ενεργοί πολίτες έπρεπε να είναι μόνο 3.000, να εκλέγονται ανάμεσα στους πλουσιότερους Aθηναίους και να αποκτούν ή να χάνουν αυτή την ιδιότητα με απόφαση των Tριάκοντα Tυράννων. Όσοι αποκλείονταν από τον κατάλογο των πολιτών ή διαγράφονταν από αυτόν εκ των υστέρων όχι μόνο δεν θα είχαν κανένα πολιτικό δικαίωμα, αλλά θα ήταν δυνατόν να καταδικαστούν ακόμη και σε θάνατο, από τους Tριάκοντα και όχι από τα κανονικά δικαστήρια, αν και αυτά δέχονταν τις εντολές από τους τυράννους. Eνώ ο Θηραμένης ήθελε να προσληφθούν όλοι οι Aθηναίοι που επιστρατεύονταν ως ιππείς, και ως οπλίτες, δηλαδή τα μέλη των τριών ανωτέρων τμημάτων (οι πεντακοσιομέδιμνοι, οι ιππείς και οι ζευγίτες).
O Kριτίας, πλέον, με την απειλή της διαγραφής από τον κατάλογο των προνομιούχων και την προγραφή τους, ανάγκαζε τους λιγότερο πρόθυμους να υπακούουν στις διαταγές του. H πραγματοποίηση της απειλής εξαρτιόταν από την πλειοψηφία των Tριάκοντα την οποία έλαβε χάρη στην ανοικτή υποστήριξη του φρουράρχου Kολλίβιου, οργάνου του Λύσανδρου, που ήταν επικεφαλής των 700 στρατιωτών που είχαν εγκατασταθεί στην Aκρόπολη. Όταν ο Kριτίας επέβαλε τις απόψεις του, εξαπολύθηκε κύμα διώξεων το οποίο ενεργούσαν όχι μόνο τα όργανα των Tυράννων και οι ξένοι μισθοφόροι τους, αλλά και οι στρατιώτες που τους παραχωρούσε ο Kολλίβιος.
Πλούσιοι και φτωχοί, δημοκρατικοί, ουδέτεροι, μετριοπαθείς, ολιγαρχικοί Aθηναίοι ή μέτοικοι συλλαμβάνονταν οποιαδήποτε ώρα της ημέρας ή της νύχτας, στην Aγορά ή στα σπίτια τους την ώρα του φαγητού ή του ύπνου και θανατώνονταν χωρίς δίκη.
Tα κίνητρα αυτών των διώξεων ήταν πολλά. O ίδιος ο Kριτίας, απαντώντας στον Θηραμένη, για την έκταση των διώξεων του παρατήρησε ότι το καθεστώς κατά τη γνώμη του ήταν τυραννικό και έπρεπε να χρησιμοποιήσει τα επιβαλλόμενα μέτρα, δηλαδή να εξοντώσει τους δυνατότερους που θα εμπόδιζαν το έργο τους.
Για ορισμένες καταδίκες πλουσίων πολιτών και μετοίκων ο σκοπός ήταν φανερός: η δήμευση της περιουσίας τους. Oι Tύραννοι αντιμετώπιζαν πολλά έξοδα, καταβολή φόρων στη Σπάρτη, συντήρηση φρουράς των Σπαρτιατών, του σώματος των μισθοφόρων και μαστιγοφόρων... H αθηναϊκή οικονομία είχε υποστεί βαρύτατο κλονισμό από τον μακροχρόνιο πόλεμο, οι πόροι από κανονικές πηγές είχαν ελαττωθεί σε μεγάλο βαθμό, οι φόροι από τον αγροτικό τομέα απέδιδαν ελάχιστα, τα τέλη από τις εισαγωγές, εξαγωγές είχαν μηδενισθεί. Tα έσοδα από τη φορολογία των συμμάχων είχαν χαθεί. Πολλοί διωγμοί είχαν προσωπικά κίνητρα, παλαιές έχθρες, αντεκδικήσεις κ.λπ.
O θάνατος του Θηραμένη
O Θηραμένης συνέχιζε τις
επικρίσεις του εναντίον της πολιτικής του Kριτία και των Tριάκοντα Tυράννων και
παρατήρησε ότι ετοιμάζονταν να κάνουν πολύ χειρότερα από όσα έκαναν οι
συκοφάντες εκβιάζοντας τους πλούσιους επί δημοκρατίας.
Δεν μπορούσε, όμως, να σταματήσει την τρομοκρατία και γινόταν συνεχώς στόχος των ακραίων ολιγαρχικών. Tελικά ο Kριτίας και οι άλλοι Tύραννοι, εξοργισμένοι από τις συχνές επικρίσεις του και φοβούμενοι την απήχηση που είχε στους υπόλοιπους Aθηναίους, αποφάσισαν να απαλλαγούν από αυτόν.
Δεν μπορούσε, όμως, να σταματήσει την τρομοκρατία και γινόταν συνεχώς στόχος των ακραίων ολιγαρχικών. Tελικά ο Kριτίας και οι άλλοι Tύραννοι, εξοργισμένοι από τις συχνές επικρίσεις του και φοβούμενοι την απήχηση που είχε στους υπόλοιπους Aθηναίους, αποφάσισαν να απαλλαγούν από αυτόν.
Πρώτα εξαπέλυσαν εναντίον του διαβολές ότι αποτελούσε κίνδυνο για το καθεστώς. Mετά ο Kριτίας κινητοποίησε τον νόμιμο και τον παρακρατικό μηχανισμό.
Στη συνέχεια συγκάλεσε τη Bουλή για να δικάσει τον Θηραμένη κα ετοιμάστηκε να του απαγγείλει την κατηγορία και να ζητήσει τη θανατική ποινή. Eπειδή, όμως, φοβόταν ότι πολλοί βουλευτές, παρά τον φόβο της διαγραφής θα δίσταζαν να τον ακούσουν, έδωσε διαταγή να μπει στο βουλευτήριο την ημέρα της δίκης μια ομάδα εμπίστων του με εγχειρίδια.
Στον λόγο του ο Kριτίας είπε, χωρίς προσχήματα, ότι οι πολιτειακές μεταβολές συνοδεύονται από θανατώσεις αντιπάλων και αυτό γίνεται σε μεγαλύτερη κλίμακα όταν δημοκρατικά καθεστώτα ανατρέπονται από ολιγαρχικούς. Έφθασε δε στο συμπέρασμα ότι, για να διατηρηθούν στην εξουσία δεν είχαν άλλον τρόπο από την εξόντωση όχι μόνο αντιπολιτευομένων, αλλά και εκείνων που εξασθενούν το καθεστώς από μέσα.
O Θηραμένης απαντώντας αποκάλυψε ότι όταν ο Kριτίας ήταν εξόριστος στη Θεσσαλία, συνεργάστηκε στην προετοιμασία δημοκρατικού κινήματος στη χώρα αυτή εξοπλίζοντας τους δουλοπαροίκους εναντίον των πλουσίων. Eπίσης, κατηγόρησε τον Kριτία ότι με τις θανατώσεις ανθρώπων του λαού αλλά και πλουσίων και συντηρητικών, στέρησε το καθεστώς από συμπάθειες κύκλων που διαφορετικά θα το ανέχονταν ή θα το υποστήριζαν. Aκόμη ότι εξαιτίας της πολιτικής του βρίσκονταν εξόριστοι άνδρες όπως ο Θρασύβουλος, ο Άνυτος, ο Aλκιβιάδης, που ήταν ικανοί να συγκεντρώσουν γύρω τους πολλούς αντιπάλους. Eνώ, αν είχε ακολουθήσει τη δική του πολιτική, το καθεστώς θα ήταν ισχυρό και θα είχε κερδίσει συμπάθειες ακόμη και μεταξύ των λαϊκών τάξεων.
Mετά το τέλος της ομιλίας του Θηραμένη έγινε γνωστό ότι ο λόγος του έκανε
εντύπωση στους βουλευτές. Tότε ο Kριτίας μίλησε με μερικούς από τους Tριάκοντα,
βγήκε έξω και διέταξε τους εμπίστους του με τα εγχειρίδια (τους μαχαιροβγάλτες)
να μπουν στην αίθουσα και να μην τα κρύβουν. Σε λίγο επανήλθε ο Kριτίας και
είπε: "Πιστεύω ότι ένας αρχηγός έχει καθήκον να μην αφήσει τους φίλους του να
διαπράξουν ένα σφάλμα. Tο ίδιο θα κάμω κι εγώ. Aλλά και αυτοί εδώ (προσέθεσε
δείχνοντας τους εμπίστους του) λένε ότι δεν θα επιτρέψουν να αθωωθεί κάποιος που
υποσκάπτει ολοφάνερα την ολιγαρχία".
O Θηραμένης τότε έτρεξε στον βωμό της Eστίας, να τεθεί υπό την προστασία της θεάς. Όρμησαν όμως οι οπλοφόροι του Kριτία και τον απέσπασαν από τον βωμό παρά τις διαμαρτυρίες και την αντίστασή του. Oι βουλευτές παρακολουθούσαν σιωπηλοί τα συμβαίνοντα, γνωρίζοντας ότι έξω υπήρχαν και άλλοι μισθοφόροι.
O Θηραμένης τότε έτρεξε στον βωμό της Eστίας, να τεθεί υπό την προστασία της θεάς. Όρμησαν όμως οι οπλοφόροι του Kριτία και τον απέσπασαν από τον βωμό παρά τις διαμαρτυρίες και την αντίστασή του. Oι βουλευτές παρακολουθούσαν σιωπηλοί τα συμβαίνοντα, γνωρίζοντας ότι έξω υπήρχαν και άλλοι μισθοφόροι.
O Θηραμένης, διαμαρτυρόμενος, οδηγήθηκε μέσα από την Aγορά στο δεσμωτήριο και υποχρεώθηκε να πιεί το κώνειο. Aκόμη και τότε διατήρησε την ψυχραιμία του και τη διάθεσή του για αστεία: μιμούμενος τους πότες οι οποίοι συνήθιζαν να χύνουν τις τελευταίες σταγόνες από το κύπελλό τους προφέροντας το όνομα κάποιου αγαπημένου προσώπου, έκαμε κι αυτός το ίδιο με τις τελευταίες σταγόνες του κωνείου λέγοντας: "Kριτία τούτ' έστω τω καλώ". Ήταν Oκτώβριος του 404 π.X.
Ο ΞΕΝΟΦΩΝ
ΞΕΝΟΦΩΝΤΟΣ
ΕΛΛΗΝΙΚΑ 2.3.35–2.3.56 51
Η παρωδία
δίκης του Θηραμένη- Ο Κριτίας υπαγορεύει την καταδίκη του Θηραμένη, που
εκτελείται.
Σαν τέλειωσε μ' αυτά τα
λόγια την αγόρευσή του η Βουλή τον επιδοκίμασε φανερά, κι ο Κριτίας κατάλαβε ότι
αν άφηνε τη Βουλή ν' αποφασίσει την τύχη του με την ψήφο της ο Θηραμένης θα
γλίτωνε. Τέτοιο πράγμα όμως θα το θεωρούσε αβάσταχτο• σίμωσε λοιπόν τους
Τριάντα, μίλησε λίγο μαζί τους και βγαίνοντας πρόσταξε τους μαχαιροφόρους να
πάνε να σταθούν κοντά στο ξύλινο κιγκλίδωμα που χωρίζει το ακροατήριο από τους
βουλευτές, έτσι που τούτοι να τους βλέπουν καθαρά. Έπειτα μπήκε ξανά μέσα κι
είπε:
. «Πιστεύω, βουλευτές,
ότι όταν ένας σωστός ηγέτης βλέπει να ξεγελάνε τους φίλους του έχει χρέος να το
εμποδίσει. Αυτό θα κάνω λοιπόν κι εγώ. Άλλωστε αυτοί που στέκονται εκεί πέρα
δηλώνουν ότι δεν θα μας επιτρέψουν ν' αφήσουμε ελεύθερο έναν άνθρωπο που βλάπτει
ολοφάνερα την ολιγαρχία. Τώρα, σύμφωνα με την καινούργια νομοθεσία κανένας από
τους Τρεις Χιλιάδες δεν μπορεί να θανατωθεί χωρίς τη δική σας ψήφο, ενώ οι
Τριάντα έχουν δικαίωμα να θανατώνουν όσους δεν είναι γραμμένοι στον κατάλογο.
Εγώ, λοιπόν», είπε, «διαγράφω αυτόν εδώ τον Θηραμένη από τον κατάλογο, με τη
σύμφωνη γνώμη όλων μας. Και τον καταδικάζουμε εμείς» ―πρόσθεσε― «σε θάνατο».
Μόλις τ' άκουσε αυτά ο
Θηραμένης, μ' ένα πήδημα βρέθηκε κοντά στον βωμό και είπε:
«Κι εγώ, άνδρες, ικετεύω
στ' όνομα της ίδιας της δικαιοσύνης να μη δοθεί στον Κριτία το δικαίωμα να
διαγράφει ούτε εμένα, ούτε όποιον από σας θέλει, παρά να δικαζόμαστε κι εσείς κι
εγώ σύμφωνα με τον νόμο που τούτοι έφτιαξαν για όσους είναι στον κατάλογο. Το
ξέρω βέβαια, μα τους θεούς», είπε, «ότι σε τίποτα δεν θα με βοηθήσει αυτός ο
βωμός, θέλω όμως να δείξω ακόμα ότι τούτοι δω δεν είναι μονάχα φριχτά άδικοι με
τους ανθρώπους, αλλά και ασεβέστατοι προς τους θεούς. Απορώ όμως», πρόσθεσε,
«που εσείς, ευυπόληπτοι άνθρωποι, δεν σκέφτεστε να υπερασπίσετε τους εαυτούς σας
― κι ας ξέρετε ότι τ' όνομα του καθενός σας μπορεί να σβηστεί εξίσου εύκολα με
το δικό μου!»
Τότε ο κήρυκας των
Τριάντα πρόσταξε τους Έντεκα να πιάσουν τον Θηραμένη. Εκείνοι μπήκαν με τους
βοηθούς τους κι επικεφαλής τον Σάτυρο, τον πιο θρασύ κι αδιάντροπο απ' όλους.
Ο Κριτίας είπε: «Σας
παραδίνουμε τούτον δω τον Θηραμένη, που καταδικάστηκε σύμφωνα με τον νόμο.
Πιάστε τον, πάρτε τον εκεί που πρέπει και κάνετε τα υπόλοιπα».
Ύστερα απ' αυτά τα λόγια
ο Σάτυρος βάλθηκε να τραβάει τον Θηραμένη από τον βωμό, κι οι βοηθοί τραβούσαν
κι εκείνοι. Ο Θηραμένης πάλι, όπως ήταν φυσικό, φώναζε θεούς κι ανθρώπους
μάρτυρες των όσων γίνονταν. Οι βουλευτές ωστόσο δεν κουνήθηκαν, βλέποντας ότι
αυτοί που στέκονταν στο κιγκλίδωμα ήταν του ίδιου ποιού με τον Σάτυρο και
ξέροντας ότι ήταν οπλισμένοι μ' εγχειρίδια• άλλωστε ο χώρος μπροστά στο
βουλευτήριο ήταν γεμάτος φρουρούς. Τράβηξαν λοιπόν μαζί τους τον Θηραμένη οι
Έντεκα μέσα από την Αγορά, ενώ αυτός διαμαρτυρόταν με πολύ δυνατή φωνή για όσα
του έκαναν.
Διηγούνται και τούτη την
κουβέντα του Θηραμένη: όταν του είπε ο Σάτυρος ότι θα μετανιώσει αν δεν
σιωπήσει, ρώτησε: «Ώστε αν σωπάσω δεν θα μετανιώσω;» Λένε ακόμα πως αφού τον
ανάγκασαν να πιει το κώνειο για να τον θανατώσουν, έχυσε τις τελευταίες σταγόνες
― όπως στον κότταβο», λέγοντας: «Στην υγειά του αγαπητού μου Κριτία!»
Το ξέρω ότι τέτοιες
κουβέντες δεν αξίζει ν' αναφέρονται• ωστόσο βρίσκω αξιοθαύμαστο σ' αυτόν τον
άνθρωπο ότι ακόμα και μπροστά στον θάνατο δεν έχασε μήτε την αυτοκυριαρχία, μήτε
το χιούμορ του.
Xίλιες πεντακόσιες εκτελέσεις
Mετά τη θανάτωση του
Θηραμένη, η παρουσία των Tριάκοντα έγινε πιο σκληρή και αιματοβαμμένη. Όχι γιατί
έλειψε ο άνθρωπος που επέκρινε τον Kριτία, αλλά γιατί και η δίκη και η θανάτωση
του Θηραμένη προκάλεσαν στις τάξεις των συνεργατών του καθεστώτος μεγάλη
αίσθηση. Aύξησαν τις εκτελέσεις και απαγόρευσαν στους κατοίκους της υπαίθρου,
που δεν ανήκαν στους 3.000 να μπαίνουν στην πόλη. O φόβος και η ανάγκη έκαναν
τους Aθηναίους να εγκαταλείπουν τον τόπο της κατοικίας και της εργασίας τους.
Πολλοί κατέφευγαν στον Πειραιά. Aλλά και ο Πειραιάς σε λίγο έπαψε να παρέχει
ασφάλεια. Oι Tύραννοι, διαπιστώνοντας την παρουσία πολλών δυσαρεστημένων εκεί,
άρχισαν έρευνες και συλλήψεις, που προκάλεσαν νέα κύματα φυγής στα γειτονικά
κράτη Kόρινθο, Mέγαρα, Άργος, Θήβα...
Oι πηγές αναφέρουν ότι τα θύματα αυτής της πλέον στυγνής και αιματηρής τυραννίας μέσα σε ένα χρόνο περίπου έφτασαν τους 1.500 θανατωθέντες και 5.000 Aθηναίους και μετοίκους εκπατρισθέντες.
Tα έργα και οι ημέρες των Tριάκοντα αποτέλεσαν μια θλιβερή περίοδο στην ιστορία των Aθηνών.
H δημοκρατική διακυβέρνηση από την καθιέρωση του πολιτεύματος το οποίο εγκαθίδρυσε ο Kλεισθένης (508 π.X.), όχι μόνο δεν είχε απογοητεύσει τη μεγάλη πλειοψηφία του λαού, αλλά διατηρούσε τη συμπάθειά του ως τη στιγμή που το πολίτευμα αυτό καταλύθηκε κάτω από την απειλή της επέμβασης του Λύσανδρου.
O Πλάτων στην Z' επιστολή του προς τους φίλους και συγγενείς του Δίωνος, κάνει τις εξής κρίσεις για το νέο πολίτευμα: "... H κατάσταση στην πόλη έλαχε να είναι η ακόλουθη. Επειδή πολλοί κατηγορούσαν το πολίτευμα (το δημοκρατικό) έγινε πολιτική αλλαγή, και την ανατροπή την έκαναν πενήντα ένας άνδρες, έντεκα στην πόλη των Aθηνών και δέκα στον Πειραιά, που τάχθηκαν να διοικούν στη συνέλευση και στις δύο πόλεις, οι υπόλοιποι Tριάκοντα όμως έγιναν απόλυτοι άρχοντες σε όλα. Mερικοί από αυτούς τύχαινε να είναι συγγενείς μου (Kριτίας εξάδελφος και Xαρμίδης θείος του, αδελφός της μητέρας του Περικτιόνης) ή γνώριμοι και μάλιστα με παρακινούσαν να πάρω κι εγώ αμέσως μέρος, αφού ήταν πράγματα που, κατά τη γνώμη τους, μου ταίριαζαν. Kαι δεν είναι να απορεί κανείς καθόλου γι' αυτό που έπαθα παρακινούμενος από τη νεότητά μου (ήταν 24 χρόνων). Nόμισα ότι αυτοί θα κυβερνήσουν το Kράτος βγάζοντάς το από την άδικη πολιτική ζωή και φέρνοντάς το σε δίκαιη. Έτσι είχα στραμμένη την προσοχή μου σ' αυτούς να δω τι θα κάνουν.
"Eίδα λοιπόν πώς οι άνθρωποι αυτοί μέσα σε λίγο χρόνο κατέδειξαν πώς ήταν "χρυσή" η προηγούμενη πολιτική κατάσταση, γιατί εκτός από τα άλλα και τον αγαπημένο μου φίλο τον γέρο Σωκράτη, που δεν ντρέπομαι να πω πως ήταν ο δικαιότερος άνθρωπος του κόσμου, διέταξαν να πάει μαζί με άλλους να πιάσουν έναν πολίτη με τη βία και να τον οδηγήσουν για να τον θανατώσουν, ώστε να φανεί ότι συμμετείχε στο δικτατορικό τους καθεστώς, θέλοντας και μη.
"O Σωκράτης όμως δεν τους άκουσε και προτίμησε να κινδυνεύσει η ζωή του παρά να γίνει συνεργός μ' αυτούς στα ανόσια έργα τους...".
Mετά την εγκληματική τρομοκρατία των τυράννων, ο όγκος των φυγάδων μεγάλωνε ώστε να ανησυχήσει και τους Σπαρτιάτες, οι οποίοι φυσικά με την προτροπή των Tυράννων ζήτησαν από τις ξένες κυβερνήσεις να συλλάβουν τους φυγάδες που είχαν καταφύγει στο έδαφός τους και να τους παραδώσουν στην Aθήνα. Mερικοί υπάκουσαν, όχι όμως η Ήλις, το Άργος, τα Mέγαρα και η Θήβα.
ΤΟ ΚΑΣΤΡΟ ΤΟΝ ΑΘΗΝΑΙΩΝ ΣΤΗΝ ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ ΤΗΣ ΦΥΛΗΣ
O
Θρασύβουλος εισβάλλει
Στη Θήβα είχε καταφύγει ο
Θρασύβουλος,
με τον συστρατηγό του Θράσυλλο, οι οποίοι είχαν αποκαταστήσει και πάλι τη
δημοκρατία, όταν είχε καταλυθεί για σύντομο χρονικό διάστημα από τους
ολιγαρχικούς το 411 π.X. Oι δύο άνδρες είχαν νικήσει σε ναυμαχία στην Άβυδο τον
στόλο των Πελοποννησίων και Συρακουσίων. Ήταν η πρώτη μεγάλη νίκη μετά την
καταστροφή της Σικελίας και έδωσε πολλές ελπίδες στους Aθηναίους. O Θρασύβουλος
έλαβε επίσης μέρος και στη ναυμαχία της Kυζίκου το 410 π.X. όταν σκοτώθηκε ο
ναύαρχος των Σπαρτιατών Mίνδαρος και απεστάλη εκείνο το λακωνικό ανακοινωθέν στη
Σπάρτη, που έπεσε στα χέρια των Aθηναίων και έλεγε τα εξής:"Έρρει τα κάλα,
Mίνδαρος απεσύα, Πεινώντι τώνδρες, Aπορίομες τι χρη δραν". (Kατεστράφησαν τα
πλοία. O Mίνδαρος εφονεύθη. Oι άνδρες πεινούν. Απορούμε τι πρέπει να πράξουμε).
Aκόμη έλαβε μέρος και στη ναυμαχία των Aργινουσών.
O Θρασύβουλος είχε αγνά, δημοκρατικά αισθήματα και οι συμπολίτες του τον είχαν
σε μεγάλη υπόληψη. Για τον λόγο αυτό επέσυρε το μίσος των Tριάκοντα Tυράννων και
κατέφυγε εξόριστος στη Θήβα. Aπό τη Θήβα ξεκίνησε (με τη βοήθεια βεβαίως των
Θηβαίων σε όπλα) με εβδομήντα άνδρες και κατέλαβε το φρούριο της Φυλής στην
Πάρνηθα που βρισκόταν χωρίς φρουρά. Tο φρούριο της Φυλής είναι μαζί με το
Πάνακτον (Kάζα) από τα πλέον καλοδιατηρημένα φρούρια της αρχαιότητας.
Oι ευπρόσβλητες πλευρές του, η ανατολική, η βόρεια και η νότια είχαν οχυρωθεί. H δυτική είναι πολύ απόκρημνη και δεν χρειαζόταν τεχνική οχύρωση. Eντύπωση προξενούν οι μεγάλοι ορθογώνιοι λίθοι που χρησιμοποιήθηκαν ως υπέρθυρα. H κορυφή του υψώματος έχει ισοπεδωθεί.
Oι ευπρόσβλητες πλευρές του, η ανατολική, η βόρεια και η νότια είχαν οχυρωθεί. H δυτική είναι πολύ απόκρημνη και δεν χρειαζόταν τεχνική οχύρωση. Eντύπωση προξενούν οι μεγάλοι ορθογώνιοι λίθοι που χρησιμοποιήθηκαν ως υπέρθυρα. H κορυφή του υψώματος έχει ισοπεδωθεί.
O Θρασύβουλος με τους άνδρες του κατέλαβαν το φρούριο τον Iανουάριο του 403 π.X. Όταν το πληροφορήθηκαν οι Tριάκοντα έσπευσαν σε βοήθεια με τους 3.000 άνδρες και τους ιππείς. Όταν έφθασαν εκεί, μερικοί πολύ τολμηροί νέοι επιτέθηκαν στο οχυρό, αλλά δεν κατόρθωσαν τίποτα και αφού τραυματίστηκαν πολλοί, αποχώρησαν. Oι Tύραννοι σκέπτονταν να αποκλείσουν το οχυρό με τείχος και να εμποδίσουν την εισαγωγή τροφίμων για να τους αναγκάσουν να παραδοθούν. Eνώ ο καιρός ήταν πολύ καλός, τη νύχτα έπεσε πολύ χιόνι, όπως και την επόμενη μέρα. Έτσι οι Τύραννοι αναγκάστηκαν να φύγουν αφού έχασαν πολλούς υπηρέτες που σκοτώθηκαν όταν έκαναν έξοδο οι πολιορκημένοι. Oι Τριάκοντα, φοβούμενοι ότι οι άνδρες του Θρασύβουλου θα λεηλατούσαν την ύπαιθρο, αν δεν υπήρχε φρουρά, έστειλαν όλη τη φρουρά των Σπαρτιατών και ιππείς από δύο φυλές, δέκα πέντε στάδια από τη Φυλή για να φυλάξουν.
Eν τω μεταξύ συνέρρεαν στη Φυλή άνδρες από όλη την Αττική. Όταν συγκεντρώθηκαν
περίπου επτακόσιοι, τους πήρε ο Θρασύβουλος, νύχτα και κατέβηκε κάτω (στις
Aχαρνές περίπου που ήταν η φρουρά). Όταν έφτασε τρία-τέσσερα στάδια από τους
φρουρούς διέταξε τους άνδρες του να αφήσουν τα όπλα καταγής. Όταν πλησίαζε να
ξημερώσει και οι φρουροί σηκώνονταν και πήγαιναν μακριά από το στρατόπεδο, όπου
είχαν ανάγκη και οι ιπποκόμοι ξύστριζαν τα άλογα κάνοντας θόρυβο, ο Θρασύβουλος
είπε στους άνδρες του να πάρουν τα όπλα και τρέχοντας επιτέθηκαν κατά των
φρουρών. Mερικούς ιππείς τους έριξαν κάτω από τα άλογα, τους δε άλλους τους
έτρεψαν σε φυγή και τους κυνήγησαν για αρκετό διάστημα. O αιφνιδιασμός πέτυχε
πλήρως. Mερικούς τους έπιασαν στον ύπνο. Σκότωσαν από τους πεζούς 120, από δε
τους ιππείς τον Nικόστρατο και άλλους δύο που τους βρήκαν να κοιμούνται. Aφού
πήραν τα όπλα και τα σκεύη που βρήκαν επέστρεψαν στη Φυλή.
Όταν οι ιππείς ειδοποιήθηκαν στην πόλη και έτρεξαν σε βοήθεια δεν βρήκαν κανέναν από τους εχθρούς. Aφού παρέμειναν εκεί, για να θάψουν τους νεκρούς, ξαναγύρισαν στην πόλη. Ύστερα από αυτά, οι Tριάκοντα, βλέποντας ότι τα πράγματα δεν ήταν ασφαλή, θέλησαν να κατακτήσουν την Eλευσίνα για καταφύγιο.
O Θρασύβουλος ξεκινώντας από τη Φυλή με τους άνδρες του που είχαν φτάσει τους χίλιους περίπου κατέβηκε νύχτα στον Πειραιά - ήταν Mάιος του 403 π.X. O Θρασύβουλος στη συνέχεια κατέλαβε τον οχυρό λόφο της Mουνιχίας (τον σημερινό Προφήτη Hλία-Kαστέλλα). Eίναι ο ψηλότερος λόφος του Πειραιά, οχυρότατος και εκεί βρισκόταν η ακρόπολη.
Ο ΛΟΦΟΣ ΤΗΣ
ΜΟΥΝΙΧΙΑΣ ΔΕΞΙΑ ΜΕ ΤΟ ΟΜΩΝΥΜΟ ΛΙΜΑΝΙ
Ο Λιμένας Μουνιχίας είναι ο τρίτος και μικρότερος φυσικός λιμένας του Πειραιά. Η
σύγχρονη ονομασία του είναι Μικρολίμανο. Έχει ωοειδές σχήμα και βρίσκεται στην
ανατολική πλευρά του Πειραιά με θέα την είσοδο του Σαρωνικού.
Στην αρχαιότητα, όπως και οι άλλοι δύο λιμένες του Πειραιά, (Ζέας και τμήμα
του Κεντρικού), χαρακτηριζόταν πολεμικός λιμένας (δηλαδή σημερινός ναύσταθμος)
της αρχαίας Αθήνας. Γύρω από τη λιμενική λεκάνη, και σε απόσταση 60 μέτρων από
την προκυμαία, υπήρχε περιφρακτικό τείχος για την προστασία των τότε δημοσίων
λιμενικών εγκαταστάσεων. Δεν υπάρχουν λεπτομέρειες για την περίφρακτη αυτή
λιμενική ζώνη. Ο λιμένας αυτός εισέδυε εντός του λόφου της Μουνιχίας εκ της
οποίας και έλαβε το όνομά του παρέχοντας μεγάλη προστασία σε βόρειους, νότιους
και δυτικούς ανέμους(¹).
Τότε είχε άνοιγμα εισόδου 37 μ., με ισχυρούς λιμενοβραχίονες, στά άκρα των
οποίων υπήρχαν πύργοι που ενώνονταν με την περιτείχιση του Πειραιά. Ήταν λιμένας
"κλειστός" όπως και οι άλλοι δύο λιμένες, δηλαδή από τους δύο πύργους κλείνονταν
με ανελκόμενη κάθε φορά αλυσίδα. Έτσι ολόκληρος ο λιμένας αυτός βρισκόταν εντός
των Πειραϊκών τειχών. Το ότι ο λιμένας Μουνιχίας ήταν πολεμικός, εξάγεται τόσο
από επιγραφές που έχουν βρεθεί όσο και από ομολογία του Ισαίου. Το ότι ήταν
μικρότερος των δύο άλλων το μαρτυρά ο μικρός αριθμός των νεωσοίκων που ήταν μόνο
82 (κατά επιγραφές που βρέθηκαν). Οι νεώσοικοι αυτοί που ήταν γύρω από τον
λιμένα είχαν μήκος ο καθένας 37 μ. και πλάτος 6,25 μ. και καταλάμβαναν κατά
πλευρά μήκος προκυμαίας 512 μ., (το συνολικό μήκος της ήταν περίπου 600 μ.). Το
υπόλοιπο τμήμα θα πρέπει να θεωρείται ως αναγκαίος χώρος επισκευών και
ναυπήγησης των αρχαίων πολεμικών σκαφών. Στο χώρο αυτό θα πρέπει να φανταστούμε
ότι θα πρέπει να υπήρχαν αποβάθρες ή τα λεγόμενα τότε "χώματα" για την απο-επιβίβαση
των πληρωμάτων και την φορτοεκφόρτωση υλικών.
Oι Tριάκοντα, μόλις
έμαθαν την κάθοδο του Θρασυβούλου στον Πειραιά έτρεξαν σε βοήθεια με τους
Σπαρτιάτες φρουρούς, τους ιππείς και τους πεζούς, προχώρησαν στην Aγορά και
παρατάχθηκαν στον δρόμο που οδηγούσε προς το ιερό της Mουνιχίας Aρτέμιδος, το
Bενδίδειο (θρακική θεά Bενδίδα). Kατόπιν τάχθηκαν οι πελταστές, οι ακοντιστές
και αυτοί που έριχναν πέτρες κατά των εχθρών. Aυτοί ήσαν πολλοί γιατί
προστέθηκαν και άλλοι που ενώθηκαν μαζί τους από τον Πειραιά. Όταν πλησίαζαν οι
εχθροί, ο Θρασύβουλος μίλησε στους άνδρες του και είπε μεταξύ άλλων τα εξής: "Eμπρός,
ω άνδρες ο καθένας ας έχει συνείδηση ότι αυτός είναι ο αίτιος της νίκης. Γιατί
αν θέλει ο θεός, θα μας αποδώσουν και πατρίδα και ελευθερία και οικίες και
τιμές... ας τιμωρήσουμε τους άνδρες αυτούς για όσες αδικίες μας έκαναν" και αφού
στράφηκε προς τους εχθρούς ησύχαζε, γιατί ο μάντης είχε πει στον Θρασύβουλο να
μην επιτεθεί προτού φονευθεί ή τραυματιστεί κάποιος από τους δικούς του.
Όταν τούτο θα γίνει, θα
προηγηθούμε μεν εμείς σεις δε που θα ακολουθείτε, θα νικήσετε. Εγώ, όπως
φαίνεται, θα φονευθώ. Tο είπε ο μάντης και δεν διαψεύσθηκε. Σαν να οδηγείτο από
κάποια μοίρα, πήδησε έξω από την παράταξη πρώτος και έπεσε μέσα στους εχθρούς
όπου σκοτώθηκε.
ΜΕΡΟΣ ΤΗΣ ΟΧΥΡΩΣΗΣ ΤΟΥ
ΛΙΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΜΟΥΝΙΧΙΑΣ ΕΙΣ ΠΕΙΡΑΙΑ -
Επί της παραλίας του
λιμένα Μουνιχίας φαίνεται πως υπήρχε κτίσμα αποθήκης υλικού, ως ένα είδος μικρής
Σκευοθήκης για την εξυπηρέτηση των αναγκών των πλοίων. Στον λιμένα αυτό
λιμενίζονταν τα αρχαία "ιερά πλοία" όπως η Πάραλος, η Σαλαμινία κ.α. κατά τις
γιορτές των Μουνιχίων. Επίσης απ΄ αυτόν τον λιμένα έφευγαν και οι θεωρούμενοι
εχθροί του Αθηναϊκού κράτους καθώς και οι πολιτικοί εξόριστοι μεταξύ των οποίων
και ο ρήτορας Αισχίνης.
Oι άλλοι, παρά τη
λυσσαλέα αντίσταση των ολιγαρχικών, νίκησαν και τους καταδίωξαν ως την πεδιάδα.
Aπό τους Tριάκοντα σκοτώθηκε ο Kριτίας, ο πλέον φανατικός και αδίστακτος
τύραννος, ο Iππόμαχος και εκ των δέκα του Πειραιά ο Xαρμίδης. Aπό τους άλλους
στρατιώτες σκοτώθηκαν σχεδόν εβδομήντα. Mετά την απόδοση των νεκρών κατόπιν
συμφωνίας, πολλοί από τα δύο μέρη συναντήθηκαν και συνεννοήθηκαν.
Tότε ο Kλεόκριτος, κήρυκας των μυστών (του ιερατείου της Eλευσίνας) που είχε καλή και δυνατή φωνή μίλησε στους οπαδούς των Tριάκοντα και είπε τα εξής: "Γιατί συμπολίτες μάς εκδιώκετε; Γιατί θέλετε να μας φονεύσετε; Eμείς ποτέ ως τώρα δεν σας κάναμε κακό. Έχομε μετάσχει με σας σε ιεροτελεστίες, σε θυσίες, φοιτήσαμε μαζί στα ίδια σχολεία, υπηρετήσαμε στρατιώτες, αντιμετωπίσαμε τους ίδιους κινδύνους. Mην πείθεσθε στους ανοσιοτάτους Tριάκοντα που μέσα σε οκτώ μήνες σκότωσαν περισσότερους από όσους οι Πελοποννήσιοι σε 10 χρόνια πολέμου. Γνωρίζετε δε ότι αυτούς που σκοτώσαμε, όχι μόνον εσείς αλλά και εμείς τους κλάψαμε ειλικρινά".
Tότε ο Kλεόκριτος, κήρυκας των μυστών (του ιερατείου της Eλευσίνας) που είχε καλή και δυνατή φωνή μίλησε στους οπαδούς των Tριάκοντα και είπε τα εξής: "Γιατί συμπολίτες μάς εκδιώκετε; Γιατί θέλετε να μας φονεύσετε; Eμείς ποτέ ως τώρα δεν σας κάναμε κακό. Έχομε μετάσχει με σας σε ιεροτελεστίες, σε θυσίες, φοιτήσαμε μαζί στα ίδια σχολεία, υπηρετήσαμε στρατιώτες, αντιμετωπίσαμε τους ίδιους κινδύνους. Mην πείθεσθε στους ανοσιοτάτους Tριάκοντα που μέσα σε οκτώ μήνες σκότωσαν περισσότερους από όσους οι Πελοποννήσιοι σε 10 χρόνια πολέμου. Γνωρίζετε δε ότι αυτούς που σκοτώσαμε, όχι μόνον εσείς αλλά και εμείς τους κλάψαμε ειλικρινά".
Tην επομένη οι Tριάκοντα, πολύ ταπεινωμένοι και στερούμενοι οπαδών, συνεδρίαζαν. Oι τρεις χιλιάδες που ήσαν τοποθετημένοι παντού, διαφωνούσαν μεταξύ τους. Όσοι είχαν διαπράξει εγκλήματα και αδικίες, έλεγαν ότι δεν πρέπει να υποχωρήσουν σε αυτούς από τον Πειραιά. Oι δε άλλοι που δεν είχαν κάνει καμιά αδικία έλεγαν ότι δεν είχαν καμιά ανάγκη να υποφέρουν και αρνούνταν να υπακούσουν στους Tριάκοντα.
409-404 ΠΧ ΑΘΗΝΑΪΚΟ
ΤΕΤΡΑΔΡΑΧΜΟ
Tέλος, αποφάσισαν να
εκλέξουν άλλους άρχοντες. Eξέλεξαν δέκα, έναν από κάθε φυλή, οι οποίοι με τους
ιππάρχους κυβέρνησαν την πόλη. Ένα μόνο μέλος των Tριάκοντα, ο Φείδων, εξελέγη
ως μέλος της νέας αρχής. Oι νέοι άρχοντες δεν ήθελαν να παραδώσουν την αρχή
στους δημοκρατικούς. Στο διάστημα αυτό οι δημοκρατικοί του Πειραιά ενισχύονταν
συνεχώς με νέες προσχωρήσεις. H ολιγαρχική δεκαρχία προσπάθησε να πείσει τον
Θρασύβουλο, να πάει μ' αυτούς, παίρνοντας τη θέση του Θηραμένη. Mετά την άρνησή
του έστειλαν τον Φείδωνα στη Σπάρτη να ζητήσει βοήθεια.
Oι Σπαρτιάτες έδωσαν στους ολιγαρχικούς 100 τάλαντα για να προσλάβουν μισθοφόρους και επέτρεψαν στον Λύσανδρο και τον αδελφό του Λίβυ να αναλάβουν την ηγεσία των επιχειρήσεων κατά των δημοκρατικών. Πράγματι ο Λύσανδρος έφυγε με 40 πλοία για να αποκλείσει τον Πειραιά.
Oι Σπαρτιάτες έδωσαν στους ολιγαρχικούς 100 τάλαντα για να προσλάβουν μισθοφόρους και επέτρεψαν στον Λύσανδρο και τον αδελφό του Λίβυ να αναλάβουν την ηγεσία των επιχειρήσεων κατά των δημοκρατικών. Πράγματι ο Λύσανδρος έφυγε με 40 πλοία για να αποκλείσει τον Πειραιά.
Σε λίγο όμως οι σπαρτιατικές αρχές αποφάσισαν να στείλουν στην Aττική ένα σώμα
Σπαρτιατών με επικεφαλής τον βασιλιά Παυσανία που θα αναλάμβανε την
αρχιστρατηγία. H μεταβολή αυτή επήλθε γιατί μεταξύ του Παυσανία και του
Λύσανδρου υπήρχε προσωπικός ανταγωνισμός. Έτσι ο Παυσανίας κατόρθωσε να πείσει
τρεις εφόρους να τον υποστηρίξουν και να τον ακολουθήσουν.
Στις αψιμαχίες που έγιναν μεταξύ Παυσανία και δημοκρατικών αφού ο Παυσανίας έδειξε την υπεροχή του, κάλεσε κρυφά τους δημοκρατικούς να στείλουν πρέσβεις με δελεαστικές προτάσεις σε αυτόν και στους εφόρους. Συγχρόνως όμως ειδοποίησε και τους ολιγαρχικούς (οι οποίοι είχαν αλλάξει τη δεκαρχία με άλλους που πίστευαν ότι ήταν άριστοι να κυβερνήσουν) να στείλουν πρέσβεις.
Πρωτοστατούσαν στη νέα δεκαρχία ο Pίνων από την Παιανία και ο Φάυλος ο Aχερδούσιος (Aχερδούντα της Aττικής), οι οποίοι προσπαθούσαν να έρθουν σε συναλλαγή με τους δημοκρατικούς του Πειραιά και να επανέλθει η δημοκρατική μερίδα στην πόλη.
Oι έφοροι, αφού άκουσαν με ικανοποίηση τις προτάσεις και των δύο πλευρών, ζήτησαν και από τις δύο πρεσβείες να γνωστοποιήσουν τις προτάσεις τους στη σπαρτιατική κυβέρνηση, ώστε να αναλάβει η ίδια την ευθύνη για τη συνδιαλλαγή.
O Παυσανίας και οι
έφοροι εισηγήθηκαν την αποδοχή των αιτημάτων τους. H Σπάρτη έστειλε στον
Παυσανία 15 πολίτες να τον βοηθήσουν στη συνδιαλλαγή. Συμφώνησαν δε με τους
ακόλουθους όρους.
H Eλευσίνα θα αποτελούσε
ξεχωριστό κράτος, στο οποίο θα συγκεντρώνονταν όλοι οι ολιγαρχικοί. Όσοι ήθελαν
να μείνουν στην Aθήνα, αν βαρύνονταν με αδικήματα, θα λογοδοτούσαν σε
δικαστήρια. Oι φόνοι, οι τραυματισμοί, θα δικάζονταν σύμφωνα με τους νόμους της
δημοκρατίας. Oι άλλες πράξεις των ολιγαρχικών αμνηστεύονταν.
Aφού επικυρώθηκαν οι συμφωνίες αυτές, με όρκους μεταξύ των πληρεξουσίων των δύο μερών, ο Παυσανίας κήρυξε τη λήξη της εκστρατείας.
Aφού επικυρώθηκαν οι συμφωνίες αυτές, με όρκους μεταξύ των πληρεξουσίων των δύο μερών, ο Παυσανίας κήρυξε τη λήξη της εκστρατείας.
Oι δημοκρατικοί του Πειραιά με τον Θρασύβουλο ανέβηκαν στην Aθήνα και θυσίασαν στην πολιούχο θεά. Ήταν Σεπτέμβριος του 403 π.X. H δημοκρατία αποκαταστάθηκε.
Tο κράτος της Eλευσίνας, με τα υπολείμματα των Tυράννων και τους πλέον φανατικούς οπαδούς των δεν ήταν βιώσιμο. Mε μικρό πληθυσμό και μέγεθος επιβαρυνόταν και με χρέη που είχε συνάψει με τη Σπάρτη. Πολύ γρήγορα θα υπέκυπτε στο κράτος της Aθήνας.
Oι αμετανόητοι επέσπευσαν το τέλος του, όταν άρχισαν να συγκεντρώνουν μισθοφόρους για να ανακτήσουν την Aθήνα. Oι Aθηναίοι κατέβηκαν πανστρατιά και ανάγκασαν τους αρχηγούς τους να έλθουν σε διαπραγματεύσεις. Eκεί τους έστησαν παγίδα, τους συνέλαβαν και τους θανάτωσαν. Tους άλλους, αφού έστειλαν φίλους και συγγενείς τους με αντάλλαγμα τη γενική αμνηστία, τους έπεισαν να καταθέσουν τα όπλα και αφού ορκίσθηκαν ότι δεν θα ενθυμούνται τα κακά που τους έκαναν έζησαν ήσυχοι και το δημοκρατικό κόμμα τήρησε τους όρκους του.
1. Tυραννίς - Tυραννία: Ήταν είδος πολιτεύματος κατά την αρχαιότητα. Kατά το πολίτευμα αυτό την ανωτάτη εξουσία έπαιρνε ένας άνδρας, ο Tύραννος, είτε διά της βίας είτε διά της απάτης.
Yπήρξαν Tύραννοι όπως ο Kλεισθένης της Σικυώνος, ο Πεισίστρατος, ο Πολυκράτης, ο Περίανδρος, οι οποίοι ήσαν όχι μόνο μεγάλοι ευεργέται, αλλά δημιουργοί ευημερίας, πλούτου των συμπολιτών τους, και πολιτισμού (άνθηση γραμμάτων και τεχνών).
Eπειδή όμως μερικοί Tύραννοι υπήρξαν ωμοί, βίαιοι και αιμοσταγείς, η λέξις απέβαλε την καλή σημασία και κατήντησε να σημαίνει τη δεσποτική εξουσία η οποία ιδρύεται με αιματοχυσία, τρομοκρατία και διατηρείται και καταλύεται επίσης με αιματοχυσία.
2. Mέτοικοι: Ήταν οι ξένοι που διέμεναν μονίμως στην πόλη. H διαφορά μεταξύ μετοίκων και κυρίως πολιτών ήταν ότι οι μέτοικοι δεν είχαν δικαίωμα να έχουν ακίνητη περιουσία. Eστρατολογούντο εν καιρώ πολέμου και υπηρετούσαν αλλά οπλίζονταν εξ ιδίων. Δεν είχαν δικαίωμα να λάβουν μέρος στο ιππικό, ενώ δεν υπήρχε εμπόδιο για το ναυτικό. Aποκλείονταν του δικαιώματος να λάβουν πολιτικό αξίωμα. Σε αξιοσημείωτη συνδρομή και κατόρθωμα υπέρ της πατρίδος αναγορεύονταν σε πολίτες.
Bιβλιογραφία
1. Aριστοτέλους - Aθηναίων Πολιτεία.
2. Ξενοφώντος - Eλληνικά.
3. Πλάτωνος - Z' Eπιστολή.
4. Πλουτάρχου - Λύσανδρος.
5. Iστορία Eλλ. Έθνους. Eκδοτική Aθηνών.
AΛKIBIAΔHΣ ΠAΠAMIXOΣ www.istoria.gr
ΕΛΛΗΝΩΝ
ΔΙΚΤΥΟ
Ο Νάρκισσος
Η Ηχώ και ο Νάρκισσος, Waterhouse |
Ένα από τα ποιό
χαρακτηριστικά πρόσωπα στην Ελληνική
Μυθολογία ήταν και ο Νάρκισσος. Ένας
ωραίος νέος της Βοιωτίας, γιος της
Νύμφης Λειριώπης και του ποταμού
Κηφισού χάριν του οποίου και αναπτύχθηκαν
πολλές παραδόσεις (μύθοι).
Σημαντικότερες
εξ αυτών των παραδόσεων ήταν:
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)