Τα αρχαία ελληνικά μυστήρια: Η λέξη Μυστήριο στην αρχαία Ελλάδα σήμαινε το απόρρητο, το
μυστικό, το άρρητο μέρος μιας τελετής ή λατρείας οι οποίες δεν γινόταν φανερές
σε άτομα που δεν είχαν μυηθεί. Όπως φαίνεται και ετυμολογικά η λέξη παράγεται
από το ρήμα Μυείν δηλαδή κλείνω και αναφέρεται κυρίως στα μάτια και στα χείλη.
Εκείνοι που μυούνται στα μυστήρια του υπερβατικού, απαγορεύεται να τα
ανακοινώσουν σε άλλους μη μυημένους , πρέπει να κλείνουν το στόμα τους.
Τα αρχαία Μυστήρια ήταν ίσως η ανώτερη πνευματική κληρονομιά
στην αρχαία Ελλάδα.
Ήταν κυρίως κρυφές λατρείες, όπου έπρεπε πρώτα κανείς να
μυηθεί, κοινώς να εισαχθεί. Ο οπαδός αυτής της λατρείας ονομαζόταν Μύστης και
το πρόσωπο που τον εισήγαγε σ' αυτή Μυσταγωγός. Κάθε μυστηριακή κοινότητα είχε
τα κοινά γεύματα, τους κοινούς χορούς και τις ιεροτελεστίες, όπου άνθρωποι
που έσμιξαν στο ίδιο χορό, που συμμετείχαν στα ίδια δρώμενα ένιωθαν για πάντα
ενωμένοι.
Στην εσωτερική έννοιά τους παρουσίαζαν τις αιώνιες αλήθειες
είτε ήταν φυσικές είτε ήταν πνευματικές που διατηρήθηκαν στο πέρασμα χιλιάδων
ετών. Από τα λίγα που γνωρίζουμε για αυτά φαίνεται ότι παρουσίαζαν αλληγορικές
αναπαραστάσεις που συμβολίζουν τα πεπρωμένα των ψυχών μετά θάνατον, το νόμο και
την ενότητα που συνδέουν όλα τα όντα. Επίσης ήταν τελετουργίες για την ευκαρπία
της γης , για την πολυπόθητη βροχή.
Και υπήρχαν πάντα τοπικά μυστήρια, αλλά και μυστήρια που
απόκτησαν πανελλήνια εμβέλεια όπως τα Ελευσίνια, τα Ορφικά, τα Κρητικά και τα
Καβείρια κ.α..
Όλα σχεδόν επηρεασμένα από αυτά της Αιγύπτου,
αναδιοργανώθηκαν με την παρέμβαση μεγάλων μυστών και ιεροφαντών που θήτευσαν
πριν στα Αιγυπτιακά ιερά όπως ο Κάδμος, ο Ορφέας, ο Φερεκύδης, ο Επιμενίδης, ο
Πυθαγόρας.
Στα μυστήρια όλων των εποχών και όλων των θρησκειών οι
άνθρωποι επιδιώκουν τη βοήθεια του θεού ή των θεών. Και την επιδιώκουν από την
στιγμή που μπόρεσαν να συλλάβουν την ιδέα των πανίσχυρων θεών και του
υπερβατικού τους κόσμου. Τα μυστήρια εμφανίζονται σε ένα αρκετά αναπτυγμένο
πολιτιστικό στάδιο του ανθρώπου. Η σύλληψη της έννοιας των θεών, των πνευμάτων
και ενός υπερβατικού κόσμου που υπάρχει πέρα από τις αισθητές δυνατότητες του
ανθρώπου, αποτελούν την αναγκαία προϋπόθεση για την ύπαρξη των μυστηρίων.
Βασικό στοιχείο στην τέλεση των μυστηρίων ήταν ο κύκλος των
μυημένων. Αλλά έως ένα βαθμό συμμετείχαν και μη μυημένοι διαφορετικά δεν θα
υπήρχε συνέχεια στα μυστήρια αν δεν υπήρχαν μυημένοι.
Εκεί μπορούσαν να λάβουν μέρος μόνο όσοι πετύχαιναν μετά από
προετοιμασίες δοκιμασιών και υποσχέσεων (π.χ. περί εχεμύθειας) και μόνο τότε
γίνονταν δεκτοί στο χώρο των μυημένων. Στους χώρους εκείνους που υπήρχε
εξωτερική και εσωτερική λειτουργία ιδιαίτερη έμφαση δινόταν στην ψυχική ανύψωση
του ανθρώπου προς την πνευματική του ολοκλήρωση και τελειοποίηση μέσω του
καθαρμού και του εξαγνισμού, για να κατακτήσει ο μυημένος με την ψυχή του την
αγάπη και την πνευματική ελευθερία. Το κυριότερο μέρος από την εξωτερική μύηση
ήταν οι καθαρμοί και οι εξαγνισμοί, όπου το μέρος αυτό των Μυστηρίων ονομαζόταν
καθάρσια ή και καθαρμοί.
Όλα τα μυστήρια του κόσμου έχουν για κέντρο τους τη Μητέρα-Γη
που στους διάφορους λαούς παίρνει και ιδιαίτερα ονόματα. Στους Σουμέριους
λέγεται Ιναννά, στους Βαβυλώνιους Ιστάρ, στη Συρία Αστάρτη, στη Φοινίκη Ανάθ,
στην Αίγυπτο Ίσιδα, στη Μικρά Ασία λέγεται Μεγάλη Μητέρα, Κυβέλη, Δινδυμήνη, Μα,
στους Έλληνες Δήμητρα ή Ρέα κ.λ.π.
Στον χώρο του Αιγαίου υπάρχει το κοινό επίκεντρο της Μεγάλης
Μητέρας Γης με τις αντίστοιχες της Δ. Μικράς Ασίας, όπου στην αρχή μάλλον δεν
χρειαζόταν να αναφερθεί το όνομά της. Αργότερα πήρε το όνομα Ρέα (που σημαίνει
Γη - Γαία) και επίσης Δήμητρα (Γη Μήτηρ).
Στα πρώτα μυστήρια στον κόσμο του Αιγαίου υπάρχει και
αρσενικός θνήσκων θεός όπως σε όλα τα μυστήρια της Μέσης Ανατολής.Στις νεότερες
ανακαινίσεις των μυστηρίων εκλείπει ο θνήσκων θεός και στη θέση μπαίνει η
"Κόρη - Περσεφόνη".
Ο ουράνιος σύζυγος εξακολουθεί να υπάρχει, αλλά
με διάφορα ονόματα όπως: Δίας, Ποσειδώνας, Ίακχος ή και ακόμα είναι ανώνυμος
θεός. Παρατηρούμε ότι στα Διονυσιακά-Ορφικά και στα Κρητικά εξακολουθεί να
παίζει κύριο ρόλο ο θνήσκων θεός όπως ο Διόνυσος που ταυτίζεται με τον Όσιρη
και ο Ορφέας.
Πάντως στον κόσμο του Αιγαίου και της Ελλάδας γενικότερα τα
μυστήρια γίνονταν δύο φορές το χρόνο, το φθινόπωρο με τη σπορά και την άνοιξη
όταν τα σπαρτά θέλουν βροχή, αλλά. σε κάθε περιοχή τα μυστήρια τελούνταν
ανάλογα με το κλίμα.
«Η κόρη έπαιζε ασταμάτητα στα λιβάδια που τόσο πολύ
αγαπούσε. Ήταν η εποχή που η ζωή εκδηλωνόταν στη γη με πολλά χρώματα. Μέσα στο
παιχνίδι η κόρη είδε ένα θεσπέσιο
λουλούδι, ένα Νάρκισσο κι έτρεξε να τον
πάρει. Εκεί κοντά έβοσκε τους χοίρους του ο Ευουλέας και μόλις η κόρη άγγιξε το
Νάρκισσο ο Πλούτωνας βρήκε την ευκαιρία να την πάρει κοντά του, ανοίγοντας ένα
χάσμα όπου μαζί με την Περσεφόνη έπεσαν και οι χοίροι του Ευουλέα.
Η μητέρα της
έτρεξε να τη βρει δίχως αποτέλεσμα και καθώς η λύπη της Θεάς συνεχιζόταν , ο
Δίας θέλοντας να τη βοηθήσει έκανε μία συμφωνία με τον Πλούτωνα. Το 1/3 του
χρόνου να είναι βασίλισσα του κάτω κόσμου και τα 2/3 να είναι επάνω στη γη με
την μητέρα της»
Οι θεοί αυτών των μυστηρίων είναι δύο ζεύγη, η Μητέρα - Κόρη
και ο Θεός - Θεά.
Ο μύθος της Δήμητρας και της Περσεφόνης αποτελεί το κέντρο
της λατρείας των Ελευσινίων. Θεωρείται ότι τα Ελευσίνια Μυστήρια ιδρύθηκαν από
τον Εύμολπο το 1.400 π.κ.ε. κι ότι
άρχισαν να λειτουργούν επίσημα τον 8ο αιώνα π.κ.ε. Υπήρχαν τα μικρά (Ελάσσονα)
τα εν Άγραις και τα μεγάλα (Μείζονα) μυστήρια. Σύμφωνα με ορισμένους μελετητές,
δεν πρέπει να ταυτίζονται τα μικρά (Ελευσίνια) με τα Ελευσίνια Μυστήρια. Υπήρχε
σαφής διάκριση μεταξύ των Ελευσινίων και των Μυστηρίων, διότι για την τιμή της
Δήμητρας και της Κόρης γίνονταν πολλές γιορτές και οι πιο επίσημες ήταν όπως
αναφέραμε τα Ελευσίνια, τα Θεσμοφόρια, τα Αλώα και τα Θαλύσια.
Κατά τη διάρκεια του Ανθεστηρίωνα (Β΄ 15ήμερο Φεβρουαρίου
και Α΄ 15ήμερο Μαρτίου) την εποχή της Άνοιξης, τελούνταν τα Ελευσίνια ή τα «Εν
Αστει» ενώ τα «Μυστήρια εν Ελευσίνι» τα ονομαζόμενα μεγάλα τελούνταν το μήνα
Βοηδρομιώνα το Β'15ήμερο Σεπτεμβρίου και Α' 15ήμερο Οκτωβρίου.
Σύμφωνα με μια
άλλη εκδοχήκαι οι δύο γιορτές τελούνταν στην Ελευσίνα αλλά τα μεν Μυστήρια
ήταν η καθαρά θρησκευτική τελετή στην οποία έπαιρναν μέρος μόνο οι μύστες, ενώ
τα δε Ελευσίνια ήταν αγώνες προς τιμήν της Δήμητρας κι ονομάστηκαν έτσι επειδή
τελούνταν στην Ελευσίνα. Άλλοι μελετητές υποστηρίζουν ότι και στα μικρά
τελούνταν Ιερές μυητικές τελετουργίες προς τιμή της Θεάς Περσεφόνης (Κόρης) και
ήταν εισαγωγικές και προπαρασκευαστικές για τα Μεγάλα Μυστήρια.
Οι μυούμενοι θυσίαζαν δέλφακα (χοιρίδιο) και με τα νερά του
ποταμού (Ιλισσός) καθαρίζονταν από τα μιάσματα με τη βοήθεια ειδικού ιερέα που
λεγόταν «Υδρανός». Ακολουθούσε μέγας όρκος τους μπροστά στον όσιο Ευμολπίδη «Ιεροφάντη»
της Ελευσινίας Δήμητρος και κατήχησή τους από τον τελευταίο, αναγκαία για την
προπαρασκευή των μυστών για τα μετά από πέντε ενιαυτούς λεγόμενα Μεγάλα
Ελευσίνια (Εποπτεία). Στο τέλος, οι μυούμενοι ενθρονίζονταν και οι ιερείς
χόρευαν τελετουργικά γύρω απ' αυτούς ως σημείο αποδοχής στον κύκλο της πρώτης
μύησης.
Από τις δεκαπέντε έως τις είκοσι δύο του μήνα Βοηδρομιώνα
τελούνταν ανά πενταετία στην Ελευσίνα τα Μεγάλα Μυστήρια που κατέληγαν σε επιφάνεια
της Θεάς Περσεφόνης και μύηση των μυστών στο «υπέρτατο μυστικό της ζωής». Η πρώτη
ημέρα της μύησης λεγόταν «Αγυρμός», δηλαδή συγκέντρωση και περνούσε με την
προσέλευση των υποψηφίων μυστών στο Ιερό της Ελευσίνας. Η δεύτερη ημέρα λεγόταν
«Αλαδαι Μύσται» και περνούσε με πομπή προς τη θάλασσα και καθαρμούς στα νερά
της.
Την τρίτη ημέρα καθιερωνόταν απόλυτη νηστεία κι άρχιζε η
χορήγηση του περίφημου ποτού «Κυκεών». Η νηστεία σταματούσε το ίδιο βράδυ με
λίγα «ιερά τρόφιμα» που δίνονταν στους μυούμενους μέσα από μια «Μυστική Κύστη».
Την τέταρτη ημέρα προσφέρονταν θυσίες στις θεότητες της Ελευσίνας και
χορεύονταν ιερατικοί κυκλικοί χοροί.
Την πέμπτη ημέρα «Λαμπαδηφορία» οι
μυούμενοι με πυρσό στο χέρι σχημάτιζαν ανά δύο σιωπηλή πομπή με επικεφαλής τον «Δαδούχο»
ιερέα κι έμπαιναν στο Ναό της Θεάς Δήμητρας. Η έκτη ημέρα λεγόταν «Ιακχος» και
ήταν αφιερωμένη σε λατρευτικές πράξεις προς τιμή του θεοπαίδα Ιάκχου με
περιφορά του αγάλματός του (στεφανωμένου με μυρσίνη σε ένδειξη πένθους) και των
ιερών του αντικειμένων (Λικμός, Κάλαθος, Φαλλός) από τον Κεραμεικό στην
Ελευσίνα μέσω της «Ιεράς Οδού».
Η νύχτα προς την έβδομη ημέρα λεγόταν «Ιερά Νύξ» και
εγκαινίαζε τη Μεγάλη Μύηση που ολοκληρωνόταν την ένατη ημέρα με την τελική
Ιεροφάνεια και τη Θεαματική επιφάνεια της Θεάς Περσεφόνης που ανερχόταν από τον
Άδη. Επίσης τα σύμβολα που αναφέρονται ότι χρησιμοποιούσαν στα μυστήρια αυτά
είναι τα εξής: Η σφαίρα, το στάχυ και η χλόη, το φίδι, η άκανθος, ο υάκινθος,
το σπειρωτό φίδι το κουκουνάρι , το αυγό και Κλάδος Πίτυος .
Στα Ελευσίνια γύρω 176 μ.κ.ε μυήθηκε και ο Μ. Αυρήλιος ενώ
στα Μυστήρια αυτά δεν γίνονταν δεκτοί ανθρωποκτόνοι, ιερόσυλοι, εναγείς, μάγοι
και άθεοι (στους τελευταίους κατατάσσονταν την ύστερη αρχαιότητα οι Επικούριοι
και οι Χριστιανοί). Τα Μυστήρια έπαψαν να τελούνται το 395 μ.κ.ε με την πλήρη
καταστροφή και πυρπόληση των Ιερών από τον Γότθο χριστιανό Αλάριχο και τη
μαρτυρική θανάτωση σύσσωμου του ιερατείου πάνω στην πυρά. Δηλ. όλοι οι μυημένοι
στις μεγάλες «αλήθειες της ζωής» … απλά πέθαναν με βασανιστικό θάνατο, δηλ. με απλά
λόγια, δεν ήταν και δεν έκαναν τίποτε μεγάλο ή σημαντικό, γιατί ο θάνατος
ορίζει την αξία του ανθρώπου και των πράξεων του.
TA ΟΡΦΙΚΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ: Ο Ορφέας στάθηκε το έμψυχο πνεύμα της ιερής Ελλάδας, αυτός
που αφύπνισε τη θεία ψυχή. Η επτάχορδη λύρα του αγκαλιάζει το σύμπαν. Κάθε
χορδή της αντιστοιχεί σ' ένα ρυθμό της ανθρώπινης ψυχής ,περιέχει το νόμο μιας
επιστήμης και μιας τέχνης. Η θεουργική και διονυσιακή ώθηση, που κατόρθωσε να
μεταδώσει στην Ελλάδα ο Ορφέας, μεταφέρθηκε μέσα απ' αυτήν σε όλη την Ευρώπη.
Εμφανίστηκε στη Θράκη ήταν βασιλικής καταγωγής και με τη μελωδική φωνή του
ασκούσε παράδοξη έλξη. Ξαφνικά ο νέος αυτός εξαφανίστηκε. Έλεγαν ότι πέθανε,
ότι κατέβηκε στον Άδη. Είχε φύγει για την Αίγυπτο όπου μυήθηκε και ξαναγύρισε
μετά από πολλά χρόνια με ένα όνομα μύησης που πήρε από τους δασκάλους του. Τώρα
ονομαζόταν Ορφέας ή Άρφα που σημαίνει «Εκείνος που γιατρεύει με το φως».
Οι ιερείς της Ροδόπης υποδέχτηκαν τον μύστη της Αιγύπτου σαν
σωτήρα. Σε λίγο η επίδρασή του θα εισχωρήσει σε όλα τα ιερά της Ελλάδας. Αυτός
καθιέρωσε τη βασιλεία του Δία στη Θράκη και του Απόλλωνα στους Δελφούς, που
έβαλε τις βάσεις του Αμφικτιονικού Συνεδρίου, το οποίο υπήρξε η κοινοτική
ενότητα της Ελλάδας. Τέλος με τη δημιουργία των Μυστηρίων διαμόρφωσε τη
θρησκευτική ψυχή της πατρίδας του.
Στην κορυφή της της μύησης συγχώνευσε τη
θρησκεία του Δία με τη θρησκεία του Διονύσου, σε μια παγκόσμια σκέψη. Οι μύστες
ασπάζονταν από τα διδάγματά του το αγνό φως των υπέρτατων αληθειών. Κι αυτό το
ίδιο φως έφθανε ως τον λαό κάπως μετριασμένο, όχι όμως και λιγότερο ευεργετικό,
κάτω από το πέπλο της ποίησης και των μαγευτικών γιορτών. Κατ' αυτό τον τρόπο
έγινε ο αρχιερέας της Θράκης, μέγας ιερέας του Ολυμπίου Δία, και για τους
μύστες αυτός που αποκάλυπτε τον Ουράνιο Διόνυσο.
Ο μύθος της Ευριδίκης έχει μεγάλο ενδιαφέρον, αλλά όχι σαν
ιστορία αγάπης. Είναι ένα θεολογικό κομμάτι που οικειοποιήθηκε στην αρχή ο
Διόνυσος. Η Σεμέλη, η πρασινισμένη γη, προβάλλει από κάτω, χρόνο με το χρόνο
μαζί της έρχεται κι ο Διόνυσος, ενώ εξαιτίας κάποιου αισθήματος ιπποτισμού οι
άντρες είπαν ότι πηγαίνει για τη φέρει.
Ο ρόλος του Διόνυσου περνά στον Ορφέα.
Πάντως το πάντρεμα μεταξύ του Διονύσου Ζαγρέα και του Ορφισμού δεν ήταν καθόλου
εύκολο. Ο Ορφέας ως ιερέας του Διονύσου σφετερίστηκε την ανάστασή και το θάνατό
του απ' όπου ξεπήδησε η όμορφη ιστορία αγάπης. Εύκολα προστέθηκε ένα
στοιχείο-ταμπού, κοινό σε πολλές πρωτόγονες ιστορίες. Χθόνιες τελετές συχνά
επικαλούνταν εμπεριέχοντας την ιδέα «να μην στραφεί κάποιος πίσω»
(αμεταστραπί).
Στα Ορφικά Μυστήρια υπήρχαν διάφορες τελετουργίες εξαγνισμού, οι
διάφορες αποχές όπως η απαγόρευση της κρεοφαγίας. Ο Ορφισμός επηρέασε και τον
Πυθαγόρα που έγινε ζηλωτής του τρόπου έκφρασης του Ορφέα. Στα χρόνια δε του
Πεισίστρατου ήταν πολύ δύσκολο να ξεχωρίσουν τα γνήσια Ορφικά από τα
Πυθαγόρεια. Όσοι μυούνταν στα Ορφικά Μυστήρια τηρούσαν με θρησκευτική ευλάβεια
μυστικές διατάξεις, οι οποίες είχαν μεγάλης ομοιότητα με τις Πυθαγορικές αρχές.
Αποτελούνταν από 9 βαθμούς και διαιρούνταν σε 3 κατηγορίες. Σε
αυτά που αφορούσαν τη διαμόρφωση του ανθρώπου κι έδειχναν την προέλευσή του, σε
αυτά που δίδασκαν τις δυνάμεις της φύσης, τις ποικιλίες των οργάνων των
διαφόρων μορφών και μεγάλα και ιερά στα οποία δεν έπρεπε να αναφέρουν ούτε λέξη
για την ύπαρξή τους.
Στην πρώτη ομάδα μυούνταν άντρες και γυναίκες και
υποβάλλονταν σε πενταετή σιγή. Στη δεύτερη μυούνταν μόνο εξαγνισμένοι στο σώμα
και στο νου και καθαροί από ανομήματα. Στην τρίτη μυούνταν μόνο φωτισμένοι και
εμπνευσμένοι νέοι και αγνές κοπέλες με ψυχικό κάλλος.
Οι Ορφικοί Ύμνοι, μύθοι και εξορκισμοί αν και γραμμένοι σε
διαφορετικές εποχές από διαφορετικούς συγγραφείς -μολονότι το όνομα του Ορφέα
αρκετές φορές δεν αναφέρεται πουθενά- εκφράζουν θέματα που εντάσσονται στα
πλαίσια του Ορφισμού, μιας ονομασίας που έφτασε να είναι θρησκευτική τάση αν
και μερικοί μελετητές τον θεωρούν ως θρησκεία που είχε εισαχθεί από άλλες
χώρες, ενώ άλλοι ως αίρεση και άλλοι ως ρεύμα ελληνικής προέλευσης με ξένες
επιδράσεις, όπως η αντίληψη της Ορφικής Κοσμογονίας με το Κοσμικό Αυγό και η
αθανασία της Ψυχής με την αντίληψη του Ορφικού Τροχού ή του Κύκλου του
ακατάπαυστου εξαγνισμού.
Ένας μεγάλος αριθμός ελληνικών θρησκευτικών ποιημάτων σε
δακτυλικό εξάμετρο αποδόθηκαν στον Ορφέα, όπως και σε παρόμοιες εικόνες, όπως
οι Μούσες, ο Αριστέας, ο Επιμενίδης και η Σίβυλα. Από αυτή την τεράστια
λογοτεχνία μόνο δύο παραδείγματα επιζούν ολόκληρα: μία ομάδα ύμνων
συντεθειμένων κάπου γύρω στον 2ο ή 3ο αιώνα π.κ.ε., και μια Ορφική Αργοναυτική
συντεθειμένη κάπου ανάμεσα στον 4ο και τον 6ο αιώνα π.κ.ε. Πρωιμότερη ορφική
λογοτεχνία, που μπορεί να χρονολογηθεί μέχρι τον 6ο αιώνα π.κ.ε., επιζεί μόνο
σε σπαράγματα παπύρου ή σε παραπομπές από μεταγενέστερους συγγραφείς.
Επιπρόσθετα με την λειτουργία της ως αποθήκη μυθολογικών
δεδομένων μαζί με τους στίχους της Θεογονίας του Ησίοδου, η ορφική ποίηση
απαγγελλόταν σε μυστηριακά τελετουργικά και εξαγνιστικές ιεροτελεστίες. Όσοι
ήταν ιδιαίτερα αφοσιωμένοι σ’ αυτά τα τελετουργικά και ποιήματα συχνά ήταν
χορτοφάγοι, απείχαν από το σεξ και απέφευγαν να τρώνε αυγά, πρακτική που έμεινε
γνωστή ως ορφικός βίος.
Στη Θεία Κωμωδία ο Δάντης βλέπει τη σκιά του Ορφέα μαζί με
τους πολυάριθμους άλλους «ενάρετους παγανιστές» στο Λίμπο.
Η ιστορία του Ορφέα και της Ευρυδίκης έχει γίνει θέμα για
όπερες και καντάτες διά μέσου της ιστορίας της δυτικής κλασικής μουσικής.
Ο Ορφέας παρουσιάζεται ως μέλος στο τελευταίο ταξίδι του
Οδυσσέα από την Ιθάκη στην «Οδύσσεια» του Νίκου Καζαντζάκη.
Ο αστεροειδής 3361 Ορφεύς (3361 Orpheus), που ανακαλύφθηκε
το 1982, πήρε το όνομά του από το μυθικό αυτό πρόσωπο.
ΤΑ ΚΡΗΤΙΚΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ: Η γη είναι ζωντανή και κάθε χρόνο γεννά καρπούς με τους
οποίους τρέφονται τα ζώα και ο άνθρωπος. Κάθε μορφή ζωής στηρίζεται στους
καρπούς που γεννά η γη. Ήταν μια ανακάλυψη, μία επαναστατική σκέψη που επηρέασε
τις κατοπινές σκέψεις του ανθρώπου στη δημιουργία των διαφόρων πολιτισμών που
θα αναπτύξει.
Η ΓΗ γεννά. Αλλά για να γεννήσει έπρεπε να έχει επαφή με κάποιο
αρσενικό. Στην Πελασγική Κρήτη το κύριο μέρος της λατρείας ήταν εστιασμένο στη
Μεγάλη Μητέρα, τη Ρέα-Γη σε ύστερους χρόνους, που συμβόλιζε την ανανεωτική
παραγωγική φροντίδα της φύσης. Η Θεά Μητέρα είναι η χθόνια θεά με τα φίδια, η
πότνια θηρών με λιοντάρια και αγρίμια κ.λ.π.
Μαζί της λατρεύεται ο δυνατός
γονιμοποιός θεός -φαίνεται στη μορφή του ταύρου- και το νεαρό ζευγάρι του
αγοριού και της κόρης που πεθαίνουν ή χάνονται το φθινόπωρο και ξαναγυρίζουν
την άνοιξη στο φως και τη ζωή φανερώνοντας την περιοδική μορφή της φύσης.
Αρκετοί υποστηρίζουν ότι τα Κρητικά Μυστήρια διακρίνονται σε
δύο κατηγορίες:
Α) Στα μυστήρια της Μεγάλης Μητέρας Ρέας-Γης
Β) Στα μυστήρια του Κρηταγενή Ιδαίου Δία.
Πιθανολογείται ότι τα Μυστήρια της Μεγάλης Μητέρας ήταν
διαχωρισμένα σε Μικρά και σε Μεγάλα.
Στα Μικρά ήταν αφιερωμένα στη Θεά Μητέρα Ρέα, που τη
διαδέχεται στη λατρεία η Θεά Δίκτυννα Δήμητρα και η κόρη της Δικτυναία
Βριτόμαρτυ-Άρτεμη ή η ίδια μορφή της Θεάς Ειλειθυίας, Ελευθώς ή Ελευσίας και
όπου έπρεπε να γίνει προπαρασκευή των γυναικών που θα μυηθούν σ' αυτά να γίνουν
αγνές και καθαρές τόσο ψυχικά όσο και σωματικά για να μπορέσουν να προχωρήσουν
στα Μεγάλα Μυστήρια.
Επίσης έτσι φανερώνεται γιατί είχαν χωριστά το Ιερό Σπήλαιο
της Ειλειθυίας η οποία ήταν θεά της αναπαραγωγής και του τοκετού σε σχέση με τη
θεά Βριτόμαρτυ δηλαδή τη γλυκιά παρθένο ή την Άρτεμη. Σε αυτά τα μυστήρια
διδάσκονταν οι παραδόσεις των Θεών και ηρώων καθώς και οι συμβολισμοί της
Μεγάλης Μητέρας καθώς και οι δυνάμεις και ιδιότητές της στα τέσσερα γνωστά
στοιχεία (γη-όφις, νερό-ιχθύς, αέρα-περιστέρα, φωτιά-λέων).
Μυούνταν επίσης στην κατασκευή του συμβολικού μίτου της
Αριάδνης, από εδώ πιθανόν να παράγεται το όνομα Μίτρα που δήλωνε την Αφροδίτη
συμβολίζοντας επίσης το υφάδι ως νήμα της ζωής ή και την παρθενική ζώνη.
Στα Μεγάλα Μυστήρια υπήρχαν βαθμοί μυστικών τελετουργιών
προς τη θεά των Όφεων που συμβόλιζε τη μεγάλη θεά. Πριν όμως απ' αυτά ξεκινούσαν
λιτανείες, λατρευτικές προσφορές που προσφέρονταν στο Ιερό Δένδρο, αλλά και στη
στήλη του Διπλού Πέλεκυ που βρισκόταν στο κέντρο Ιερού ή Σπηλαίου δείχνοντας
έτσι την ιερότητα του χώρου.
Το Ιερό Δένδρο ως σύμβολο από την άλλη συμβόλιζε την μητέρα
που προσφέρει τον καρπό της ζωής. Η εκρίζωσή του γινόταν στο τέλος της σοδειάς
του χρόνου και ακολουθούσαν επικλήσεις και άσματα για την αναβλάστησή του
αποβλέποντας στη διαιώνισή του.
Η Ρέα, κόρη του Ουρανού και της Γης, σύζυγος του Κρόνου και
μητέρα του Δία, λατρευόταν κάτω από το Ιερό Δένδρο στις ψηλές κορυφές των
βουνών όπως και στα Ιερά Σπήλαια. Είχε επίσης και επίθετο Αμμάς Πελασγικής
προελεύσεως που σήμαινε τη μητέρα κάτι που αναγραμματισμένο υπάρχει και σήμερα
με τη λέξη «μαμά».
Σύμφωνα με το μύθο, όταν ήρθε η ώρα να γεννήσει η Ρέα το
μελλοντικό πατέρα των θεών, το Δία ήρθε κι έκρυψε το παιδί σε ένα σπήλαιο (του
όρους Αιγαίου ή στο βουνό Δίκτη ή στο βουνό Ίδη) για να μην το καταβροχθίσει ο
σύζυγός της ο Κρόνος.
Όταν άρχισαν οι πόνοι του τοκετού, στηρίχτηκε με τα χέρια
στο έδαφος. Αμέσως το βουνό έβγαλε με μιας τόσα πνεύματα ή θεούς, όσα ήταν τα
δάκτυλα της ετοιμογέννητης. Τα όντα αυτά διευκόλυναν τη γέννα της θεάς και
ονομάζονται Ιδαίοι Δάκτυλοι, από το βουνό Ίδη και τα δάκτυλα της Ρέας, αλλά και
κατά μία άλλη εκδοχή ονομάζονται επίσης Κουρήτες και Κορύβαντες διότι το όνομα
των πρώτων σημαίνει νέοι και γιατί οι δεύτεροι ήταν ήδη συνοδοί της Ρέας.
Αυτοί σύμφωνα με το μύθο ήταν οπλισμένοι με ξίφος και ασπίδα
και χόρευαν έναν πολεμικό χορό γύρω από το νεογέννητο παιδί της Ρέας. Με τα
όπλα τους έκαναν τόσο θόρυβο σκεπάζοντας τα κλάματα του παιδιού έτσι ώστε να
μην το ακούσει ο Κρόνος. Για τα Μυστήρια του Κρηταγενή Δία έχουμε κάποια
στοιχεία που μας δίνει ο Θαλήτας από τη Γόρτυνα Κρήτης (διάσημος μύστης που
έζησε τον Θ΄ π.κ.ε αιώνα) αναφέροντας ότι οι μυούμενοι στα μυστήρια αυτά
διδάσκονταν την Ιατρική, την καθαρτική, την μουσική, την ορχηστρική και τη
μουσική τέχνη.
Στα μυστήρια αυτά έπαιρναν μέρος οι Κουρήτες -τα μυστήρια
αυτά ονομάζονταν και Κορυβαντικά- ιερείς που διακρίνονταν για τη σοφία τους.
Υπήρχαν κι εδώ βαθμοί μυήσεων και γινόταν προπαρασκευές με συμβολικούς
καθαρμούς .
Έπειτα ακολουθούσαν δοκιμασίες αξιότητας όπως τα
ταυροκαθάψια που μετέπειτα έγινε δημοφιλές και στις τοπικές γιορτές. Μέρος
επίσης της τελετής ήταν και η πυρρίχη, ο ένοπλος χορός.
Τον μυούμενο τον οδηγούσαν μέσα σε ένα σπήλαιο όπου έμενε
έγκλειστος για ένα διάστημα 27 ημερών.Αναφέρεται επίσης ότι την εποχή του
Πυθαγόρα του Σάμιου τα κρητικά μυστήρια ονομάζονταν "Μυστήρια του
Μόργου" διότι ο Μόργος ήταν ένας από τους Ιδαίους Δακτύλους .
Ο Πορφύριος αναφέρει ότι όταν ο Πυθαγόρας πήγε στην Κρήτη
για να μυηθεί έκανε καθαρμούς στην παραλία της Κρήτης, νηστεύοντας 9 ημέρες κι
έπειτα πήγε στο Ιδαίο Άντρο όπου γίνονταν η μύηση. Λέγεται επίσης ότι ο
Πυθαγόρας διδάχθηκε από τους Ιδαίους Δακτύλους ότι ο Ζευς δεν είχε ακόμη
θεοποιηθεί κι ότι ήταν θνητός εφόσον μέσα στο Ιδαίο Άντρο υπήρχε ο τάφος του.
Γι' αυτό το λόγο ξέσπασαν διαμάχες στην Ελλάδα όπου π.χ. ο ποιητής Καλλίμαχος
κατάκρινε τον Πυθαγόρα για ασέβεια, παρουσιάζοντας τον Δία ως θνητό.
Ο Πλάτων μας πληροφορεί ότι οι Κορύβαντες έκαναν την τελετή
ενθρόνισης σε όποιον μυούσαν στα Μυστήρια. Το γενικό συμπέρασμα πάντως των
μυητικών τελετών είναι ο πλασματικός «θάνατος» και η «αναβίωση» του μύστη που
αφήνει την παλιά του κατάσταση κι ανασταίνεται σε μια υψηλότερη σφαίρα.
ΤΑ ΚΑΒΕΙΡΙΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ: Τα Καβείρια Μυστήρια πιθανολογείται να ήταν πελασγικής, Φρυγικής
ή Φοινικικής προέλευσης. Αν και η λατρεία τους ήταν σχεδόν εξαπλωμένη σε όλη
την Ελλάδα όπως και στην Μικρά Ασία έχουμε τα λιγότερα στοιχεία γι' αυτά τα
Μυστήρια
Κατά τον Ηρόδοτο οι Πελασγοί ίδρυσαν τα Καβείρια. Ο ίδιος
όπως και ο βασιλιάς της Σπάρτης Λύσανδρος είχαν μυηθεί στα μυστήρια της
Σαμοθράκης. Ο Στησίμβροτος από τη Θάσο, τον οποίο αναφέρει και ο Στράβων
υποστήριζε ότι οι Κάβειροι προέρχονταν από το βουνό Κάβειρο της Φρυγίας όπου
επίσης υπάρχει και πόλη Καβειρία και Κάβειρα στον Πόντο.
Επίσης άλλοι
υποστηρίζουν ότι οι δαίμονες αυτοί ήρθαν από την Φοινίκη, απ' όπου είχε έρθει
κατά μία εκδοχή ο Κάδμος. Τέλος άλλοι λένε ότι οι Κάβειροι είναι θεότητες που
έρχονται από την Αίγυπτο με τον Κάδμο που έζησε στη Μέμφιδα κι ύστερα στην Τύρο
της Φοινίκης. Το καβίρ στις σημιτικές γλώσσες σημαίνει μεγάλος, στην αραβική
γράφεται Kebir ενώ στα σανσκριτικά το Kawiras σημαίνει επίσης μεγάλος.
Από την
άλλη πλευρά όμως κάποιοι υποστηρίζουν ότι αυτό το όνομα είναι ελληνικό και
φαίνεται από το ρήμα καίω (καίειν - ΚαFeiροι) εφόσον και οι Κάβειροι έχουν
σχέση μα τη φωτιά εφόσον ήταν παιδιά του Ήφαιστου.
Κατά τον Ηρόδοτο που επισκέφθηκε την Αίγυπτο ο μεγάλος θεός
της Μέμφιδας ήταν ο Φθά ή Πτά που αποδίδεται στα ελληνικά με το όνομα Ήφαιστος.
Στην ελληνική μυθολογία οι Κάβειροι αλλά και οι θηλυκές Καβειρίδες είναι παιδιά
του Ηφαίστου και της Καβειρώς. Σε μία άλλη παραλλαγή του μύθου ο Ήφαιστος και η
Καβειρώ απέκτησαν τον Κάδμιλο και παιδιά του είναι οι Κάβειροι και οι
Καβειρίδες.
Οι Κάβειροι είναι στην ουσία δαίμονες της γονιμικής μαγείας
κάτι που προσδιορίζεται με τα όρθια αιδοία που αναπαριστάνονται. Τον ίδιο ρόλο
άλλωστε έχουν οι Σάτυροι και οι Σιληνοί στα Διονυσιακά Μυστήρια. Αναφορές του
Ομήρου τόσο στην Ιλιάδα όσο και στην Οδύσσεια μας δείχνουν ότι ο Αγαμέμνονας
και ο Οδυσσέας, ανήκαν στον κύκλο των μυημένων αυτών των μυστηρίων .
Ο Φίλιππος ο Β΄ γνώρισε την μελλοντική του γυναίκα την
Ολυμπιάδα, μητέρα του Αλέξανδρου, ενώ ήταν ιέρεια στα Μυστήρια της Σαμοθράκης,
όταν αυτός πήγε να μυηθεί. Εκεί είδε από μια τρύπα την Ολυμπιάδα να ζευγαρώνει
μ’ ένα δρακόφιδο και επειδή είδε αυτό που ήταν απαγορευμένο να δει, έχασε το βέβηλο
μάτι μου.
Η διαφορά από τα άλλα μεγάλα τοπικά κέντρα Μυστηρίων της
Ελλάδος ήταν η μεγάλη εμβέλεια που είχαν αλλά και το ότι σ' αυτά μπορούσαν να
συμμετέχουν άνθρωποι χωρίς διάκριση φυλής, κοινωνικής τάξης και φύλου. Και αυτά τα Μυστήρια αποτελούνταν από
διάφορους βαθμούς μύησης και διαιρούνταν σε Μικρά και Μεγάλα Μυστήρια.
Έχουμε
κι εδώ τη λατρεία της Μεγάλης Θεάς που συσχετιζόταν με ιερούς βράχους πάνω
στους οποίους γίνονταν προσφορές ή θυσίες. Το όνομα της μεγάλης θεάς ήταν
Αξίερος Αργότερα οι Έλληνες την ταύτισαν με τη Δήμητρα. Την έλεγαν επίσης
Ηλέκτρα ή Αλέκτρα, Οδηγήτρια, Αλέκ που σημαίνει προστάτης και στη δωρική διάλεκτο
έχει σχέση με το φως, όπως την ίδια ρίζα έχει και το όνομα του Αλέξανδρου.
Ο αντίστοιχος αρσενικός θεός ήταν ο Κάδμιλος που αργότερα κι
αυτός ταυτίστηκε με τον Ερμή. Ο Κάδμιλος σε μία στήλη κρατά το κηρύκειο όπου
μέσα υπάρχουν δύο μεγάλα φίδια που συμβόλιζαν τα δύο κοσμικά πνεύματα τους
Καβείρους που τους αναπαριστούσαν σαν δύο δίδυμους αδελφούς , ιθυφαλλικούς και
γυμνούς. Οι Έλληνες τους ταύτισαν με τους Διόσκουρους, τους Δίδυμους γιους του
Δία τον Κάστορα και τον Πολυδεύκη.
Οι δύο πρώτες θεότητες είχαν κυρίως χθόνιο και υπόγειο
χαρακτήρα. Η μία είναι ο θεός του κάτω κόσμου και η άλλη η σύζυγός του που οι
Έλληνες αργότερα ταύτισαν με τον Άδη και την Περσεφόνη. Στην προελληνική γλώσσα
λέγονται Αξιόκερσος και Αξιόκερσα. Οι χαρακτήρες όμως των Καβείρων αλλά και ο
αριθμός τους είναι διαφορετικοί από τόπο σε τόπο.
Π.χ. στη Λήμνο και στη Μακεδονία λατρευόταν μία τριάδα , ενώ
στη Θήβα ένα ζευγάρι αρσενικών θεών, ο Κάβειρος κι ο Παις. Τα ονόματά τους όμως
οι πιστοί δεν τα πρόφεραν, αλλά απλώς τους ονόμαζαν «Άνακτες», όπως στην
Ελευσίνα οι «Θεοί» . Το δε πρόθεμα «άξιος» σήμαινε «άγιος».
Η μεγαλύτερη εξάπλωση αυτών των Μυστηρίων άρχισε τον 3ο
π.κ.ε αι. όπου ευνοήθηκαν από την Μακεδονική πολιτική. Στην Όλυνθο της
Χαλκιδικής βρέθηκε επιγραφή που συντελεί στο γεγονός ότι εκεί υπήρχε ναός των
Καβείρων. Επίσης νομίσματα της Θεσσαλονίκης έφεραν την επιγραφή ΚΑΒΕΙΡΟΣ, ενώ
άλλα ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΕΩΝ ΚΑΒΕΙΡΟΙ. Επίσης στη Θεσσαλονίκη γίνονταν γιορτές και αγώνες
με τα ονόματα Καβείρια Πύθια και Καβείρια επινίκια.
Η συμμετοχή στα μυστήρια δεν ήταν αναγκαστική για όσους
πήγαιναν στο ιερό των Μεγάλων Θεών, όπως συνέβαινε στην Ελευσίνα. Το ιερό ήταν
ανοιχτό στον καθένα για τη λατρεία των θεών σε όλες τις δημόσιες εκδηλώσεις. Ο Θέωνας ο Σμυρναίος συγγραφέας του 2ου μ.κ.ε αι.
υποστηρίζει πως η μύηση στα Καβείρια αποτελούνταν από πέντε μέρη που είναι τα
εξής:
1) Καθαρμός,
2) Παράδοση της τελετής,
3) Εποπτεία
4) Ανάδεση στεφάνων ,
5) Τελειοποίηση και ευδαιμονία.
Η λειτουργία των Καβειρίων άρχιζε με την δοκιμασία της
προηγούμενης διαγωγής τους. Η εξομολόγηση ήταν υποχρεωτική καθαρίζοντας ψυχικά
τους υποψήφιους. Κατά τη μύηση έβαζαν τον υποψήφιο πάνω σε θρόνο γι' αυτό και η
μύηση ονομαζόταν θρονισμός. Στο κεφάλι του μυούμενου έβαζαν στεφάνι ελιάς και
γύρω από την κοιλιά μία κόκκινη λωρίδα που θα τον προφύλαγε από κάθε κίνδυνο.
Μετά ακολουθούσε ο ιερός χορός, όπου οι μυημένοι χόρευαν γύρω του.
Στο ιερατείο
των Καβειρίων υπήρχαν οι εξής: Ο Κόης ή Κοίης που ήταν ο εξομολογητής ιερέας,
οι Ανακτοτελεστές που αποφάσιζαν ποιοι απ' αυτούς που προσέρχονταν ήταν άξιοι
να μυηθούν και η Λουτροφόρος που ήταν ιέρεια που ήταν υπεύθυνη για τους
καθαρμούς των υποψηφίων. Οι μυήσεις γίνονταν σε ορισμένη εποχή του χρόνου και
διαρκούσαν 9 ημέρες. Σ' αυτή τη χρονική διάρκεια έσβηναν όλα τα φώτα στο νησί
και πένθος απλωνόταν σε όλο το νησί. Νηστεία και θρήνος ήταν οι εκδηλώσεις του
πένθους μέχρι να έρθει το καινούριο φως από το ιερό νησί της Δήλου.
Το φως το έφερναν με πλοίο. Αν το πλοίο έρχονταν νωρίτερα
περιφερόταν ανοιχτά του νησιού. Όταν έφτανε η στιγμή το πλοίο έμπαινε στο
λιμάνι , οι άνθρωποι έπαιρναν το φως πιστεύοντας ότι έτσι καθαρμένοι από κάθε
κακό έμπαιναν σε καινούρια ζωή, αναγεννιόντουσαν κάνοντας μια νέα αρχή . Στη
συμβολική τέλεση των μυστηρίων έχουμε την θυσία και ανάσταση του Καδμίλου ο
οποίος αργότερα νυμφεύεται τη χαμένη Κόρη. Αναστημένος πια ο Καδμίλος τελεί τον
ιερό γάμο που είναι και το μεγάλο μυστήριο. Σε ετρουσκικά αγγεία τη θυσία του
Καδμίλου την κάνουν αδέλφια του οι Κάβειροι και στην ανάσταση που την κάνει ο
Ερμής παρευρίσκονται μόνο τα αδέλφια του.
Στα Καβείρια θάβεται το αρσενικό όπως σε όλα τα μυστήρια της
Μέσης Ανατολής ενώ στην Ελευσίνα θάβεται η Περσεφόνη. Στα Καβείρια ο θνήσκων
θεός είναι αρσενικός που συμβολίζει τον σπόρο και ανασταίνεται για να δώσει νέα
ζωή κάτι που επικράτησε και στη δική μας θρησκεία.
Γενικώς τα Καβείρια Μυστήρια
στην λειτουργία τους είχαν τον θεμελιώδη σκοπό στο να επιδιώκουν την
ηθικοποίηση των ανθρώπων όπως το αναφέρει και ο Διόδωρος Σικελιώτης λέγοντας «..οι
μυούμενοι γίνονταν ευσεβέστεροι, δικαιότεροι και κατά πάντον καλλίτεροι».
Επίσης σε αυτά γίνονταν και διδασκαλίες για τη γέννηση του κόσμου και του
ανθρώπου. Δηλαδή πέρα από τη λατρεία τους και τη θρησκευτική τους υπόσταση
είχαν και τον χαρακτήρα της κοινωνικής αρετής όπως άλλωστε όλα τα μυστήρια
(είτε ήταν μικρά ή τοπικά είτε ήταν μεγάλα) της αρχαίας Ελλάδας.
------
Βιβλιογραφία
ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ ΔΟΜΗ
ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ ΠΑΠΥΡΟΣ-ΛΑΡΟΥΣ-ΜΠΡΙΤΑΝΝΙΚΑ
ΕΟΡΤΕΣ ΚΑΙ ΙΕΡΟΠΡΑΞΙΕΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ (ΒΛ. ΡΑΣΙΑΣ)
ΤΑ ΚΑΒΕΙΡΙΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ (Π. ΡΟΔΑΚΗΣ)
ΟΡΦΕΥΣ Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΜΥΣΤΗΣ ΚΑΙ ΜΟΥΣΙΚΟΣ (Π. ΦΡΑΓΚΕΛΛΗΣ)
ΟΡΦΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ (JANE ELLEN HARRISON)